Ελλάδα

Θανάσης Λεβέντης: 50 χρόνια στην μάχη με τις φωτιές στην Αττική – SOS για τα έλατα της Αττικής

«Με πόνο ψυχής βλέπω να αφανίζονται τα έλατα του Πατέρα και της Πάρνηθας, ας διασώσουμε εκείνα του του Κιθαιρώνα». 

Μέσα στις φλόγες και τους καπνούς της τελευταίας πυρκαγιάς στην Δυτική Αττική που κατέστρεψε το πευκοδάσος των Δερβενοχωρίων , της Μάνδρας και της Αγίας Σωτήρας, «σάλπαρε» το βιβλίο του γιατρού Θανάση Λεβέντη πρώην βουλευτού και ιστορικού στελέχους της Αριστεράς που από την δεκαετία του 50 μέσα απο τον Μορφωτικό Σύλλογο Ελευσινας ασχολούνταν με την οικολογία και την προστασία του περιβάλλοντος.

Το βιβλίο του Θανάση Λεβέντη τιτλοφορεί : «Οδοιπόρος σε δύσβατους δρόμους» και περιέχει ειδικό κεφάλαιο για το χρονικό των πυρκαγιών στην Αττική.

Έχει ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς τι γράφει ο Θανασης Λεβέντης για το ακανθώδες αυτό θέμα που χρόνο με τον χρόνο λαμβάνει απρόβλεπτες διαστάσεις.

vivlio gia thema verykiou

ΑΠΟ ΤΙΣ ΧΕΙΡΟΤΕΡΕΣ ΜΑΣΤΙΓΕΣ της Αττικής οι πυρκαγιές, που κάθε καλοκαίρι αφανίζουν τα δάση της. Τις τελευταίες δεκαετίες, το φαινόμενο έχει πάρει τη μορφή επιδημίας. Οι πυρκαγιές της Αττικής είναι σχεδόν όλες τους ανθρωπογενείς και στο μεγαλύτερο ποσοστό τους εσκεμμένες. Τα αίτια πολλά. Το σημαντικότερο: η επιδίωξη αποψίλωσης των δασών, από λογής κερδο- σκόπους και εμπόρους της γης, για οικιστική αξιοποίηση, κυρίως με αυθαίρε- τη δόμηση, που στη συνέχεια έρχεται η επίσημη πολιτεία να την επιβραβεύσει και να τη νομιμοποιήσει. Το καλοκαίρι είναι στο φόρτε τους, αλλά επίσης δεν απολείπουν και φθινόπωρο, κάποιες ακόμη και καταχείμωνο.

Από τα παιδικά μου χρόνια έως σήμερα, έχω ζήσει εκατοντάδες πυρκαγιές στην Αττική και σε αρκετές δεκάδες έχω προσπαθήσει και εγώ να βοηθήσω στην κατάσβεσή τους. Σε παλαιότερες εποχές οι πολίτες συμμετείχαν ενεργά στην κατάσβεση, ιδιαίτερα στα χωριά, όπως στα Βίλια. Είχα θαυμάσει τον ηρωισμό, την αυτοθυσία, αλλά και την ικανότητά τους στη μάχη με τις φλόγες. Τα επίγεια μέσα, το τσεκούρι, το φτυάρι, το πριόνι, τα κλαδιά, ήσαν τα πιο πρόσφορα εργαλεία τους και συχνά έκαναν θαύματα, γιατί ήξεραν και πώς να τα χρησιμοποιήσουν και πώς να ξεφύγουν από τους κινδύνους μιας πύρινης περικύκλωσης. Το κυριότερο όμως και αποτελεσματικότερο μέσο ήταν η μαζική συμμετοχή των χωρικών μόλις χτύπαγε η καμπάνα του χωριού τον γνωστό πένθιμο ήχο της, που σήμαινε γενικό συναγερμό. Η έγκαιρη επέμβαση ήταν καθοριστική.

Η μεταγενέστερη επικράτηση των εναέριων μέσων κατάσβεσης, αναμφισβήτητα πολύτιμη, περιόρισε τη συμμετοχή των πολιτών, ακόμη και το ενδιαφέρον και την ικανότητά τους, ίσως και την αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση μιας πυρκαγιάς. Από την άλλη πλευρά, με τις εναέριες ρίψεις, υπάρχουν κίνδυνοι ατυχημάτων από την παραμονή πολιτών στο χώρο της φωτιάς, αν δεν υπάρχει συντονισμός.

Παρακολουθώ την εξέλιξη των πυρκαγιών στην Αττική τα τελευταία πενήντα χρόνια. Απλώς αναφέρονται μερικές προσωπικές παρατηρήσεις από κάποιες συμμετοχές, κοντά σε χιλιάδες άλλους που μάχονται στην πρώτη γραμμή, για να αποτρέψουν τον αφανισμό του δασικού πλούτου της Αττικής, όπως και όλης της χώρας. Αναλαμπές μνήμης από μια περίοδο της ζωής που κυριολεκτικά φλεγόταν.

Η μεγάλη πυρκαγιά του Πατέρα το 1985

ΒΡΑΔΥ, ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΔΕΚΑ η ώρα μιας καυτής μέρας του Αυγούστου του 1985. Ανεβαίναμε με το αυτοκίνητο την ανηφόρα της Αγια-Σωτήρας για τα Βίλια. Φτάνοντας στο ύψωμα, βλέπουμε στο βάθος, στο κέντρο του Πατέρα, μέσα στο σκοτάδι να ξεπετάγεται μια φλόγα, που έχει αρχίσει να φουντώνει, καθώς και ο καπνός που τη συνοδεύει. Δεν υπάρχουν εκεί σπίτια, ούτε δρόμος προσπέλασης. Ο χώρος, ουσιαστικά, είναι απλησίαστος. Δεν υπήρχαν αστραπές και κεραυνοί, που θα μπορούσαν ενδεχομένως σε κάποια άλλη περίπτωση να φέρουν τη φωτιά ουρανοκατέβατη. Άστρα στον ουρανό. Άπνοια όσον αφορά τους ανέμους.

Φως φανάρι: Η φωτιά ήταν βαλτή. Από πού; Από επιτόπια ανάφλεξη; Με κάποιο πυροδοτικό μηχανισμό από μακριά κατευθυνόμενο; Άντε να το βρεις. Τώρα, τι κάνουμε; Δεν υπήρχαν κινητά, τουλάχιστον στα χέρια μας. Επήγαμε στο σπίτι του αδελφού μου του Μιχάλη, στην Αγια-Σωτήρα. Ήταν τότε δήμαρχος της Ελευσίνας. Τηλεφωνούμε στην Πυροσβεστική. Το και το. Το ξέρουμε, μας απαντούν. Έχουμε άλλες δύο εστίες και από την άλλη πλευρά του βουνού. Καθόμασταν και παρακολουθούσαμε ανήμποροι τη φωτιά λίγο- λίγο να φουντώνει και τον καπνό να μεγαλώνει. Η φωτιά όλη τη νύχτα δούλευε ανενόχλητη. Το μέρος απροσπέλαστο, καταμεσής στο δάσος και μεσάνυχτα.

Δεν ξέρω τι γινόταν στα άλλα μέτωπα. Την άλλη μέρα το πρωί κατέφθασαν τα πυροσβεστικά αεροπλάνα, ενώ η φωτιά είχε φουντώσει πια σε μεγάλη έκταση, εκατοντάδων, ή μάλλον χιλιάδων στρεμμάτων. Δύσκολο πια να την τιθασεύσεις. Οι από αέρος ρίψεις περιόρισαν κάπως την ταχύτητά της. Περνώντας το πρωί από τον δρόμο της παλαιάς Εθνικής οδού Ελευσίνας-Θήβας, από απόσταση μερικών χιλιομέτρων, έβλεπες τις εναέριες προσπάθειες. Μέσα στο δάσος δεν είχαν αναπτυχθεί σημαντικές επίγειες δυνάμεις – δεν ήταν και τόσο εύκολο.

Η φωτιά του Πατέρα έκαιγε πάνω από εβδομάδα. Κάθε μέρα τα χιλιάδες καμμένα στρέμματα πολλαπλασιάζονταν. Οι προσπάθειες κατάσβεσης, κυρίως εναέριες, δεν απέδιδαν. Δεν μπορούσαν να ελέγξουν τη φωτιά στα αναρίθμητα πια μέτωπά της, που είχαν εξαπλωθεί έως τα πρόθυρα της Μάνδρας, των Βιλίων, των Μεγάρων και της Νέας Περάμου. Κατέκαυσαν όλους τους ενδιάμεσους ορεινούς όγκους, φτάνοντας έως τη θάλασσα των Ελευσινίων και του Μεγάλου Πεύκου και, από την άλλη πλευρά, στις κορυφές όπου υπήρχαν τα ραντάρ του Πατέρα.

Ούτε αρκετές επίγειες δυνάμεις συμμετείχαν, ούτε μεγάλη κινητοποίηση κατοίκων υπήρχε, ούτε συντονισμός ώστε να αντιπαρατεθούν στα τόσο εκτεταμένα πύρινα μέτωπα.
Ξημέρωνε η 15η Αυγούστου, όγδοη μέρα της πυρκαγιάς. Άρχισαν να φυσάνε μελτέμια του δεκαπενταύγουστου, πολύ αγριεμένα. Η φωτιά προχωρούσε ακάθεκτη προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο καπνός σχημάτιζε πυκνά σύννεφα σε ύψος χιλιάδων μέτρων, σαν τα πύρινα μανιτάρια της ατομικής βόμβας, που φαίνονταν πιο εντυπωσιακά από την κορυφή του Κιθαιρώνα, όπου ανεβήκαμε για καλύτερη κατόπτευση.

Με αυτόν τον αέρα τα αεροπλάνα δεν μπορούσαν να πετάξουν. Από την άλλη πλευρά, στις απότομες πλαγιές και τους γκρεμούς ήταν ουσιαστικά α- δύνατη και η επίγεια προσπέλαση. Τα δεκάδες πυροσβεστικά οχήματα και οι υδροφόρες των δήμων είχαν καθηλωθεί στο βάθος της κοιλάδας. Σε λίγες ώρες, όλη η βορεινή πλευρά του Πατέρα, αλλά και η πευκόφυτη κοιλάδα με τα υπεραιωνόβια δέντρα, από όπου περνάει ο δρόμος από το Παλιοχώρι της Μάνδρας για το διάσελο Καρύδη και Πόρτο-Γερμενό, είχε γίνει στάχτη και από τις δύο πλευρές της, μέχρι τις κορυφές του Πατέρα με τα αιωνόβια έλατα.

Κατά τη μία η ώρα το μεσημέρι, άρχισαν να χτυπούν πένθιμα οι καμπάνες του χωριού μας. Ο λυπητερός ήχος της Μεγάλης Παρασκευής και του Επιταφίου σήμαινε ότι ο κίνδυνος είναι άμεσος. Η φωτιά μπορούσε να περάσει το διάσελο του Καρύδη και να φθάσει βολίδα, με τόσον αέρα, ώς τη θάλασσα, κατακαίοντας όλη αυτήν τη θαυμάσια κοιλάδα, πλούσια αναδασωμένη μετά τις πυρκαγιές της Κατοχής, με κίνδυνο, μέχρι το άλλο πρωί, να φτάσει έως την κορυφή του Κιθαιρώνα και την παραλία του Πόρτο-Γερμενού.

Το πώς ξύπνησαν, ξεσηκώθηκαν και κινητοποιήθηκαν οι Βιλιώτες είναι απίστευτο! Μέσα σε μισή ώρα όλο το χωριό ήταν στο πόδι. Κατά εκατοντάδες μαζεύτηκαν στην αγορά και με κάθε μέσο –ΙΧ, φορτηγά, λεωφορεία– έτρεχαν για το μέτωπο της φωτιάς, κουβαλώντας ο καθένας ό,τι πρόσφορο μέσο διέ- θετε: τσεκούρια, πριόνια, φτυάρια, τσάπες.

Έπρεπε πάση θυσία να κρατηθεί το πέρασμα στο διάσελο. Ο χώρος προσφερόταν: Η βλάστηση ήταν πυκνή, αλλά δεν υπήρχαν πολύ ψηλά πεύκα, αλλά πουρνάρια και λιοφύτια.

