Η ελληνική ΕΜΑΚ έλαβε ευγνωμοσύνη από τον τουρκικό λαό που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να εκφράσει τις ευχαριστίες του για όσα έπραττε εκεί, κατά την παραμονή της στην πόλη της Αντιόχειας.
«Όπου πηγαίναμε σε όλα τα σημεία όταν συστηνόμασταν σαν Yunan η αγκαλιά ήταν ανοιχτή», ανέφερε ο κ. Δούκας προσθέτοντας ότι ο ρόλος τους είναι να σώζουν ανθρώπινες ζωές. «Μας δέχτηκαν σαν οικογένεια», σημείωσε.
Ο κ. Γιαννόπουλος τόνισε ότι κατά την παραμονή της αποστολής ήρθαν αντιμέτωποι με ανθρώπους πολύ φιλικούς που ήταν απελπισμένοι από αυτό που τους είχε συμβεί. «Ήταν πολύ φιλικοί μαζί μας παρότι ήταν άνθρωποι απελπισμένοι, σοκαρισμένοι, που είχαν χάσει δικούς τους ανθρώπους. Παρόλα αυτά επέδειξαν μέσα σε ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον, εμπιστοσύνη προς την ελληνική αποστολή διότι είδαν ότι από την πρώτη στιγμή χωρίς να κάνουμε διακρίσεις σε κανέναν τομέα και εκπτώσεις προσπαθούσαμε να επιτελέσουμε το έργο μας που ήταν η διάσωση όσων περισσότερων ανθρώπων μπορούσαμε», υπογράμμισε ο κ. Γιαννόπουλος.
Μάλιστα, ο κ. Γιαννόπουλος ανέφερε ότι αυτή η φιλική προσέγγιση αποτυπωνόταν σε πολύ απλά πράγματα, όπως στην πρωτοβουλία αρκετών Τούρκων πολιτών να τους προσφέρουν όποτε τους έβλεπαν ένα ποτήρι ζεστό τσάι ή ένα κομμάτι ψωμί. «Σε κάποια διαλείμματα των επιχειρήσεων, όταν κάποια στελέχη των διασωστικών ομάδων έβγαιναν από τα ερείπια για να πάρουν μια ανάσα, να πιούν λίγο νερό, υπήρχαν πολίτες που είχαν στήσει πρόχειρες καντίνες, έρχονταν από μόνοι τους να μας προσφέρουν ένα ποτήρι ζεστό τσάι ή να μας δώσουν ένα κομμάτι ψωμί. Αυτό νομίζω ότι αποτυπώνει με γλαφυρό και ακριβή τρόπο την υποστήριξη τους προς την ελληνική αποστολή. Ακόμα και κάποια στιγμή που βρεθήκαμε σε μια ουρά σε έναν αυτοσχέδιο πάγκο όλοι οι Τούρκοι που ήταν εκεί έκαναν στην άκρη προκειμένου να πάρουμε προτεραιότητα», επισήμανε ο κ. Γιαννόπουλος.
Την 11η Φεβρουαρίου η ελληνική διασωστική αποστολή επιχειρούσε σχεδόν 18 ώρες στα χαλάσματα αναζητώντας κάποιους αγνοούμενους. Δίχως να έχουν επιβεβαιώσει ύπαρξη ζωής, κάποιοι ντόπιοι συγγενείς μιας αγνοούμενης τους παρακάλεσαν θερμά να συνεχίσουν. Ήταν κάτι που τους συγκίνησε ιδιαίτερα, όπως είπε ο κ. Νίκας. «Σας αγαπάμε και σας εμπιστευόμαστε, και σας θεωρούμε δικούς μας», ήταν τα λόγια των συγγενών προς τους Έλληνες διασώστες, παρακαλώντας τους στη συνέχεια να μην φύγουν, να καθίσουν και να συνεχίσουν. Από την πλευρά του ο κ. Κρικέλης μετέφερε μια ακόμη εικόνα με έναν Τούρκο που είχε ετοιμάσει 3 ταψιά γλυκά προσφέροντας στους Έλληνες διασώστες τα 2 από τα 3, παρότι στον χώρο βρίσκονταν εκατοντάδες συμπολίτες του.
«Προτεραιότητά μας ήταν να διασώσουμε όσους περισσότερους μπορούσαμε»
Τα μέλη της αποστολής επανέλαβαν πολλές φορές ότι πρωταρχικός τους στόχος ήταν να διασώσουν όσους περισσότερους μπορούσαν. «Δεν επιλέξαμε ποτέ ποιον θα διασώσουμε ή θα δώσουμε προτεραιότητα σε κάποιον άλλον, λειτουργήσαμε με γνώμονα την διάσωση της ανθρώπινης ζωής», σημείωσε ο κ. Γιαννόπουλος, προσθέτοντας ότι υπήρχαν περιπτώσεις που πληρούσαν τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας.
«Οι ομάδες αυτές επιχειρούν βάσει συγκεκριμένων πρωτοκόλλων επιχειρησιακών διαδικασιών, λαμβάνοντας υπόψιν το ρίσκο και τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει η επιλογή μας ή όχι, να επιχειρήσουμε σε ένα συγκεκριμένο πεδίο. Δεν είναι θέμα εξαναγκασμού, δεν είναι θέμα ηρωισμού, υπήρξαν, όμως, περιπτώσεις που κληθήκαμε και αποφασίσαμε μετά από συζήτηση που έγινε μεταξύ των μελών των διασωστικών ομάδων να επιχειρήσουμε τελικά σε κατασκευές, οι οποίες δεν πληρούσαν τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας. Σε κάποιες περιπτώσεις λοιπόν και αυτό κάνει την διαφορά του επαγγελματία από τον απλό πολίτη, λαμβάνοντας κάποια δεδομένα, επιχειρήσαμε και σε σημεία που κάποιος άλλος θα μπορούσε να πάρει την απόφαση να μην επιχειρήσει. Έγινε αυτό, δεν εξαναγκαστήκαμε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γιαννόπουλος.
Από την πλευρά του ο κ. Νίκας επισήμανε ότι η πλειοψηφία των διασώσεων ήταν πολύ δύσκολες ωστόσο έπραξαν όσα είναι εκπαιδευμένοι να κάνουν. «Υπήρχαν περιπτώσεις που χρειάστηκε να κάνουμε και να εφαρμόσουμε όλα αυτά τα οποία έχουμε εκπαιδευτεί σε μία μόνο διάσωση», σημείωσε.
Όπως τόνισαν οι εκπρόσωποι της ελληνικής αποστολής κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων το συναίσθημα μπαίνει στην άκρη. «Η ένταση και η αδρεναλίνη είναι τόση που δεν σε αφήνει να καταρρεύσεις. Η ένταση είναι τόσο μεγάλη που δεν σε φέρνει σε μία κατάσταση τέτοια που η πρώτη σου διαφυγή είναι να καταρρεύσεις. Η πρώτη σου διαφυγή είναι να αντλείς μία δύναμη που ούτε εσύ ξέρεις από που προέρχεται, μια θέληση που κι αυτή δεν γνωρίζουμε από που πηγάζει. Αργότερα αυτή την ένταση θα την αποβάλεις από μέσα του με όποιο τρόπο, αλλά την ώρα του πεδίου είσαι δυνατός και δεν σου επιτρέπεται να μην είσαι δυνατός», επισήμανε ο κ. Κρικέλης ενώ ο κ. Δούκας προσέθεσε ότι εκείνη την ώρα λειτουργούν στεγνά και αμιγώς επαγγελματικά κάνοντας αυτό που ξέρουν να κάνουν. Ο κ. Δούκας στη συνέχεια τόνισε ότι μετά από την αποστολή υπάρχει ψυχολογική υποστήριξη ώστε να αποφορτιστούν, ωστόσο κάποια πράγματα θα τα κουβαλάνε μαζί τους. «Δεν φεύγουν αυτά τα πράγματα μην γελιόμαστε. Είναι κάποια πράγματα που κουβαλάς μαζί σου», σημείωσε.
«Η καταστροφή στην Τουρκία είναι η αφορμή να μελετήσουμε και να αναθεωρήσουμε τα επιχειρησιακά σχέδια»
Ένα πρώτης τάξεως παράδειγμα να μελετηθούν και να αναθεωρηθούν τα επιχειρησιακά σχέδια αποτελεί, σύμφωνα με τον κ. Γιαννόπουλο, η αποστολή στην Τουρκία. «Αποτελεί ένα πρώτης τάξεως παράδειγμα να μελετήσουμε, να αναθεωρήσουμε επιχειρησιακά σχέδια, να εκπαιδεύσουμε το προσωπικό μας έτσι ώστε να επαυξήσουμε την ανθεκτικότητα της κοινωνίας μας. Τέτοιου είδους καταστροφές αποτελούν ευκαιρία για να γινόμαστε πιο έτοιμοι και αποτελεσματικοί», τόνισε, με τον κ. Νίκα να συμπληρώνει ότι οι ελληνικές διασωστικές ομάδες αποτελούν τις καλύτερες διασωστικές ομάδες στον κόσμο. Από την πλευρά του ο κ. Αραβάνης υπογράμμισε ότι η εμπειρία αυτή θα αποτελέσει πηγή ενδυνάμωσης για καλύτερες επιχειρήσεις στο μέλλον. «Δεν αισθανθήκαμε ότι μας έλειπε κάτι», είπε, ωστόσο προσέθεσε ότι με αφορμή την αποστολή δίνεται μια ευκαιρία για αλλαγή των πρωτοκόλλων και των μεθοδικών εργαλείων.
