Η παταγώδης αποτυχία της κυβέρνησης Μητσοτάκη να διαχειριστεί τα μεγάλα και κρίσιμα ζητήματα, όπως της πανδημίας και των επιπτώσεών της σε υγειονομικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, των εθνικών θεμάτων και των καθημερινών ζητημάτων είναι διαρκώς αυξανόμενη.
Είναι προφανές πως το Μέγαρο Μαξίμου βυθίζεται στα αποτελέσματα της κυβερνητικής ανικανότητας. Συμπαρασύροντας, δυστυχώς, μαζί του τη χώρα.
Με δεδομένη την ανικανότητα αντίδρασης στα γεγονότα, το μόνο που απασχολεί το κράτος των «επιτελών» είναι το πως θα κρυφτεί η εγκληματική ανεμελιά Μητσοτάκη και η αδράνεια των υπουργών του.
Και το πράττουν με τον πλέον λανθασμένο για τη χώρα τρόπο, με την πλέον επικίνδυνη για την κοινωνική συνοχή στρατηγική.
Με έναν επικοινωνιακό και προπαγανδιστικό αντιπερισπασμό, ο οποίος όχι μόνο δεν δίνει λύση στα κυβερνητικά αδιέξοδα, αλλά επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το αρνητικό κλίμα στην κοινωνία και τη δυσαρέσκεια στους πολίτες. Σε μια επιλογή που προδίδει μια κυβέρνηση σε πολιτική τρικυμία.
Η παραίτηση του Χρήστου Ταραντίλη έφερε στον αφρό της επικαιρότητας την προσπάθεια συγκάλυψης της πολιτικής πτυχής της υπόθεσης Λιγνάδη-Μενδώνη-Μητσοτάκη. Είχε προηγηθεί η προσπάθεια της υπουργού Πολιτισμού να πείσει πως η ίδια και ο πολιτικός της προϊστάμενος εξαπατήθηκαν από έναν «επικίνδυνο άνθρωπο», ακολούθησε η κάλυψή της από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και αμέσως μετά η μεταστροφή της με το: «ο διορισμός Λιγνάδη ήταν δική μου επιλογή».
Όσες επικοινωνιακές ακροβασίες και αν κάνει η κυβέρνηση, ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ούτε η Λίνα Μενδώνη, ούτε όποιος άλλος είχε εμπλοκή στη διαχείρισή της υπόθεσης κατά τις τελευταίες εβδομάδες, πρόκειται να γλιτώσουν τον πολιτικό λογαριασμό.
Ακόμα και αν η υπουργός Πολιτισμού οδηγηθεί στην έξοδο από το κυβερνητικό σχήμα, με ή χωρίς δική της επιλογή, όλα τα δάκτυλα θα συνεχίσουν να δείχνουν προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Απλώς τότε ο ίδιος θα έρθει ακόμα πιο μπροστά στο κάδρο των ευθυνών και θα αναγκαστεί να εξηγήσει τι πραγματικά έγινε και τι ισχύει από όσα είπε για να καλύψει την υπουργό του. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί στο κυβερνητικό στρατόπεδο είναι πως ελάχιστοι από τους υπουργούς του έσπευσαν να ακολουθήσουν την προτροπή του για στήριξη της Λίνας Μενδώνη, με εξαίρεση τους Γιώργο Γεραπετρίτη, Άδωνι Γεωργιάδη και Κώστα Αχ. Καραμανλή.
Η ρωγμή στο προπαγανδιστικό προπέτασμα καπνού της κυβέρνησης δεν περνά απαρατήρητη. Ούτε από τους πολιτικούς αναλυτές ούτε από τους πολίτες. Τα στεγανά που δημιουργούσαν κάποια μέσα Ενημέρωσης δεν υφίστανται. Τα θέματα που πληγώνουν τους πολίτες περνούν καθημερινά μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες, πόσο μάλλον από τα κοινωνικά δίκτυα και τις ιστοσελίδες.
Η δε δυσαρέσκεια και τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλεί στον κόσμο ο χειρισμός της πλειονότητας των θεμάτων καταγράφεται αδιαλείπτως στα ποιοτικά στοιχεία όλων σχεδόν των δημοσκοπήσεων.
Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει να αντιμετωπίσει τα πυρά των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αυτών που εντάσσονται στο προοδευτικό τόξο του κοινοβουλίου. Όχι μόνο για ζητήματα που άπτονται της ηθικής, αλλά και για θέματα διαφάνειας και προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.
Στην παρούσα φάση, λοιπόν, δεν φαίνεται να υπάρχει σημείο κοινωνικής, οικονομικής και δημοκρατικής σταθεροποίησης. Είναι δε βέβαιο πως μπροστά στα κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδά τους, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του θα εφευρίσκουν διχαστικά διλήμματα για να πολώνουν την κοινωνία, θα συκοφαντούν, θα λασπολογούν.
Πρόκειται για τη παλιά και γνωστή μετεμφυλιακή μέθοδο, η οποία όμως δεν περνάει. Ο κόσμος στην Ελλάδα έχει δημοκρατικά αντανακλαστικά και παραδόσεις.
(Ο Νίκος Παππάς είναι βουλευτής Β3’ Νότιου Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία)