Στις 7 Οκτωβρίου θα συνεχιστεί η δίκη της Χρυσής Αυγής, που διακόπηκε πριν από λίγο.
Στο βήμα του μάρτυρα είχε κληθεί η Μάγδα Φύσσα, αλλά το δικαστήριο, ελλείψει μικροφώνων, δεν προχώρησε στην εξέταση της.
Το ζήτησαν και οι συνήγοροι υποστήριξης της κατηγορίας, που δήλωσαν ότι, πήραν διαβεβαίωση από το Διευθύνοντα το Εφετείο ότι, θα επιλυθεί το θέμα των μικροφώνων στην επόμενη συνεδρίασης.
Λίγο πριν είχε αναπτύξει τις απόψεις του ο κατηγορούμενος Ευρωβουλευτής Γιάννης Λαγός, ο οποίος χαρακτήρισε τη δίκη πολιτική και δήλωσε «αμετανόητος εθνικιστής».
Την ώρα που αποχωρούσαν οι κατηγορούμενοι Κασιδιάρης και Λαγός, η πλευρά των θυμάτων φώναξε συνθήματα, μέσα στο δικαστήριο, όπως: «O Παύλος ζει, τσακίστε τους Ναζί» και «Φασίστες κουφάλες, έρχονται κρεμάλες».
Το δικαστήριο όρισε τις δικασίμους για τον Οκτώβριο, που θα είναι στις: 7, 10, 12, 17, 19, 2 και 24 του μήνα.
Ένταση και 6 διακοπές
Νωρίτερα υπήρξε ένταση ανάμεσα στο κοινό που βρισκόταν στη δικαστική αίθουσα και το οποίο είχε χωριστεί σε υποστηρικτές του Ηλία Κασιδιάρη και των υπόλοιπων κατηγορουμένων Χρυσαυγιτών και σε συμπαραστάτες της Μάγδα Φύσσα και των θυμάτων της Χρυσής Αυγής,.
Η δίκη διακόπηκε έξι φορές, για να αποφασίσει το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, για το αιτήματα κατηγορουμένων, με κυριότερο των συνηγόρων του Νίκου Μιχαλολιάκου, που έθεσαν θέμα νομιμότητας της κλήτευσης του.
Ο εκ των συνηγόρων του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, Δημήτρης Παπαδέλης, υποστήριξε στο δικαστήριο ότι, είναι πλαστή η υπογραφή στο αποδεικτικό της κλήτευσης, που εστάλη στο νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν ο Νίκος Μιχαλολιάκος μετά τη διασωλήνωση του, λόγω κορονοϊού.
Ο συνήγορος υποστήριξε ότι, ήταν αδύνατον ένας άνθρωπος, μετά τη διασωλήνωση του στη ΜΕΘ, να μπορέσει να κρατήσει μολύβι και να βάλει υπογραφή.
Η Εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος, λέγοντας ότι, ο κατηγορούμενος πρέπει να κατονομάζει τον πλαστογράφο και τα αποδεικτικά μέσα.
Το δικαστήριο ταυτίστηκε με την πρόταση της Εισαγγελέα και απέρριψε το αίτημα, ενω προηγουμένως ο συνήγορος αντιπρότεινε να κληθούν οι γιατροί του νοσοκομείου και να το βεβαιώσουν.
Στη συνέχεια, η συνήγορος υπεράσπισης του Ηλία Κασιαδιάρη, Βάσω Πανταζή, υπέβαλε ένσταση απαραδέκτου της εφέσεως, που είχε ασκήσει αυτεπαγγέλτως ο Εισαγγελέας Εφετών κ. Κωσταρέλος, ως προς το μέγεθος των ποινών, που είχαν επιβληθεί στους κατηγορούμενους πρωτόδικα.
H συνήγορος ζήτησε να απορριφθεί η έφεση, κάνοντας λόγο, για παντελή έλλειψη επιχειρημάτων και ανεπαρκή αιτιολογία.
Για την ένσταση του πήρε το λόγο και μίλησε και ο ίδιος ο Ηλίας Κασιδιάρης, που μεταξύ άλλων είπε:
«Όπως ορίζει ο νόμος πρέπει να υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Υπάρχει μόνο μια αναφορά στο πρόσωπο μου από τον εισαγγελέα, για μία δήλωση, που είχα κάνει ως εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος τότε. Η δήλωση αητή δεν ήταν δική μου. Είχε πάρει επιλεκτικά φράσεις από δηλώσεις μου ο εισαγγελέας. Εκείνη την ημέρα είχα κάνει πολλές δηλώσεις. Ολες ήταν καταδικαστικές για το συγκεκριμένο έγκλημα. Ποτέ δεν έκανα τη δήλωση, που αναφέρει ο εισαγγελέας. Το κατηγορητήριο βρίθει ψευδών και ανακριβειών. Η έφεση του Εισαγγελέα βασίζεται σε ψεύδος».
Την ίδια ένσταση υποστήριξαν και οι συνήγοροι των υπόλοιπων κατηγορουμένων και το δικαστήριο διέκοψε εκ νέου, για να αποφανθεί.
Αργότερα ο Ηλίας Κασιδιάρης έκανε δήλωση άρνησης της κατηγορίας.
Μεταξύ άλλων στάθηκε ιδιαίτερα στην απαγόρευση επικοινωνιών, που του έχει επιβληθεί και τόνισε:
«Eίμαι ο μοναδικός έλληνας πολίτης στην Ευρώπη, που του έχει επιβληθεί απαγόρευση επικοινωνίας συνομιλιών με το φιλικό του και επαγγελματικό του περιβάλλον, με τους συναδέλφους μου και τους συνεργάτες μου. Είμαι ελεύθερος να συνομιλώ μόνο με τους συνηγόρους μου. Αλλά και γι’ αυτό ακόμη τιμωρήθηκα πειθαρχικά, επειδή μίλαγα πολιτικά με τη συνήγορο μου και όχι ποινικά. Η εισαγγελέας τη φυλακής έκρινε ότι, έπρεπε να έχω αναφέρει ότι, θα μιλήσω για πολιτικά θέματα, με τη συνήγορο μου. Πιστεύω στη δίκαιη δίκη και θα διεκδικήσω τα δικαιώματα μου».