Η Οδύσσεια με γοήτευε από μικρό παιδί. Και οι μυθικοί ήρωες της αποτελούν συχνά «πυξίδα» μου στο προσωπικό μου ταξίδι.
Αλλά υπήρξε ένας ομηρικός ήρωας -η μάλλον αντί-ήρωας- η ιστορία του οποίου μου είχε διαφύγει. Αυτός είναι ο Ελπήνορας, ο οποίος με κάποιο ακατανόητο τρόπο «παρεισέφρησε» πριν λίγες μέρες στη «ζωή» μου και μου ανακίνησε αρχέγονες μνήμες.
Μνήμες που με ώθησαν να ψάξω την ιστορία του και κυρίως να ερμηνεύσω το τι θα μπορούσε να σημαίνει το αρχέτυπο του για μένα -αλλά και όλους μας- αυτή τη περίοδο.
Ο Ελπήνορας είναι μια τραγική μυθική προσωπικότητα που έμεινε στη σκιά σχεδόν 28 αιώνες . Και τον συναντάμε και πάλι απρόσμενα στη σύγχρονη Ελληνική, αλλά και Ευρωπαϊκή λογοτεχνία του 19ου και 20ου μΧ αιώνα
Τον «βρίσκουμε» -μεταξύ άλλων- να εμπνέει τον Σεφέρη που έγραψε τον «Ηδονικό Ελπήνορα», αλλά και τον Ρίτσο , τον Καμπανέλλη, το Σινόπουλο και άλλους.
Και ξαφνικά εκεί που αποτελούσε μία από τις πολυάριθμες συμβατικές Ομηρικές φιγούρες, βγαίνει στο προσκήνιο και ξαναπαίρνει «σάρκα και οστά».
Ακόμη και η ηγετική μορφή του Οδυσσέα υποχωρεί στο μυαλό των ποιητών μπροστά στην ανάδειξη εκείνου του αφελούς συντρόφου, που υπήρξε ο τελευταίος τροχός της αμάξης, ο έσχατος των πολεμιστών.
Εκείνου που «παραγκωνίζει» τον διάσημο και πολυμήχανο ταξιδευτή και γίνεται ο ίδιος πρωταγωνιστής σε κάποιες σύγχρονες αποδόσεις του μύθου του. Και εμφανίζεται πότε ως αρνητική και πότε ως αμφίσημη μορφή. Λίγο πονηρός, αρκετά απερίσκεπτος, εν δυνάμει επικίνδυνος και εντέλει ξεχασμένος και αδικημένος.
Ποιός ακριβώς όμως είναι ο βασικός μύθος του Ελπήνορα, σύμφωνα με τον δημιουργό του τον Όμηρο;
Ο εύπιστος και ελαφρόμυαλος πολεμιστής είναι ένας αφανής δευτερεύων ήρωας , που τον ξεχάσανε οι σύντροφοι του στην Αία, το νησί της Κίρκης.
Ο Ελπήνορας δεν διακρινόταν για τη δύναμη ή την ευφυία του, ωστόσο επέζησε του Τρωικού Πολέμου. Μεταμορφώθηκε από την Κίρκη σε γουρούνι, αλλά-όπως και οι άλλοι σύντροφοι του Οδυσσέα-επαναφέρθηκε στην ανθρώπινη μορφή του και έζησε για λίγο τη μεγάλη και τρυφηλή ζωή στο παλάτι της Κίρκης.
Όντας αρκετόν καιρό στο θεϊκό νησί, ο Οδυσσέας, αποφασίζει ξαφνικά να φύγει μαζί με τους συντρόφους του για να κατέβει στον Άδη, έτσι ώστε να πάρει πληροφορίες από τον Τειρεσία σχετικά με τον γυρισμό του στην πατρίδα.
Την παραμονή της αναχώρησης τους από το νησί της Κίρκης όλοι συγκεντρώθηκαν και «το γλέντησαν». Και ο Ελπήνορας, μεθυσμένος, ανέβηκε τρεκλίζοντας και κομπάζοντας στη στέγη και αποκοιμήθηκε στο δώμα του μαγεμένου ανακτόρου της Κίρκης, αποκομμένος από τους συντρόφους του.
Μισοκοιμισμένος και με το μυαλό θολό από το μεθύσι και τις ηδονές της προηγούμενης νύχτας, τους πήρε είδηση την ώρα που κι ο τελευταίος άφηνε τα παλάτια της μάγισσας.
Ο δόλιος είχε ξεχάσει ότι κοιμόταν σ΄ ένα ψηλό δώμα. Και ακούγοντας το ποδοβολητό της φυγής τους, και στη βιάση του να τους προλάβει, γκρεμίστηκε με το κεφάλι από την ταράτσα και ευθύς κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο.
