Η καταστροφή -μικρότερη ή μεγαλύτερη, ανάλογα με ποιον πιστεύει κανείς, αλλά πάντως καταστροφή- στις Μυκήνες μπορούσε να αποτραπεί. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει κανείς αβίαστα μιλώντας με αρχαιολόγους και συντηρητές οι οποίοι περιγράφουν τους όρους λειτουργίας σήμερα -και τα προηγούμενα χρόνια- αρχαιολογικών χώρων και μουσείων. Όρους που δεν συνάδουν με τα όσα προβλέπονται στο Εγχειρίδιο Σύνταξης και Εναρμόνισης Ειδικών Σχεδίων ανά Καταστροφή σε Επίπεδο Υπουργείου ή άλλων Φορέων που δημοσιεύτηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών το 2008 το οποίο είναι ο «πιλότος» για το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης που πρέπει να υπάρχει σε ισχύ σε όλα τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους ανά την Ελλάδα.
Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα προβλέπει το Εγχειρίδιο όλοι οι φορείς που εποπτεύονται από το υπουργείο Πολιτισμού οφείλουν να έχουν σε ισχύ ένα Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης (ΣΕΑ) για περιπτώσεις καταστροφών το οποίο αναλύεται σε τρία στάδια -πρόληψη / προετοιμασία, αντίδραση, αποκατάσταση.
Ο κάθε φορέας, στην περίπτωση των Μυκηνών η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας, οφείλει να εντοπίσει τις ενδεχόμενες απειλές (πόλεμος, έκθεση σε χημικά, σεισμός, πυρκαγιά, βανδαλισμοί κ.ά.) και να είναι έτοιμη με συγκεκριμένα μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης των κινδύνων, με συγκεκριμένες αρμοδιότητες που αναλαμβάνονται από συγκεκριμένα πρόσωπα (π.χ. υπεύθυνος συστημάτων πυρόσβεσης).
Τι συμβαίνει πραγματικά
Οι φορείς του υπουργείου Πολιτισμού, μουσεία και εφορείες αρχαιοτήτων, πάσχουν από χρόνια υποστελέχωση. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμα και οι ευσυνείδητοι διευθυντές -και δεν εμπίπτουν όλοι σε αυτοί την κατηγορία- θα έπρεπε να επιδείξουν δημιουργική φαντασία για να παρουσιάσουν ένα ΣΕΑ το οποίο να είναι στοιχειωδώς εφαρμόσιμο.
Όταν, για παράδειγμα, το προσωπικό στους αρχαιολογικούς χώρους είναι κατά πλειοψηφία συμβασιούχοι περιορισμένου χρόνου, είναι πρακτικά άσκοπο να εκπαιδευτούν στις αρμοδιότητές στους στο πλαίσιο του σχεδίου, αφού σε λίγους μήνες θα αποχωρήσουν. Σε πολλές περιπτώσεις ανακάλυψαν στη λήξη της σύμβασης τους ότι είχαν χρηστεί υπεύθυνοι πυρασφάλειας ή χειρισμού συστημάτων, χωρίς να έχουν ιδέα για αυτό. Σε κάποιες περιπτώσεις τα ονόματα παρέμειναν στα χαρτιά ενώ οι συμβασιούχοι αποχώρησαν.
Φωτιά, πυρκαγιά
Όσον αφορά στην πυρασφάλεια, τα κλειδιά για την πρόληψη / προετοιμασία είναι η ύπαρξη αντιπυρικής ζώνης περιμετρικά του αρχαιολογικού χώρου, η αποψίλωση του χώρου από ξερά χόρτα, η συντήρηση και η λειτουργία των πυροσβεστικών μέσων (κρουνοί, πυροσβεστικές φωλιές, πυροσβεστήρες), οι ασκήσεις εκκένωσης του χώρου και έγκαιρη ενημέρωση των Αρχών.
Η συντήρηση αντιπυρικών ζωνών προσκρούει τακτικά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της ζώνης πέριξ της αρχαιολογικής. Είναι σύνηθες οι ιδιοκτήτες γης γύρω από τους αρχαιολογικούς χώρους να φέρνουν προσκόμματα ή απλά να αδιαφορούν για την υποχρέωσή τους να αποψιλώνουν τα χωράφια τους για την αποτροπή κινδύνου πυρκαγιάς.
Όμως και η αποψίλωση των ίδιων των αρχαιολογικών χώρων δεν γίνεται. Τα διαθέσιμα κονδύλια δεν φτάνουν και η αυτοθυσία αρχαιολόγων, συντηρητών και αρχαιοφυλάκων, συχνά με βραχύβιες συμβάσεις εργασίας, δεν επαρκεί. Στην περίπτωση της φωτιάς στις Μυκήνες η ύπαρξη ξερής βλάστησης μέσα στον αρχαιολογικό χώρο είναι αυταπόδεικτη.
Και κανείς δεν έχει απαντήσει ακόμα στο ερώτημα αν λειτούργησαν τα μέσα πυρόσβεσης και αν όχι γιατί συνέβη αυτό. Επίσης, δεν έχουν απαντηθεί οι καταγγελίες ότι δεν λειτουργούσαν οι πυροσβεστικοί κρουνοί. Η δήλωση της υπουργού Πολιτισμού, ότι το σύστημα πυρασφάλειας στις Μυκήνες δεν χρειάστηκε να λειτουργήσει διότι η παρέμβαση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ήταν άμεση και δυναμική, είναι, το λιγότερο, αξιοπερίεργη. Κυρίως, επειδή βάσει του ΣΕΑ -εφόσον έχει καταρτιστεί- το προσωπικό του χώρου έπρεπε να έχει ενεργοποιήσει το σύστημα πυρόσβεσης από το πρώτο λεπτό που έγινε αντιληπτή η φωτιά και ανεξάρτητα από τις ενέργειες της Πυροσβεστικής.
Η καλή λειτουργία των επιτόπιων πυροσβεστικών μέσων και η ύπαρξη αντιπυρικών ζωών περιμετρικά είναι κρίσιμες καθώς είναι αδύνατον τα πυροσβεστικά οχήματα να εισέλθουν στους αρχαιολογικούς χώρους χωρίς να προκαλέσουν μεγάλης κλίμακας καταστροφές στις αρχαιότητες.
Η φωτιά καίει τις αρχαιότητες;
Η υπουργός Πολιτισμού διαβεβαίωσε τους Έλληνες πολίτες ότι «το πρόβλημα είναι αισθητικό και όχι ουσιαστικό». Όμως η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Η φωτιά προκαλεί σοβαρότατες φθορές στις πέτρινες κατασκευές -σε αυτές περιλαμβάνονται κατασκευές από μάρμαρο, γρανίτη κ.λπ.- η οποίες περιγράφονται με τον όρο απομείωση, δηλαδή καταστροφή των λεπτομερειών / χαρακτηριστικών των κατασκευών. Επίσης, ανάλογα με το θερμικό φορτίο που αναπτύσσεται, παρουσιάζεται το φαινόμενο της ασβεστοποίησης της πέτρας, η οποία δεν θεραπεύεται και η οποία οδηγεί σε αποφλοίωση και θραύση, βλάβες οι οποίες δεν είναι απλά αισθητικές αλλά δομικές και επηρεάζουν καθοριστικά τη συμπεριφορά του μνημείου.
Άρα, το ζήτημα δεν είναι αν υπέστη βλάβες ο αρχαιολογικός χώρος αλλά ο βαθμός της βλάβης. Και αυτό για να το πληροφορηθούμε μάλλον θα χρειαστεί να περιμένουμε πολύ.