«Ενωμένη η επιστημονική κοινότητα παλεύει νυχθημερόν για εξελίξεις, όσον αφορά την διαγνωστική, την θεραπευτική και την πρόληψη της νόσου», διεμήνυσε χθες, Τρίτη, ο Σωτήρης Τσιόδρας κατά την έκτακτη ενημέρωση για τον κορονοϊό, παρουσιάζοντας «δεδομένα που προέκυψαν τους τελευταίους δυο μήνες για την χρήση κάποιων φαρμάκων που ξεχωρίζουν» καθώς και για άλλα, για τα οποία, «δεν έχει λυθεί ακόμα ο γρίφος», όπως είπε.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα φάρμακα ο καθηγητής λοιμωξιολογίας ανέφερε πως «δυστυχώς κάποια δεν κατάφεραν να πιάσουν τα αποτελέσματα που περιμέναμε όπως το φάρμακο tocilizumab σε μελέτη φάσης ΙΙΙ ασθενών με σοβαρή πνευμονία».
Αντίστοιχα, «για την χλωροκίνη ο γρίφος συνεχίζεται. Υπάρχουν κυρίως αρνητικά αποτελέσματα στις περισσότερες μελέτες και κάποια θετικά αποτελέσματα από μεγάλη μελέτη στην Ισπανία».
«Η δεξαμεθαζόνη», από την άλλη, «ένα είδος κορτιζόνης, ένα φτηνό και γνωστό φάρμακο, φαίνεται να μειώνει τους θανάτους σε μια μεγάλη κλινική μελέτη η οποία αφορούσε σοβαρά περιστατικά και περιλαμβάνεται και στον δικό μας αλγόριθμο».
Σημείωσε δε πως «η Ευρωπαϊκή Ενωση εξασφάλισε την προμήθεια των μελών της ΕΕ και του ΗΒ με τριάντα χιλιάδες θεραπευτικά σχήματα από το μόνο έως σήμερα εγκεκριμένο φάρμακο για την θεραπεία της νόσου την ρεμντεσιβίρη προ 5 ημερών σύμφωνα με τις δηλώσεις της Επιτρόπου για την Υγεία κας Στέλλας Κυριακίδη» και ότι «η ποσότητα αυτή αναμένεται να καλύψει τις ανάγκες τους και την κατανομή που θα προτείνεται μετά την συμβουλή από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου των Νόσων (ECDC)».
Η συμβολή μελετών στην Ελλάδα
Εξάλλου, ο κ. Τσιόδρας εμφανίστηκε αισιόδοξος για τα «μονοκλωνικά αντισώματα», τα οποία «μπορεί να είναι το νέο μεγάλο όπλο στην θεραπεία της νόσου». Μάλιστα την τρέχουσα εβδομάδα έχουν μεγάλες κλινικές μελέτες, όπως ενημέρωσε ο ίδιος. «Οι μελέτες αυτές τρέχουν παράλληλα με μελέτες που αφορούν τα φυσικά μας αντισώματα, τον ορό, δηλαδή, από ανθρώπους που ξεπέρασαν την νόσο και χορηγούνται ήδη και στην πατρίδα μας, σε μια μελέτη του πανεπιστημίου Αθηνών», εξήγησε.
Παράλληλα, ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε εγχώριες μελέτες έδωσε και η μελέτη της κολχικίνης, ενός καρδιοπροστατευτικού φαρμάκου, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Υπ. Υγείας για τον κορονοϊό, ενώ «φαίνεται ότι παρόμοια αποτελέσματα έχουν και άλλοι ερευνητές του εξωτερικού».
Ακόμη, «ένα νέο φάρμακο για πρώτη φορά, η αβιπταντίλη (aviptadil), για την οποία ήδη μιλήσαμε με τον πρόεδρο του ΕΟΦ, τον κύριο Φιλίππου, ήδη δείχνει ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε σοβαρά περιστατικά, μπλοκάροντας τον πολλαπλασιασμό του ιού στα κύτταρα του πνεύμονα αλλά και έχοντας ευεργετικά αποτελέσματα στα μονοκύτταρα».
Υπάρχει ελπίδα για ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο
Μιλώντας εν συνεχεία για το εμβόλιο, ο κ. Τσιόδρας είπε πως «δεν υπάρχει μαγική λύση στη δεδομένη χρονική συγκυρία για την εξαφάνιση του ιού», όμως «υπάρχει η ελπίδα για ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες δημοσιεύσεις αρχικών μελετών από διεθνείς ομάδες επιστημόνων τις οποίες είδαμε τις τελευταίες εβδομάδες».
«Κάποια από αυτά τα εμβόλια είναι στα τελευταία στάδια κλινικών δοκιμών που διεξάγονται για να δείξουν την αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη της νόσου. Αυτό δεν σημαίνει πως σίγουρα θα έχουμε εμβόλιο αλλά για πρώτη φορά στα παγκόσμια επιστημονικά χρονικά φτάσαμε σε αυτές τις τελευταίου σταδίου μελέτες πάρα πολύ γρήγορα γιατί αυτές οι μελέτες πρέπει να τηρούν συγκεκριμένα πρότυπα και κανόνες ασφάλειας και αποτελεσματικότητας πριν αδειοδοτηθεί και κυκλοφορήσει το εμβόλιο. Το εμβόλιο πρέπει να είναι ασφαλές και αποτελεσματικό», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «οι μεγάλες μελέτες στην Νότια Αφρική, τη Βραζιλία, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Άπω Ανατολή ελπίζουμε πως θα μας δώσουν γρήγορα τέτοια θετικά αποτελέσματα».
Προειδοποίηση προς τους νέους
Στη συνέχεια της τοποθέτησής του, ο κ. Τσιόδρας επεσήμανε πως «οι επιδημίες αυτές αφορούν και νέους ανθρώπους οι οποίοι παρά το νεαρό της ηλικίας τους μπορούν να νοσηλευτούν και να νοσήσουν σοβαρά».
«Είχα πριν από λίγο επικοινωνία με ένα γιατρό που δουλεύει σε μεγάλο νοσοκομείο της πατρίδας μας και νοσήλευε σήμερα το πρωί τρεις ανθρώπους νεαρής ηλικίας, 20, 30 και 50 ετών. Μάλιστα ο ένας από αυτούς ήταν στα πρόθυρα της διασωλήνωσης», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε ο καθηγητής «πρέπει να κατανοήσουν και οι νέοι άνθρωποι, παρά το γεγονός ότι σπανίως προσβάλλονται σοβαρά, ότι ακόμα δεν γνωρίζουμε ούτε κατανοούμε πλήρως το φάσμα των μακροχρόνιων εκδηλώσεων του ιού».
Θέλοντας να εξηγήσει τη θέση αυτή ο κ. Τσιόδρας σημείωσε πως «σε μια πρόσφατη γερμανική μελέτη των τελευταίων ημερών που μελέτησε με μαγνητική καρδιάς, μαγνητική τομογραφία καρδιάς 100 άτομα μέσης ηλικίας 49 ετών που έγιναν καλά από τον ιό και μάλιστα οι 2 από τους 3 έγιναν καλά από τον ιό στο σπίτι τους, συνέκρινε την εικόνα τους δύο μήνες μετά την ανάρρωση με 100 υγιή άτομα που δεν είχαν μολυνθεί».
Τι έδειξε, λοιπόν, η μελέτη σε αυτούς τους 100 ανθρώπους; «Έδειξε πως 78 από αυτούς είχαν κάποια δομική αλλοίωση στην καρδιά τους η οποία φάνηκε με την μαγνητική. 76 είχαν αύξηση ειδικών καρδιακών ενζύμων στο αίμα τα οποία συνήθως τα βρίσκουμε στο έμφραγμα. Και οι 60 από αυτούς είχαν σημεία φλεγμονής. Ήταν κυρίως νέοι, το ξανά τονίζω, υγιείς και αρκετοί από αυτούς μόλις είχαν γυρίσει από διακοπές σκι», σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Υπ. Υγείας για τον κορονοϊό. Επιπρόσθετα, «κανένας από αυτούς δεν γνώριζε για προβλήματα στην καρδιά τους», όπως είπε.
«Ισχύει το ίδιο για όλους όσους περνάνε τον ιό; Θα επιμείνουν αυτά τα ευρήματα για αρκετό καιρό σε αυτούς τους ανθρώπους ή σταδιακά θα βελτιωθούν;», αναρωτήθηκε ο καθηγητής για να προσθέσει: «Δεν το γνωρίζουμε. Το ψάχνουμε παραπάνω, αυτό είναι η επιστήμη. Σίγουρα όμως δεν θέλουμε να κολλήσουμε τον ιό ελαφρά τη καρδία γιατί είμαστε νέοι χωρίς να τηρούμε τα μέτρα».
Περαιτέρω, ο διακεκριμένος επιστήμονας ανέφερε πως «ο ιός δεν πολλαπλασιάζεται μόνο στους πνεύμονες, πολλαπλασιάζεται και σε άλλα όργανα, είναι ένας ιός που κάνει πολυσυστηματική προσβολή», ενώ σε συνέχεια των παραπάνω τόνισε πως «όσοι άνθρωποι ξεπερνούν τον κορονοϊό καλό είναι να έχουν μια τακτική παρακολούθηση σε συνεννόηση με τον γιατρό τους» μιας και που «ακόμα δεν είναι γνωστό το μακροπρόθεσμο τίμημα αυτής της ίωσης στην υγεία μας».
«Η έρευνα δημιουργεί καμιά φορά ακόμα περισσότερα και βασανιστικά ερωτήματα, πρέπει να το καταλάβουμε αυτό. Τα ερωτήματα αυτά δεν έχουν άμεσες απαντήσεις και απαιτούν περαιτέρω έρευνα. Μόνο όμως έτσι θα πάμε μπροστά», δήλωσε ο κ. Τσιόδρας, κλείνοντας το σκέλος των επιστημονικών εξελίξεων κατά την τοποθέτησή του.