Και το χειρότερο απ΄ όλα: οι σύντροφοί του δεν τον πήρανε είδηση, παρά μετά από μέρες.
Τόσο αδιάφορος και ασήμαντος τους ήταν που σε κανένα δεν έλειψε...
Έτσι τον αφήνουν παρατεταμένο πίσω τους στο νησί της Θεάς: «Άθαφτος, απορριγμένος πάνω στη μεγάλη γης, κουφάρι που τ’ αφήσαμε στο σπίτι της Κίρκης άκλαυτο κι ασαβάνωτο…» θα πει ο Σεφέρης στη μετάφραση του ‘‘Canto’’ του Έζρα Πάουντ.
Κατεβαίνοντας ο Οδυσσέας στον Άδη καλεί και συνδιαλέγεται με τις ψυχές των νεκρών συντρόφων του.
Εκεί, πρώτος εμφανίζεται ο Ελπήνορας και η παρουσία του στον Άδη ξαφνιάζει τον Οδυσσέα. Τον ικετεύει και τον θερμοπαρακαλεί, όταν επιστρέψει στον Κόσμο των ζωντανών, να αναζητήσει το νεκρό κορμί του, να το κλάψει, να το θάψει και να βάλει ένα σημάδι στον τάφο του: το κουπί που κρατούσε ο ίδιος.
Οπότε επιστρέφοντας ο Οδυσσέας στον επάνω κόσμο, και για να μη θυμώσει κανένας θεός και καταραστεί τον γυρισμό του στην Ιθάκη, εκπλήρωσε την υποχρέωση του: επέστρεψε στην Αία, έκαψε τη σορό του Ελπήνορα και μετά την έθαψε μαζί με την πανοπλία του, «σημαδεύοντας» τον τάφο με το κουπί του.
Για να θυμούνται οι νεότεροι την αποκοτιά του.
Τι ρόλο μπορεί παίζει άραγε ο απερίσκεπτος και «άτυχος» Ελπήνορας στην Ελλάδα του σήμερα; Τι μήνυμα έχει να μου -η ίσως να μας- δώσει;
Μετά από αρκετή έρευνα και περισυλλογή έχω καταλήξει στην εξής ερμηνεία.
Ο Ελπήνορας είναι κατά τη γνώμη μου ο αντίποδας του αρχετύπου του Οδυσσέα. Είναι το alter ego του. Είναι μιά αδύναμη πλευρά του συλλογικού μας «εγώ» ως Έλληνες. Είναι το αρχέτυπο της ελαφρότητας του είναι.
Ο «αφανισμός» του από αμέλεια είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της απερίσκεπτης συμπεριφοράς, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την παροιμιώδη ορθολογική ευφυΐα, ευελιξία και ανθεκτικότητα του Οδυσσέα.
Ο «παρακατιανός» και υποταγμένος Ελπήνορας πήγε στο πόλεμο, επέζησε τεράτων και πολλών δυσκολιών και έπαιξε το ρόλο του στην επιστροφή στη πατρίδα «τραβώντας κουπί».
Η μεταμόρφωση του σε «γουρούνι» από τα μάγια της Κίρκης μάλλον κάποιο «κουσούρι» του άφησε. Κάτι το ζωώδες και παρορμητικό, παρά την ανθρώπινη μορφή που ξαναπήρε.
Μέθυσε πέραν του επιτρεπόμενου , ανέβηκε στα επικίνδυνα «ψηλά πατώματα» και πίστεψε ότι έγινε κάποιος σημαντικός. Και δε φαντάστηκε ότι οι σύντροφοι του θα τον ξεχνούσαν...
Έτσι όπως και κάποιοι νέο-Έλληνες.
Που μετά από πολέμους, εμφύλιους σπαραγμούς, χρεοκοπίες και δικτατορίες ανέβηκαν και «αναβαθμίστηκαν» αιφνίδια από ραγδαίες υλικές ανακατατάξεις. Που δυστυχώς δε συνοδεύτηκαν από αντίστοιχες πνευματικές και ηθικές.
Και μέσα στη συγκυρία αυτή βρέθηκαν απροετοίμαστοι. Κάτοχοι μιας δύναμης ασύμμετρης με την ικανότητα τους να χειρίζονται σωστά τις επιθυμίες τους και τις ζωώδεις ορμές τους. Ειδικά όταν βρέθηκαν στα ψηλά πατώματα.
Πίστεψε λοιπόν ο νεόκοπος Ελληνάρας-Ελπήνορας ότι έγινε ισότιμος του Οδυσσέα.
Από άγνωστος μούτσος έγινε ξαφνικά «καπετάνιος».