«Ήταν μία μεγάλη εμπειρία, μία μεγάλη διδαχή. Όσον αφορά τι περιμένουμε θεωρώ ότι υπάρχει οξυδέρκεια και αντίληψη», είπε ο κ. Δούκας. Παράλληλα, σε ερώτηση αν η αποστολή αποχώρησε για λόγους ασφαλείας ο κ. Γιαννόπουλος επισήμανε ότι ο κύκλος της αποστολής της ομάδας έρευνας και διάσωσης ολοκληρώνεται μέσα στις 7 μέρες, κατά τις οποίες έχει μια αυτονομία. «Εκπληρώθηκε η αποστολή μας και περνάμε πλέον στο στάδιο του recovery. Εκπληρώσαμε τους στόχους μας και επιστρέψαμε. Ολοκλήρωσε την περίοδο που ήταν ικανή να επιχειρήσει και επέστρεψε».
Πυρήνας συντονισμού η ελληνική αποστολή
Τα μέλη της ελληνικής ομάδας έρευνας και διάσωσης πρωτοαντίκρισαν μία σύγχρονη, ισοπεδωμένη πόλη, με ανθρώπους που αγωνιούσαν για τους συγγενείς τους, αναζητούσαν μία βοήθεια και υποστήριξη και εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους για την αλληλεγγύη και όσα έπραττε η ελληνική αποστολή. Φτάνοντας με το C-130 στην περιοχή του Ιντσιρλίκ στα ‘Αδανα, μεταφέρθηκαν στη συνέχεια με οχήματα των τουρκικών αρχών στο Χατάι (Αντιόχεια), αποτελώντας την πρώτη αποστολή και τον πρώτο πυρήνα συντονισμού από τις διεθνείς δυνάμεις, που μετέβη στο σημείο όπου επιτελέστηκαν οι περισσότερες καταστροφές. «Ήμασταν o πρώτος θύλακας συντονισμού μαζί με την αντίστοιχη ομάδα της Ελβετίας, όπου επιλέξαμε την εγκατάσταση όπου θα δημιουργείτο η βάση των επιχειρήσεων και ήμασταν η πρώτη πηγή πληροφοριών στο διεθνές κέντρο συντονισμού που συστήνεται σε τέτοιες περιπτώσεις και κατευθύνει την διεθνή βοήθεια», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γιαννόπουλος. Όπως πρόσθεσε, αρχικά ανέπτυξαν ένα γραφείο συλλογής πληροφοριών και στη συνέχεια ήρθαν σε επαφή με τους τοπικούς πληθυσμούς και τους κάλεσαν να τους δώσουν πληροφορίες για ανθρώπους που κινδύνευαν ή ήταν εγκλωβισμένοι στα ερείπια.
«Δεν σταματήσαμε μέχρι την τελευταία στιγμή να επιχειρούμε. Λειτουργούσαμε πάντα με γνώμονα την διάσωση της ανθρώπινης ζωής», τόνισε ο κ. Γιαννόπουλος.
«Συζητήσαμε αρκετά τις προτεραιότητες που έπρεπε να θέσουμε προκειμένου άμεσα να ενεργοποιηθούμε και να επιχειρήσουμε στο πεδίο. Εγκαταστήσαμε ένα τοπικό δίκτυο ώστε να συλλέξουμε πληροφορίες και τα κύρια σημεία ενδιαφέροντος, δηλαδή να απεικονίσουμε σε χάρτες, περιοχές όπου οι πληροφορίες αναφέρονταν σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων που είχαν παγιδευτεί στα ερείπια. Ουσιαστικά οι ντόπιοι πληθυσμοί είναι αυτοί οι οποίοι μας έδωσαν πληροφορίες και μας βοήθησαν ώστε να μην χάσουμε πολύτιμο χρόνο προσπαθώντας να ανιχνεύσουμε από μόνοι μας περιοχές ενδιαφέροντος, περιοχές όπου δυνητικά υπήρχαν εγκλωβισμένοι άνθρωποι. Κι αυτό, πράξαμε συνειδητοποιημένοι για το είδος της αποστολής μας, για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να επιχειρήσουμε. Νιώθω περήφανος πάρα πολύ για την ομάδα μου, όσο και για τα αποτελέσματα που παραγάγαμε στο πεδίο», σημείωσε ο κ. Γιαννόπουλος.
Τα στελέχη της ΕΜΑΚ, βλέποντας την καταστροφή που είχε προκληθεί από τον φονικό σεισμό, ήθελαν να σπεύσουν και να «ριχτούν αμέσως στο πεδίο» για να ξεκινήσουν τις επιχειρήσεις απεγκλωβισμού, όπως τόνισε ο κ. Κρικέλης. «Ήταν τέτοιο το αίσθημα με βάση αυτά που αντικρίσαμε και με την ψυχολογία μας, που ήθελαν να ξεχυθούν ακόμα και από το αεροπλάνο να πέσουν», υπογράμμισε.
Την υγειονομική συνδρομή στο έργο της ΕΜΑΚ είχε αναλάβει το ειδικό τμήμα Ιατρικής Καταστροφών του ΕΤΙΚ-ΕΚΑΒ. Συνολικά, το προσωπικό του ΕΤΙΚ ΕΚΑΒ συνέδραμε για οκτώ τραυματίες καθώς και στις πέντε διασώσεις της ΕΜΑΚ από τα χαλάσματα.
«Βασικός μας ρόλος είναι η υγειονομική κάλυψη των θυμάτων διασωθέντων. Αυτό σημαίνει ότι οι διασωθέντες, τα θύματα μετά τον απεγκλωβισμό, πρέπει να υποστηριχθούν υγειονομικά, να σταθεροποιηθούν, να καλύψουμε και να υποστηρίξουμε τις βασικές λειτουργίες της ζωής τους, για να παραδοθούν με ασφάλεια στην υπηρεσία ασθενοφόρων, ώστε να καταλήξουν σε έναν ασφαλή υγειονομικό σχηματισμό. Στην αποστολή αυτή συμμετείχαν 8 άτομα, 3 γιατροί και 5 διασώστες του ΕΤΙΚ ΕΚΑΒ. Το ΕΤΙΚ ΕΚΑΒ φέρει μαζί του σε κάθε αποστολή τον απαραίτητο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Δούκας. Όπως είπε, το Ειδικό Τμήμα Ιατρικής Καταστροφών ενεργοποιείται σε μαζικές καταστροφές με μαζικές απώλειες όπως αυτή της Τουρκίας και στελεχώνεται από εξειδικευμένους γιατρούς και διασώστες που έχουν λάβει ειδική εκπαίδευση όσον αφορά μαζικές καταστροφές. «Η μόνη επιλογή είναι η διατήρηση της ανθρώπινης ζωής», επισήμανε ο κ. Δούκας. Όπως εξήγησε, από την πρώτη στιγμή που στήθηκε το κέντρο επιχειρήσεων, άνθρωποι έσπευδαν να ζητήσουν ιατρική βοήθεια, με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να φτάσουν οι πρώτοι τραυματισμένοι, πριν ακόμα ξεκινήσουν οι γιατροί να κατέβουν στο πεδίο όπου επιχειρούσε η ΕΜΑΚ, για να ξεκινήσει η διαδικασία της έρευνας και διάσωσης.
Σύμφωνα με τον κ. Αραβάνη, τις δύο πρώτες μέρες ένιωθαν μια μοναξιά, καθώς δεν είχε προλάβει ακόμα να αντιδράσει ο κρατικός μηχανισμός και να πάει στο Χατάι και να συντονίσει την βοήθεια που ερχόταν από το εξωτερικό.
Για ένα εξαιρετικά επικίνδυνο περιβάλλον εργασίας έκανε λόγο ο πυραγός, Κωνσταντίνος Νίκας, προσθέτοντας ότι διαρκώς γινόταν εκτίμηση της επικινδυνότητας και της ασφάλειας της κατάστασης στα σημεία όπου δούλευαν, έτσι ώστε «να μπορέσουν να φέρουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, δηλαδή τον απεγκλωβισμό».
«Λειτουργούσαμε με πληροφορίες που είχαμε μαζέψει από τους ντόπιους και ταυτόχρονα υπό την καθοδήγηση και σε διαρκή συντονισμό με τις διεθνείς ομάδες. Κινηθήκαμε με συγκεκριμένες πληροφορίες και ρίξαμε τις δυνάμεις μας σε επιβεβαιωμένους ζωντανούς. Έτσι κύλησαν οι πρώτες ημέρες της διάσωσης, και στη συνέχεια, όταν ενεργοποιήθηκε το διεθνές συντονιστικό κέντρο, οι πληροφορίες έρχονταν μέσω αυτού», υπογράμμισε. Όπως τόνισε, η χαρά τους ήταν απερίγραπτη όποτε κατάφερναν να απεγκλωβίσουν κάποιον επιζώντα.