Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων έναντι της COVID-19 είναι oι τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Δύο στους 3 μέχρι και 3 στους 4 αυτών που εμβολιάζονται εμφανίζουν κάποια αντίδραση μέσα στις επόμενες ώρες από τον εμβολιασμό και γύρω από το σημείο εισόδου της βελόνας, όπως πόνο, ευαισθησία στη ψηλάφηση, ερυθρότητα ή πρήξιμο.
Συχνότερα εμφανίζονται τοπικές αντιδράσεις μετά από τα mRNA εμβόλια (Pfizer, Moderna) σε σχέση με τα υπόλοιπα και στους νεότερους σε σχέση με τους πιο ηλικιωμένους. Οι αντιδράσεις αυτές είναι συνήθως ήπιες και διαρκούν λίγο.
Οι τοπικές αντιδράσεις είναι απολύτως φυσιολογικές μετά την ένεση ξένων ουσιών στο σώμα μας και απολύτως αναμενόμενες από ένα εμβόλιο που προσπαθεί να μιμηθεί ένα παθογόνο, χωρίς να μπορεί να προκαλέσει την ασθένεια. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε την ανάπτυξή τους ένα καλό σημάδι, καθώς υποδηλώνουν πως το ανοσοποιητικό μας σύστημα έχει ενεργοποιηθεί και η ανάπτυξη ανοσίας έναντι της COVID-19 βρίσκεται σε εξέλιξη! Χωρίς βεβαία αυτό να σημαίνει πως αν δεν αναπτυχθεί κάποια αντίδραση δεν έχουμε ενεργοποίηση της ανοσοαπόκρισης στο εμβόλιο.
Πιο συγκεκριμένα, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας έχουν την ικανότητα να αναγνωρίζουν «ίδια» από «ξένα» και όταν εντοπίζουν έναν ξένο εισβολέα, όπως τα συστατικά του εμβολίου, στον οργανισμό, ξεκινούν μια αλυσιδωτή αντίδραση, που τελικά οδηγεί στην παραγωγή αντισωμάτων και στη μακροχρόνια προστασία από τον συγκεκριμένο εισβολέα - επαγωγή χυμικής και κυτταρικής ανοσίας. Η όλη διαδικασία χρειάζεται περίπου 2 εβδομάδες για να ξετυλιχθεί.
Στην ανοσολογική απόκριση συμμετέχουν πλήθος κυττάρων του ανοσοποιητικού μας συστήματος που φθάνουν στο σημείο της ένεσης και παράγουν σειρά πρωτεϊνών κυτταροκίνες, χημειοκίνες, προσταγλανδίνες, οι οποίες προσελκύουν και ενεργοποιούν ακόμη περισσότερα κύτταρα του ανοσοποιητικού και επάγουν τη φλεγμονή. Διαστέλλουν τα αιμοφόρα αγγεία για να αυξήσουν τη ροή του αίματος και αυξάνουν τη διαπερατότητα των τοιχωμάτων των τριχοειδών αγγείων προκαλώντας πρήξιμο και ερυθρότητα τοπικά. Μπορούν επίσης να ερεθίσουν τα νεύρα, προκαλώντας πόνο.
Μια πιο ασυνήθιστη τοπική παρενέργεια είναι οι πρησμένοι λεμφαδένες στην μασχάλη ή στον αυχένα ομόπλευρα της θέσης ένεσης και που δυνατόν να διαρκέσει περίπου 10 ημέρες.
Συζητήστε με το γιατρό σας την δυνατότητα να πάρετε παρακεταμόλη ή αντιφλεγμονώδη φάρμακα για τυχόν πόνο και δυσφορία που μπορεί να αντιμετωπίσετε μετά τον εμβολιασμό. Δεν συνιστάται η λήψη αναλγητικών- αντιφλεγμονωδών φαρμάκων πριν τον εμβολιασμό προς αποφυγή ανάπτυξης παρενεργειών! Για να ανακουφίσετε τυχόν τοπικά συμπτώματα εφαρμόστε ένα καθαρό, δροσερό, υγρό πανί πάνω στην περιοχή της ένεσης και χρησιμοποιήστε ή ασκήστε το χέρι σας.
Η ανοσολογική απόκριση δεν σταματάει στο χέρι. Σε αρκετούς ανθρώπους, μπορεί επίσης να προκαλέσει γενικευμένες αντιδράσεις: πυρετό, κακουχία, πόνους στο σώμα, πόνους στις αρθρώσεις, εξανθήματα ή πονοκέφαλο. Και αυτές οι αντιδράσεις είναι συνήθως ήπιες και διαρκούν λιγότερο από 48 ώρες.
Στις αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών από τους εμβολιασμούς περιγράφεται πέρα από την συνήθη τοπική αντίδραση που εμφανίζεται εντός ωρών από τον εμβολιασμό και μια σπανιότερη, διαφορετικού τύπου, μεγάλη τοπική αντίδραση, καθυστερημένα. Αυτή χαρακτηρίζεται από πόνο και πρήξιμο του βραχίονα στο σημείο της ένεσης και εμφανίζεται 7 - 8 ημέρες μετά την ένεση. Αφορά σε καθυστερημένου τύπου αντίδραση δερματικής υπερευαισθησίας.
Η πλειονότητα των αναφορών αυτής της ανεπιθύμητης ενέργειας έχει παρατηρηθεί σε ασθενείς που εμβολιάστηκαν με το εμβόλιο της Moderna, ενώ η αντίδραση αυτή έχει επίσης παρατηρηθεί σπανιότερα σε άτομα που έχουν λάβει το εμβόλιο της Pfizer.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, γιατροί και κοινό, αυτήν την αντίδραση και να μην την συγχέουμε με την κυτταρίτιδα, που είναι μικροβιακής αιτιολογίας και απαιτεί αντιμετώπιση με αντιβιοτικά. Η αντίδραση αυτή υποχωρεί μόνη της μέσα σε λίγες ημέρες και τα συμπτώματα της δυνατόν να ανακουφιστούν με παγωμένα επιθέματα, από του στόματος αντιισταμινικά και κορτικοειδή τοπικά.
* Ο Ευάγγελος Φραγκούλης είναι απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών. Εξειδικεύτηκε στη Γενική/ Οικογενειακή Ιατρική στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών. Κάτοχος M.Sc. στη Διοίκηση Μονάδων Υγείας από το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, καθώς και μεταπτυχιακού διπλώματος στην Επείγουσα Προνοσοκομειακή Ιατρική από το Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος Β’ της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής Ιατρικής (2018-2019) και Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Γενικής Ιατρικής (2011-2018), ενώ συνεργάστηκε με την τοπική ομάδα του WHO (ΠΟΫ) Europe στο Health Reform Support Programme στον τομέα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Είναι εθνικός εκπρόσωπος στο European Primary Care Cardiovascular Society (EPCCS), αναπληρωτής Αρχίατρος του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. και διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο οικογενειακής ιατρικής στη Νέα Σμύρνη από το 2010.