Με «πέτσινο» δίπλωμα, ανεπαρκείς ικανότητες και άγνοια κινδύνου.
Έγινε και παράγοντας του τόπου: μεγαλοεπιχειρηματίας, βουλευτής, τηλεοπτικός σταρ η διευθυντής χλιδάτων περιοδικών και άλλων μέσων.
Σύντροφος και συνδαιτυμόνας των «αρχόντων».
Από έσχατος κάθισε στη πρώτη σειρά - και όχι μόνο στα μπουζούκια.
Και μάλιστα χωρίς να είναι «άριστος», αλλά απλά χρήσιμος.
Και σαν «χορηγός», συμβουλάτορας και φιλόξενος «οικοδεσπότης» έφτασε να υπαγορεύει ακόμη και σημαντικές πολιτικές αποφάσεις.
Χρόνια τώρα αυτή η κολώνια.
Με την κάθε λογής «εξουσία» να κάνει τα στραβά μάτια και να του χαϊδεύει τ’ αυτιά, λόγω της «συμβολής» του στο ταξίδι...
Και μέσα από την αποσιώπηση της ανεπάρκειας και της αλαφρομυαλιάς του, οι «άρχοντες» διόγκωσαν το εγώ του και του στέρησαν την ικανότητα να μάθει, να ωριμάσει και να αναπτυχθεί. Αναπαράγοντας και επιβραβεύοντας έτσι το «σύνδρομο» του Ελπήνορα.
Και όταν ξέμεινε κάποια στιγμή πίσω, όταν παραπάτησε μεθυσμένος από «επιτυχία» και έφαγε το κεφάλι του από την απερισκεψία του, κανένας «σύντροφος» δεν τον θυμήθηκε.
Κι έμεινε νεκρός και «άκλαυτος».
Τόσο ασήμαντος ήταν τελικά...
Η πορεία για την οποιαδήποτε «Ιθάκη» υπονομεύεται από τέτοιους τύπους με το σύνδρομο του Ελπήνορα.
Σίγουρα ένα τέτοιο σημαντικό εγχείρημα χρειάζεται πλήρωμα που να αντέχει στα μποφόρ και τις κακοτοπιές. Ανθρώπους με περίσκεψη και αντοχή.
Οι «ανίδεοι και χορτάτοι» που θα φάνε τα γελάδια του Ήλιου , οι επιρρεπείς στο τραγούδι των απανταχού Σειρήνων και οι «Ηδονικοί Ελπήνορες», μαζί με τα τερτίπια τους πρέπει να «θαφτούν» για πάντα.
Και είναι ευθύνη όλων μας. Ο καθένας μας οφείλει να ξανά ανακαλύψει και να ξαναβάλει καραβοκύρη της ζωής του τον «Οδυσσέα» του. Και να θάψει μόνος του τον Ελπήνορα μέσα του. Το απερίσκεπτο κομμάτι του εαυτού μας που έχει τη ψευδαίσθηση της αθανασίας και αποζητά ηδονές, μεγαλεία και επιρροή που δε μας αρμόζουν.
Ίσως δε σε αυτή την διαδικασία να πρέπει να θαφτεί και η ευπιστία μας σε φίλους που κολακεύουν και συντρόφους που ξεχνούν Και ταυτόχρονα να θαφτεί η ροπή μας για τα γλέντια και μεθύσια που δεν ταιριάζουν στους καιρούς που ζούμε.
Αυτή είναι μια δύσκολη επιλογή που καλούμαστε να κάνουμε σήμερα όλοι μας. Όλοι εμείς οι επιζήσαντες των μνημονίων και προς το παρόν - κι εύχομαι μέχρι τέλους- και της πανδημίας.
Γιατί ως εν δυνάμει «Ελπήνορες» τελούμε ακόμη υπό τη μέθη του ότι τη βγάλαμε κι αυτή τη πίστα . Και μπορεί να κάνουμε αφελείς και απερίσκεπτες κινήσεις. Που υπονομεύουν όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και το συλλογικό ταξίδι της πατρίδας μας προς την Ιθάκη μας.
Και να θυμόμαστε ότι είναι επικίνδυνο να ακροβατούμε στη στέγη των παλατιών όπου κατοικούν οι σύγχρονες «Κίρκες» που μας χειραγωγούν και μας διαφεντεύουν.
Γιατί αν πέσουμε από εκεί μπορεί μα μη βρεθεί κανείς να μας φροντίσει...
Και να μείνουμε άθαφτοι και « άκλαυτοι».
(Η Αναστασία Σιδέρη Είναι Χημικός Μηχανικός, Επικοινωνιολόγος, Επίτιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Γλασκώβης)