Το 2009 Ελλάδα και Αλβανία συνήψαν μια -άκρως επωφελή για την πρώτη- συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών πολλαπλών χρήσεων. Η συμφωνία αυτή ολοκληρώθηκε με βάση την αιγιαλίτιδα ζώνη των 6νμ από την ελληνική πλευρά και κλειστό τον κόλπο της Κέρκυρας, και ένα μικρό όρμο -Όρμος Βουρλιάς- με ελάχιστη αξία στην οριοθέτηση, αλλά πολύ σύννομο με τη Σύμβαση Δικαίου Θάλασσας ’82. Η Αλβανία είχε ήδη θεσπισμένο το όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης της στα 12νμ.Η συμφωνία αυτή ακολούθησε την μέθοδο της μέσης γραμμής αυστηρά, με πλήρη επήρεια των νήσων Οθωνών και Ερεικούσσας. Όμως δεν επικυρώθηκε τουλάχιστον αμέσως, ούτε από την ελληνική, ούτε από την αλβανική πλευρά.
Πριν από την επικύρωση oεπικεφαλής του σοσιαλιστικού κόμματος και νυν πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα, εκδήλωσε την αντίρρησή του προς τη συμφωνία και ζήτησε να μην εγκριθεί από τη Βουλή, ως μη προάγουσα τα εθνικά συμφέροντα της χώρας του, έως ότου κριθεί δικαστικά για τη νομιμότητά της. Προς τούτο, υπέβαλε προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο ζητώντας να γνωμοδοτήσει για την νομιμότητα της συμφωνίας αυτής σύμφωνα με το σύνταγμα και το δίκαιο της θάλασσας.
Ο τότε πρωθυπουργός Σαλί Μπερίσα δήλωσε εκ των προτέρων ότι θα δεσμευτεί από τη γνωμοδότηση. H γνωμοδότηση του συνταγματικού δικαστηρίου που εκδόθηκε επέβαλε αυτό που επιδίωκε ο Ράμα, τις κατ’ αυτόν «κόκκινες γραμμές», δηλαδή τις προϋποθέσεις ακύρωσης κρίνοντας εξαρχής ότι η συμφωνία του 2009 δεν συνάδει με τη Σύμβαση Δικαίου Θάλασσας ’82 και παρέθεσε μια σειρά από νομικά πορίσματα. Το δικαστήριο πρωτίστως έκρινε ως προς τη μέθοδο της οριοθέτησης και προέκρινε την αρχή της αναλογικότητας, η οποία αποδίδει μειωμένη επήρεια των αντικείμενων νήσων των Οθονών και της Ερεικούσσας. Έκρινε ότι η επήρεια της ηπειρωτικής ακτής της Αλβανίας δεν εξισώνεται με την επήρεια των νήσων Ερεικούσσας και Οθονών, γεγονός που συνεπάγεται την αύξηση της περιοχής υφαλοκρηπίδας που θα της αναλογούσε. Επίσης έκρινε ότι δεν λήφθηκαν υπόψη οι κλειστοί κόλποι ή οι ευθείες γραμμές βάσης. Επιπλέον ότι δεν ήταν μέσα στην εξουσιοδότηση η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών, παρά μόνο της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.HΓνωμοδότηση του Συνταγματικού Δικαστηρίου διατυπώνει με σαφήνεια ότι υπάρχει αντίρρηση ως προς την οριοθέτηση πολλαπλών χρήσεων. Επισημαίνει επίσης και το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας του 1925 το οποίο ορίζει την κατεύθυνση της οριοθετικής γραμμής με αφετηρία τον κόλπο της Φτελιάς. Το Πρωτόκολλο αυτό είναι σε ισχύ.
Η εξέλιξη οδήγησε την Αλβανική κυβέρνηση να ανακαλέσει την υπογραφή της και κατά συνέπεια ότι δεν προτίθεται να επικυρώσει και ως εκ τούτου -όπως δηλώνουν οι Αλβανοί χειριστές-η συμφωνία είναι νεκρή. Πολλοί δρόμοι επινοήθηκαν για να υπάρξει η δυνατότητα να ολοκληρωθεί η συμφωνία, αλλά δεδομένων των συνθηκών σήμαινε ότι θα έπρεπε να ξεκινήσει από μηδενική βάση.
Εάν θα ενεργοποιείτο διαβούλευση μεταξύ των χωρών εξαρτάτο από τη θετική διάθεση των πολιτικών ηγεσιών των εκατέρωθεν υπουργείων εξωτερικών. Απαιτήθηκε θετική στάση με την απαραίτητη δημιουργικότητα στη διαπραγμάτευση που ως στόχο είχαν τη συμφωνία αλλά και διατήρηση του κεκτημένου. Το 2018 τα δύο μέρη έφτασαν σε μια επωφελή συμφωνία πακέτο μεταξύ των οποίων και η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ με προοπτική και εκ παραλλήλου με τα στάδια της ενταξιακής διαδικασίας. Παρόλα αυτά η αλβανική προεδρική διελκυστίνδα δεν επέτρεψε να ολοκληρωθεί, εγκλωβίζοντας την επίλυση της ΑΟΖ και το κεκτημένο που επιτεύχθηκε όπως και στη συμφωνία του 2009 σχετικά με τα δικαιώματα υφαλοκρηπίδας των νήσων.
Η παρατεταμένη αδράνεια δεν ωφέλησε. Οδεύοντας προς τις εκλογές ο Έντι Ράμα βρέθηκε πολλές φορές στο στόχαστρο της αντιπολίτευσης με άξονα μια μελλοντική συμφωνία με την Ελλάδα που δεν θα απέδιδε τόσα όσα ως πήχη θέτει εκ προοιμίου η αντιπολίτευση. Το αδιέξοδο προέρχεται από την πλευρά της Αλβανίας. Αυτό το δεδομένο που διευκολύνει τον Ράμα για να επιτευχθεί οριοθέτηση οδήγησε τώρα τις κυβερνήσεις στην παραπομπή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο. Δεν θα πρόκειται για μια απευθείας παραπομπή, διότι θα προηγηθεί ένας κύκλος διαπραγματεύσεων με στόχο να επιτευχθεί η οριοθέτηση με συμφωνία. Να σημειώσουμε εν προκειμένω τη δύναμη της διαδικασίας που απαιτεί δημιουργικότητα και επινοήσεις επιλογών για να καταλήξουν τα μέρη σε μια αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία με την ικανοποίηση των όρων κάθε μιας. Συνήθως συμβαίνει να μην συμπίπτουν οι αντίρροπες βουλήσεις, πόσω μάλλον εν προκειμένω που η λύση της διεθνούς δικαιοσύνης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως το δίχτυ ασφαλείας. Παρόλα αυτά είναι σκόπιμο να προσυμφωνείται η παραπομπή στη διεθνή δικαιοσύνη για να ολοκληρωθεί η οριοθέτηση.
Η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας θα αφορά σε περιοχές ανοικτής θάλασσας. Συνεπώς η Ελλάδα προτού ολοκληρώσει είτε συμφωνία οριοθέτησης, είτε συμφωνία δικαστικής παραπομπής, πρέπει να έχει επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12νμ, όπως έχει πράξει προ πολλών χρόνων η Αλβανία. Πριν από την επέκταση θα πρέπει να έχουν κλείσει οι κόλποι και να έχουν χαραχθεί οι ευθείες γραμμές βάσης σε απόλυτη εναρμόνιση με τις οικείες διατάξεις της Σύμβασης Δικαίου Θάλασσας, μια εργασία που απαιτεί λεπτομερείς υπολογισμούς για να μην υπάρξουν υπερβάσεις οι οποίες θα μπορούν να επιφέρουν αντιρρήσεις.
Η παραπομπή στη διεθνή δικαιοσύνη είναι μια κίνηση άρσης αδιεξόδου, και είναι σύμφωνη με τις διατάξεις (74[ΑΟΖ]/83[υφαλοκρηπίδα])περί οριοθέτησης της Σύμβασης Δικαίου Θάλασσας. Της παραπομπής προηγείται η σύναψη συνυποσχετικού που είναι μια ειδική συμφωνία, με την οποία τα δύο κράτη αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα του δικαστηρίου: να εκδικάσει τη διαφορά τους -έχοντας καθορίσει την προς οριοθέτηση περιοχή-να διαπιστώσει τις αρχές και τους κανόνες που είναι το εφαρμοστέο δίκαιο, να προβεί στην οριοθέτηση -εφόσον ως προς αυτήν τα μέρη συμφωνούν- και τέλος τα μέρη να αναλαμβάνουν ότι θα δεσμευτούν από την απόφαση. Η σύναψη συνυποσχετικού είναι πολύ καθοριστικό στάδιο, διότι σε αυτό διατυπώνεται το ερώτημα με βάση το οποίο το δικαστήριο θα εκδικάσει.
Εφόσον έχει διευρυνθεί η ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη το Δικαστήριο θα κληθεί να οριοθετήσει μια περιοχή υφαλοκρηπίδας σε έκταση κατά πολύ μικρότερη αυτής που οριοθετήθηκε με τη συμφωνία του 2009. Θα πρόκειται για μια περιοχή μόλις 268 τ.χλμ. Στην οριοθέτηση ως ζήτημα θα κυριαρχήσει η επήρεια των Οθωνών. Η επιχειρηματολογία των μερών θα βασισθεί εξολοκλήρου στη διεθνή νομολογία, που τα δικαστήρια έχουν επεξεργαστεί και ισχύει ως ο κανόνας στην οριοθέτηση, ιδίως όσον αφορά στο βαθμό απόδοσης επήρειας. Επί της νομολογίας θα αναπτυχθούν τα επιχειρήματα των κρατών ως προς τη μεταχείριση των νησιών με βάση τη γεωγραφική θέση τους στην οριοθέτηση.
Η επιλογή της διεθνούς δικαιοσύνης αποτελεί πάγια πολιτική της Ελλάδας, η οποία, αντί άλλου μέσου, προκρίνει την ειρηνική επίλυση πρώτα με διαπραγμάτευση για συμφωνία οριοθέτησης και αν δεν καταστεί δυνατή τότε κατ’ αυτήν ακολουθείται η προτροπή που διατυπώνεται στη Σύμβαση Δικαίου Θάλασσας, η δικαστική επίλυση. Η απόφαση θα έχει εκδικασθεί με βάση το δίκαιο της θάλασσας, θα επιλύσει οριστικά τη διαφορά και θα δεσμεύσει τα δύο κράτη ως προς την εφαρμογή.
(Ο Πέτρος Λιάκουρας είναι Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς)