Όσο ξεκάθαρη και συντριπτική ήταν η νίκη των «δυνάμεων του καλού» απέναντι στην εισβολή που επιχειρήθηκε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, την περασμένη εβδομάδα, τόσο θολό και αβέβαιο περιγράφεται το μέλλον του. Διότι, μπορεί οι ποδοσφαιρικές διοργανώσεις να γίνονταν ούτως ή άλλως και το άθλημα να προχωρούσε και χωρίς τους G12, αλλά είναι βέβαιο, ότι οι «Μεγάλες Κυρίες» της μπάλας κάνουν το Κύπελλο πιο λαμπρό και πιο ενδιαφέρον.
Επιβολή ποινών ή εξασφάλιση του μέλλοντος;
Στα γραφεία της UEFA φαίνεται να μην έχει εγκαταλειφθεί η ιδέα της επιβολής κυρώσεων στις δώδεκα άτακτες ομάδες. Δε θα ήθελα με τίποτα να ήμουν, στην περίπτωση αυτή, μέλος του νομικού της επιτελείου. Όχι, μόνο γιατί είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί ισχυρό νομικό έρεισμα για την επιβολή ποινών (οι Λατίνοι έλεγαν nullapoenasinelege), αλλά παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον να διασφαλίσεις να μην ξανασυμβούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον, παρά να ψάχνεις τιμωρίες για το παρελθόν.
Άλλωστε, οι ιθύνοντες της UEFA δε θα ήθελαν να ξαναζήσουν ένα διήμερο σαν αυτό της περασμένης εβδομάδας και δουλειά των δικηγόρων είναι να βρουν τρόπους, συμβόλαια, ρήτρες και κανόνες, που θα δέσουν καλύτερα τους συμμετέχοντες στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Αλλά και πάλι, αυτό μοιάζει να είναι ένα τεχνικό θέμα, δευτερεύον μπροστά στις προκλήσεις του μέλλοντος.
Ζητούμενο: Να σβήσουν τα χρέη
Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι η απόπειρα πραξικοπήματος των G12 είχε ένα ξεκάθαρο κίνητρο: να σβήσουν τα υπέρογκα χρέη τους. Η εμμονή τους στοprojectήταν ανάλογη του ύψους των χρεών τους: Μπαρτσελόνα 1,1 δις, Ρεάλ Μαδρίτης 901 δις., Ατλέτικο Μαδρίτης 500 εκ., Γιουβέντους 150 εκ, Ίντερ και Μίλαν από 200 εκ. Για να μην πούμε για τις αγγλικές ομάδες Τσέλσι, Τότεναμ, Γιουνάιτεντ, Λίβερπουλ, Σίτι και Άρσεναλ, που όλες μαζί μαζεύουν ένα συνολικό χρέος, περί τα 4 δις. (πηγή: La Gazzetta dello Sport).
Η προσφορά της JPMorgan δεν ήταν λύση. Ο αμερικάνικος κολοσσός προσέφερε ένα δάνειο 3,5 δις. με υποχρέωση των ομάδων να το επιστρέψουν σε δεκαπέντε έτη με όλους τους νόμιμους τόκους. Ως αντάλλαγμα, οι Αμερικάνοι θα έπαιρναν ένα κλειστό πρωτάθλημα, με όλα τα δικαιώματα που εξnμε δεκαπενταετή περίοδο εξόφλησης και ως εγγύηση τα δικαιώματα των αγώνων. Το εγχείρημα απέτυχε, αλλά η πατάτα, ωστόσο, παραμένει καυτή και ως ένα βαθμό καλείται να την κρατήσει στα χέρια της και η UEFA.
Η αναδιοργάνωση των ευρωπαϊκών κυπέλλων
Στο παρελθόν ηUEFAέχει κάνει πολλά χατίρια στους μεγάλους. Από προνομιακή μεταχείριση στις κληρώσεις μέχρι και ευνοϊκές διαιτησίες. Το ίδιο το Champions League, η μετεξέλιξη του Κυπέλλου Πρωταθλητριών είναι ένα τέτοιο χατίρι. Για την ακρίβεια, είναι το αποτέλεσμα της διαρκούς αναζήτησης να δίνουν οι μεγάλες ομάδες όσο το δυνατόν περισσότερα παιχνίδια. Για να κατακτήσει κάποιος το Κύπελλο Πρωταθλητριών στην παραδοσιακή του μορφή έπρεπε να δώσει εννέα ματς, ενώ το σύνολο των αγώνων της διοργάνωσης ήταν 61. Για να κερδίσει μία ομάδα, σήμερα το Champions Leagueθα πρέπει να δώσει δεκατρείς και το σύνολο των αγώνων της διοργάνωσης είναι 125.
Το τελευταίο δώρο της UEFAστις κακομαθημένες κυρίες του ποδοσφαίρου, είναι και η αναδιοργάνωση του Champions Leagueαπό το 2024. Οι 32 ομάδες θα γίνουν 36. Το σύστημα των ομίλων θα δώσει τη θέση του σε έναν ενιαίο όμιλο, όπου η κάθε ομάδα θα δώσει δέκα παιχνίδια (5 εντός και 5 εκτός), με διαφορετικές ομάδες. Οι πρώτοι οκτώ θα προκριθούν στους «16», οι επόμενοι 16 της κατάταξης θα παίξουν νοκ-άουτ αγώνες για να προκριθούν και αυτοί στην επόμενη φάση. Από εκεί και πέρα μέχρι τον τελικό, θα ακολουθηθεί το παραδοσιακό σύστημα του απευθείας αποκλεισμού με διπλούς αγώνες.
Η ομάδα που θα κατακτήσει το κύπελλο θα χρειαστεί να δώσει τέσσερις αγώνες περισσότερους, από αυτούς που δίνει τώρα. Οι αθλητές και οι προπονητές ήδη διαμαρτύρονται για το βεβαρημένο πρόγραμμα των αγώνων και μπορεί εύκολα να φανταστεί ότι η μεγαλύτερη αγωνιστική επιβάρυνση θα επηρεάσει και την ποιότητα του θεάματος.
Η ώρα της ατομικής ευθύνης
Εύλογα μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι οι περισσότεροι αγώνες δεν εξασφαλίζουν ούτε μεγαλύτερη τηλεθέαση, ούτε περισσότερα κέρδη. Η επιτυχία του Champions League και η αποδοχή του ως η πιο επιτυχημένη ποδοσφαιρική διοργάνωση στον πλανήτη, τόσο σε επίπεδο θεάματος, όσο και σε επίπεδο εσόδων, σίγουρα δεν οφείλεται στην αύξηση των αγώνων. Αποδίδεται κυρίως στις υψηλές προδιαγραφές που έθεσε η UEFAστις συμμετέχουσες ομάδες και κυρίως στο υψηλό ποσοστό διανομής των κερδών. Υπολογίζεται ότι κατά την περίοδο 2018-2021 τα ετήσια κέρδη του Champions Leagueήταν 3,5 δις. και από αυτά το 78% επέστρεψε στις ομάδες υπό μορφή bonus. Ένας πακτωλός χρημάτων, που εισρέει κάθε χρόνο στα ταμεία των ομάδων και τις παρακινεί να βελτιώσουν τις υποδομές τους και να γίνουν πιο ανταγωνιστικές.
Αυτό όμως δεν αρκεί, για να βγάλει τις ομάδες από το οικονομικό αδιέξοδο. Όσα bonusκαι αν δώσει η UEFAστους μεγάλους, όσους αγώνες και αν προσθέσει στο καλεντάρι, όσο και αν ξεζουμίσει τους ποδοσφαιριστές, το παιχνίδι κάποτε φτάνει στα όριά του και έρχεται η στιγμή της ατομικής ευθύνης (για να χρησιμοποιήσουμε και έναν όρο της εποχής). Η ώρα, δηλαδή, που τα ίδια τα μεγάλα clubθα υιοθετήσουν την πρακτική της ορθολογικής διαχείριση των ισολογισμών τους, της μείωσης του κόστους για μεταγραφές και για αμοιβές των ποδοσφαιριστών.
Η UEFA προσφέρει στα clubτη δυνατότητα να συμμετάσχουν σε άρτια οργανωμένες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, με μεγάλη παράδοση και λαμπρό, εγγυημένο μέλλον. Είναι όμως προφανές ότι αυτές δεν αρκούν για να καλύψουν τα τεράστια χρέη. Τα μεγάλα ευρωπαϊκά clubθα πρέπει να αναζητήσουν μεγαλύτερες πηγές εσόδων στα εθνικά τους πρωταθλήματα.
Η Super leagueθα έδινε στους G12 μία εύκολη, αλλά πρόσκαιρη λύση στα προβλήματά τους. Μία λύση, που κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγούσε σε μία φούσκα που. Στο τέλος της ημέρας και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο θα είχε τραυματίσει και οι ίδιες τις ομάδες θα είχαν οδηγηθεί στην καταστροφή. Μία τρύπα στο νερό δηλαδή, που θα τραυμάτιζε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και θα παρέσυρε στη δύνη της μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες. Ευτυχώς, η λύση αυτή αποφεύχθηκε
Ο δύσκολος (μονό)δρομος
Και αν ο εύκολος δρόμος έκλεισε γρήγορα και απότομα, ο δύσκολος δρόμος, ο δρόμος της Αρετής, φαντάζει αναπόφευκτος. Είναι δύσβατος, αλλά μοναδικός κυρίως για τις ισπανικές και τις ιταλικές ομάδες, που θα χρειαστεί να περιορίσουν τις δαπάνες και να ηγηθούν μίας καλύτερης ποιοτικής οργάνωσης των εγχώριων πρωταθλημάτων. Αυτά που θα έπλητταν με τη δημιουργία της Super league, είναι εκείνα που μπορούν να τις οδηγήσουν στη σωτηρία. Σε διαφορετική περίπτωση, θα χρειαστούν κρατικές παρεμβάσεις (στην Ισπανία είναι συνηθισμένες), για να αποφύγουν εκκωφαντικές πτωχεύσεις.
Για τους Άγγλους τα πράγματα φαίνονται πιο απλά. Η Premier Leagueείναι ένα περιβάλλον που μπορεί να τους εξασφαλίσει σίγουρα κέρδη, τα οποία, μάλιστα αναμένεται να αυξηθούν, καθώς η εκμετάλλευση των δικαιωμάτων ίντερνετ είναι προ των πυλών. Η εφαρμογή προγραμμάτων λιτότητας θα τους βγάλει, γρήγορα από τη στενωπό. Γι’ αυτό άλλωστε, δεν επέμειναν τόσο πολύ στο εγχείρημα (σε συνδυασμό με τις αντιδράσεις των φιλάθλων).
Φυσικά, για όσους δυσκολεύονται να καταλάβουν, για όσους δεν καταλαβαίνουν υπάρχει και ο δρόμος της αποχώρησης, της πώλησης των μετοχών και της πιθανότητας να μπουν στην αγορά νέοι επενδυτές, που θα αγοράσουν τις μεγάλες ομάδες. Ήδη, ακούγονται φήμες για πώληση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Η ζωή έχει αποδείξει ότι το ποδόσφαιρο δε σταμάτησε ποτέ και για κανένα λόγο. Είτε στα μεγάλα στάδια, είτε στις φαβέλες, η μπάλα δε σταμάτησε ποτέ να κυλάει. Μπορεί ένας από τους βασικούς κανόνες της αλάνας να είναι αυτός που λέει ότι όποιος φέρνει την μπάλα, δικαιούται να συμμετέχει πάντα στο παιχνίδι, αλλά μετά τη σέντρα, κανείς δεν του δίνει σημασία. Τα μάτια πάντα πέφτουν πάνω σε εκείνον που θα κάνει τη μεγάλη απόκρουση, το ωραίο σουτ, την ντρίμπλα και, φυσικά, σε εκείνον που θα βάλει γκολ. Αυτοί είναι που καθορίζουν την ομορφιά του αθλήματος και αυτοί που το σπρώχνουν μπροστά.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος, Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ, Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών CIES –FIFA)