Εναέρια μέσα δεν εμφανίστηκαν. Δημιουργήθηκε μια ανθρώπινη αλυσίδα σε μήκος άνω των δύο χιλιομέτρων. Εκατοντάδες άνθρωποι δούλευαν με όλη τους την ψυχή. Οι περισσότεροι με κλαδιά πλευροκοπούσαν τις άκρες της φωτιάς και δημιουργούσαν μια σταθερή αντιπυρική ζώνη μαζί με τους άλ- λους, πιο ειδικούς, με τα πριόνια και τα τσεκούρια. Από την πλευρά μου με είχε συνεπάρει ο γενικός πυρετός, έκανα κι εγώ το κατά δύναμιν. Είχα κουβαλήσει ένα φτυάρι με μακρύ στειλιάρι από το σπίτι και το χρησιμοποιούσα σαν ένα είδος γιαταγανιού, κόβοντας τα κλαδιά των πουρναριών. Απορούσα με τον εαυτό μου. Κόβονταν τα πουρνάρια και το σκληρό τους ξύλο σαν να ήσαν ραπανάκια! Δεν φανταζόμουν ότι θα με πλημμύριζε τόση δύναμη.

Ήταν εντυπωσιακό το πώς συντονιζόταν από μόνος του όλος αυτός ο κόσμος. Χωρίς αρχηγούς, χωρίς διαταγές. Ο καθένας έτρεχε καταπάνω, έπεφτε κυριολεκτικά στη φωτιά. Και έτσι, οι φλόγες δεν πέρασαν το διάσελο, ούτε πλησίασαν στην κορυφή του Καρύδη. Η φωτιά τράβηξε από πιο χαμηλό δρόμο, από άλλο παράπλευρο διάσελο, προς Βαθυχώρι και Λούμπα μεριά, προς τα μέρη της Ψάθας. Εκεί μια μικρή ομάδα από Βιλιώτες, που είχαν τα πατρογονικά τους χτήματα, κατάφεραν να την αναχαιτίσουν. Λέγονταν πολλά τις επόμενες μέρες για το πώς μπόρεσε να ελεγχθεί και να σβήσει η φωτιά στα βιλιώτικα σύνορα και για πολλούς προσωπικούς ηρωισμούς.

Η πυρκαγιά του Πατέρα το 1985 ήταν η μεγαλύτερη μεταπολεμική πυρκαγιά σε όλη την Αττική, μια τεράστια οικολογική καταστροφή. Υπολογίστηκαν τότε σε 200.000 τα καμμένα στρέμματα. Σχεδόν το 4% της συνολικής έκτασης της Αττικής έγινε στάχτη. Και τα μεν πευκοδάση είχαν σχεδόν αναγεννηθεί και επιβιώσει έως το 2020, χωρίς βέβαια το μέγεθος των πεύκων τους να έχει φθάσει αυτό των δέντρων πριν από την πυρκαγιά του 1985, αλλά το ελατόδασος, που κάηκε ολοσχερώς, θέλει τουλάχιστον μερικές εκατοντάδες χρόνια, για να φτάσει στις προηγούμενες φυσικές και αισθητικές του διαστάσεις.

Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος των καμμένων του 1985 ξανακάηκε το 2021, ενώ προστέθηκαν και δεκάδες χιλιάδες καμμένα στρέμματα γύρω από τα Βίλια, δεκάδες χιλιάδες στρέμματα που κάηκαν στην Βαρυμπόμπη και πέριξ, και εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα που έχουν καεί και ξανακαεί ό- λα αυτά τα χρόνια σε Πάρνηθα, Πεντέλη, Κιθαιρώνα, Γεράνεια, Μάτι, Σούνιο και στα άλλα δάση της Αττικής.

Η πυρκαγιά της Πάρνηθας το 2007

Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΝΑΜΕΣΑ στη Μάνδρα-Μαγούλα έως τα Δερβενοχώρια, την Κάζα και την είσοδο των Βιλίων, είναι από τις πιο ελκυστικές για τους εμπρηστές. Τουλάχιστον τρεις-τέσσερις φωτιές κάθε χρόνο ξεσπούν εδώ. Τις περισσότερες τις προλαβαίνουν οι πυροσβεστικές δυνάμεις. Κάθε δύο-τρία χρόνια μία ξεφεύγει από τον έλεγχο, κατακαίοντας από εκατοντάδες έως χιλιάδες στρέμματα.

Η περιοχή συναγωνίζεται επάξια σε πυρκαγιές την Πεντέλη και τα πέριξ, τον πλέον προσφιλή χώρο δράσης των κάθε είδους εμπρηστών. Το καλοκαίρι του 2007 δύο φωτιές σχεδόν ταυτόχρονα ξεκίνησαν από τον χώρο ανάμεσα σε Καραούλι και Αγια-Σωτήρα της Μάνδρας. Η μία ξέσπασε στα αριστερά του δρόμου, καθώς ανεβαίνουμε προς Καραούλι, μεσημεριάτικα, και γρήγο- ρα σβήστηκε με μικρές ζημιές. Την επομένη ξέσπασε, επίσης μεσημέρι, άλλη φωτιά, στο αντίθετο ακριβώς μέρος του δρόμου, στην αρχή μιας στενής πευ- κόφυτης κοιλάδας, και προχώρησε ακάθεκτη. Ειδοποιήθηκα και έσπευσα με δύο φίλους, λίγο μετά το ξέσπασμα της φωτιάς. Μερικοί κάτοικοι, των οποίων τα σπίτια (που ήσαν κτισμένα, ως μη όφειλαν, χωρίς κανένα σχέδιο, μέσα στο πυκνό δάσος, σκεπασμένα από τα πανήψυλα πεύκα) είχαν μόλις καεί, μας περικύκλωσαν αγανακτισμένοι, επειδή δεν εμφανίστηκαν πυροσβεστικά αεροπλάνα ή άλλα μέσα πυρόσβεσης.

– Πού είναι το κράτος; η φωνή της απόγνωσής τους.

Από την πρώτη στιγμή που έφτασα στον χώρο της φωτιάς, με την ιδιότητα του τοπικού βουλευτή, έκανα επανειλημμένα τηλεφωνήματα προς διάφορες κατευθύνσεις για αεροπορική και άλλη δασοπυροσβεστική παρέμβαση. Αόριστες υποσχέσεις για βοήθεια, χωρίς κανένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Για τρεις και πάνω ώρες που είμασταν εκεί, καμία βοήθεια δεν εμφανίστηκε. Ούτε βέβαια έγινε καμιά ουσιαστική προσπάθεια από κατοίκους ή άλλους, για να σβήσει έστω και μια μικρή εστία μπροστά στα πόδια τους. Οι κάτοικοι αυτού του οικισμού, που ήσαν παρόντες, αποτελούσαν μια ασυντόνιστη πανικόβλητη ομάδα, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους κατοίκους παρόμοιων οικισμών σε τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι, ανενόχλητη η φωτιά συνέχιζε την καταστροφική της πορεία, αν και υπήρχε άπνοια σχεδόν. Μέσα από το δύσβατο έδαφος προχώρησε στις πλαγιές της κοιλάδας και το απόγευμα είχε προχωρήσει σε βάθος άνω των τριών χιλιομέτρων.

Το περίεργο είναι ότι, καθώς ανέβαινε η φωτιά προς τα υψώματα, ακούσαμε διαδοχικές εκρήξεις, περίπου πέντε ή έξι. Έγιναν στις ρίζες μεγάλων πεύκων, που αμέσως λαμπάδιασαν, σκορπώντας γύρω τους τις φλόγες. Ήταν τυχαίο; Εσκεμμένο; Κάποιοι μίλησαν για παλαιά βλήματα που είχαν εδώ ξεμείνει από την εποχή της Κατοχής και του εμφυλίου. Μπορεί να ήταν και έτσι. Ποιος ξέρει;

Κόντευε να πέσει ο ήλιος, όταν είδαμε στο βάθος, σε απόσταση περίπου πέντε χιλιομέτρων, στα υψώματα που αποτελούν τις υπώρειες της Πάρνηθας, απέναντι από το Μοναστήρι του Οσίου Μελετίου, να ξεσπάει μια καινούργια φωτιά, καταμεσής στο δάσος. Προφανώς, δεν ήταν τυχαία. Ενημερώσαμε σχετικά. Υπήρχε χρόνος για κάποια ουσιαστική παρέμβαση, τουλάχιστον σε αυτό το μικρό ακόμη, αλλά εξαιρετικά επικίνδυνο, αν έκαιγε όλη τη νύχτα, μέτωπο. Δεν έγινε τίποτα. Τηλεφώνησα ξανά προς διάφορες κατευθύνσεις. Έκανα εκκλήσεις. Συνάντησα μια παγερή και αναποτελεσματική «κατανόηση».

Όλη τη νύχτα βλέπαμε τις φλόγες να φουντώνουν και τις φωτιές να προχωρούν. Το πρωί είχαν καβαλήσει τις κορυφές των δυτικών πλευρών της Πάρνηθας και προχωρούσαν προς τα ανατολικά ακάθεκτες. Αλλά και μετά το ξημέρωμα και το προχώρημα της άλλης μέρας, καμία αεροπορική υποστήριξη, ούτε εναέριες ρίψεις ή επίγειες παρεμβάσεις. Μου ήταν αδιανόητη η τόση αδιαφορία. Τη μέρα αυτή επρόκειτο να συζητηθεί το πρωί στη Βουλή μια επίκαιρη ερώτησή μου. Ανεβαίνοντας στο βήμα, αναφέρθηκα πιο πολύ στο καυτό θέμα της εν εξελίξει πυρκαγιάς που προχωρούσε ακάθεκτη προς τις κορυφές της Πάρνηθας και έκανα έκκληση προς τον αρμόδιο υπουργό, που ήταν τότε ο Βύρων Πολύδωρας, για να κινηθεί γρήγορα ο κρατικός μηχανισμός. Αν και ο άνεμος ήταν ουσιαστικά έντασης μόλις ενός-δύο μποφώρ, με την έως τότε πορεία της πυρκαγιάς και με τα ρεύματα που δημιουργούσε από μόνη της η φωτιά στις πλαγιές των βουνών, μέχρι το απόγευμα θα είχε φθάσει στα έλατα, στις κορυφές της Πάρνηθας. Καμία αντίδραση ή κινητοποίηση.

Στάχτη το ελατόδασος

ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ, προς το βράδυ, η φωτιά έκανε περίπατο μέσα στο ελατόδασος. Ανενόχλητη. Σουρουπώνοντας, έσκασε μύτη στο χείλος του βουνού πάνω από το Μενίδι, και σε λίγο έφθασε πάνω από τους Θρακομακεδόνες, πλησιάζοντας το Μον Παρνές. Κόσμος μαζεμένος από κάτω. Εκατοντάδες. Παρακολουθούσαμε εκστατικοί. Ήταν ανατριχιαστική εμπειρία να βλέπεις τα υπεραιωνόβια πανύψηλα έλατα να λαμπαδιάζουν, τις φλόγες να φτάνουν τουλάχιστον δυο φορές πάνω από το μπόι τους και να υψώνονται δεκάδες μέτρα. Ένα σφίξιμο στην καρδιά. Και μαζί με τον καϋμό, να σε πνίγει και η αγανάκτηση. Πώς φτάσαμε ώς εδώ; Πώς άφησαν την κατάσταση να ξεφύγει τόσο, οι πυροσβεστικές δυνάμεις, επίγειες και υπέργειες, όλος ο κρατικός μηχανισμός και προ παντός οι κυβερνητικοί παράγοντες που έχουν και την κύρια ευθύνη; Και να πεις πως δεν ήξεραν; Τουλάχιστον προσωπικά, από το προηγούμενο απόγευμα ακόμη, αλλά και από το πρωί, από το βήμα της ολομέλειας της Βουλής, προειδοποιούσα για τον μεγάλο κίνδυνο, καθιστώντας τους όχι μόνο ενήμερους, αλλά και υπεύθυνους. Και δεν ήμουν ο μόνος. Δεν είχαν πληροφορηθεί; Δεν έβλεπαν; Δεν καταλάβαιναν; Άλλωστε, οι φλόγες και οι καπνοί έβγαζαν μάτι από το προηγούμενο βράδυ. Μάταιες προσπάθειες σε ώτα μη ακουόντων.

Όλη τη μέρα, με πλήρη άπνοια, θα μπορούσαν να γίνουν θαύματα.

Με τα αεροπλάνα· με τις επίγειες δυνάμεις. Αλλά, δυστυχώς. Δεν δημιουργήθηκαν ούτε καν μερικές αντιπυρικές ζώνες προς τα εκεί που πορευόταν, από όπου φαινόταν ότι θα περνούσε, η φωτιά. Να πέσουν κάτω τα ψηλά δέ- ντρα σ’ αυτές τις ζώνες, για να αποτραπεί το λαμπάδιασμά τους και το ξάπλωμα της φωτιάς. Όπως έκαναν από αιώνες όλοι οι χωριάτες, για να της κόψουν τον δρόμο. Ούτε καν στα ισώματα μέσα στο ελατόδασος δεν έγινε το παραμικρό. Θα έπρεπε εδώ να κινητοποιηθεί όλος ο κρατικός μηχανισμός, ο στρατός με τα ειδικά μηχανήματά του, οι πολίτες, ο καθένας από μας. Έλειπε ένα επιτελικό όργανο, έλειπαν οι υπεύθυνοι που θα έδιναν από το προηγούμενο βράδυ και όλη την επόμενη μέρα το σύνθημα του συναγερμού, της κινητοποίησης, της πανστρατιάς.

Και τα αποτελέσματα τα βλέπαμε τώρα μπροστά στα μάτια μας. Πάνω από το κεφάλι μας. Με τις φλόγες να ξεπερνούν το Μον Παρνές και να προχωρούν προς τα ανατολικά, αλλά και προς τα βόρεια, προς τις κορυφές της Πάρνηθας, με τα ραντάρ και τις κεραίες των τηλεοράσεων. Κατακαίοντας στο τέλος πάνω από τα δύο τρίτα αυτού του μοναδικού ελατοδάσους. Συνολικά πάνω από 50.000 στρέμματα δασών. Αποδεικνυόταν εδώ περίτρανα πόσο λίγη είναι η κρατική μας μηχανή στις δύσκολες στιγμές, πόσο λειψοί οι κυβερνήτες μας, αλλά και οι πολίτες αυτής της χώρας. Όλοι μας.

Προάγγελος του εφιαλτικού δράματος, όπως εκτυλίχθηκε την ίδια εποχή ύστερα από δύο μήνες στην Ηλεία με τους 80 νεκρούς, που αργότερα θα ε- παναλαμβανόταν, μια και τίποτα δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας, στη Μάνδρα και στο Μάτι. Οι αντιδράσεις του κρατικού μηχανισμού και του αρμόδιου υπουργού ήσαν ανύπαρκτες. Δεν έγινε ούτε μια ρίψη από τα αεροπλάνα εκείνη τη μέρα. Κάποια αστεία δικαιολογία ακούστηκε, ότι υπήρχαν μέσα στο καιόμενο δάσος καλώδια υψηλής τάσης της ΔΕΗ και υπήρχε κίνδυνος βραχυκυκλωμάτων και διακοπής της ηλεκτροδότησης, αν έπεφτε νερό επάνω τους. Λες και, ακόμη και αν υπήρχε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ήταν τόσο δύσκολο να κοπεί το ρεύμα της ΔΕΗ στη συγκεκριμένη γραμμή.

Η πυρκαγιά του Ελικώνα-Κιθαιρώνα το 2009

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 2009 ξέσπασε πυρκαγιά στον Άγιο Βασίλη Βοιωτίας, κοντά στον όρμο της Λιβαδώστρας, στον Κορινθιακό. Δεν υπήρχε δυνατός αέρας, αλλά η φωτιά έκαιγε σε ορεινή και δυσπρόσιτη περιοχή και είχε πάρει τη νότια πλευρά των βουνών ανάμεσα σε Ελικώνα και Κιθαιρώνα, φτάνοντας ως τις βουνοκορφές. Ο άνεμος είχε βορειοανατολική κατεύθυνση, αλλά η φωτιά στις πλαγιές και τις κορυφές προχωρούσε αργά και κόντρα στον άνεμο. Έκαιγε για τρεις μέρες, χωρίς να τιθασευθεί. Φαίνεται δεν γινόταν και καμία αποτελεσματική προσπάθεια από τον αέρα ή και με επίγεια μέσα. Ήταν και το μέρος δύσβατο.

Την τέταρτη μέρα την παρακολουθούσαμε το βράδυ με τον τότε δήμαρχο Βιλίων, Παναγιώτη Ρούσση, από την κορυφή του Κιθαιρώνα. Παρά τον αντίθετο άνεμο, προχωρούσε αργά ανατολικά προς τη βορειοδυτική πλαγιά του Κιθαιρώνα. Τη νύχτα οι φλόγες φαίνονταν να ζωηρεύουν. Εξέφρασα τους φόβους μου ότι το πρωί η φωτιά θα είχε φθάσει στα έλατα του Κιθαιρώνα. Άλλοι παρευρισκόμενοι δεν το πίστευαν.
– Ο αέρας δεν τη βοηθάει, απάντησαν.

Επέμενα. Επικοινωνήσαμε με τους άλλους βουλευτές Αττικής και τον τότε υπουργό Εσωτερικών, Προκόπη Παυλόπουλο, μεταγενέστερα Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Υποσχέθηκε κινητοποίηση δυνάμεων μόλις ξημέρωνε. Το πρωί η φωτιά είχε πλησιάσει επικίνδυνα. Παρά τον αντίθετο άνεμο, ο οποίος και εί- χε δυναμώσει, προχωρούσε ακάθεκτη προς την κορυφή του Κιθαιρώνα. Ήδη είχε φτάσει στις πλαγιές του, σχεδόν πάνω από το Πόρτο-Γερμενό, ούτε τρία χιλιόμετρα η απευθείας απόσταση από την κορυφή με τα έλατα. Ήρθαν δύο πυροσβεστικά αεροπλάνα, έκαναν από δύο ρίψεις, αλλά ο αέρας ήταν πια πολύ δυνατός, το επικλινές του βουνού πολύ απότομο και ο κίνδυνος ατυχήματος εξαιρετικά μεγάλος. Τα αεροπλάνα εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Επίγειες δυνάμεις σ’ αυτές τις κακοτράχαλες, δυσπρόσιτες πλαγιές ήταν δύσκολο να αναπτυχθούν, και η φωτιά προχωρούσε. Συνεχείς ήσαν οι επικοινω- νίες με υπηρεσιακούς και κυβερνητικούς παράγοντες:

– Αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα το πρόβλημα, σε λίγες ώρες η φωτιά θα έχει κάνει στάχτη και όλο το ελατόδασος του Κιθαιρώνα. Ας σώσουμε τουλάχι- στον ό,τι απέμεινε από έλατα στην Αττική.

– Το 1985 αφανίστηκαν τα έλατα του Πατέρα, πριν δυο χρόνια, το 2007, τα έλατα της Πάρνηθας. Ας γλιτώσει τουλάχιστον, σαν δείγμα πια, ο Κιθαιρώνας.
Τους το έλεγα με πόνο ψυχής, νιώθοντας και εγώ προσωπικά μεγάλη ευθύνη γι’ αυτές τις καταστροφές. Νέα επικοινωνία με Προκόπη Παυλόπουλο:

– Θα κάνω ό,τι μπορώ, η απάντηση του. Από τον δυνατό αέρα όμως στις κορυφές, οι σχεδόν κάθετες πλαγιές δεν ήταν εύκολες στην πρόσβαση. Δύο αεροπλάνα ξαναφάνηκαν, προσπάθησαν, αλλά γύρισαν πίσω άπρακτα. Εν τω μεταξύ οι φλόγες στα ύψη και οι καπνοί στα μεσοούρανα. Ήδη οι φλόγες είχαν αρχίσει να γλείφουν τα πρώτα, πιο απόμακρα, προς τα δυτικά, σπίτια του Γερμενού. Δόθηκε εντολή εκκένωσης, αλλά πολλοί κάτοικοι παρέμεναν και έδιναν μάχη με τις φλόγες.

Πάλι τηλεφωνική επικοινωνία με τον υπουργό Εσωτερικών.

– Θα εξαντλήσω όποια δυνατότητα μπορεί να υπάρξει. Θα προσπαθήσουμε με τα ελικόπτερα και με ειδικά εκπαιδευμένα πεζοπόρα τμήματα που μόλις κατέφθασαν από τη Βόρεια Ελλάδα.

Σε λίγο έσπευσαν τρία ειδικά πυροσβεστικά ελικόπτερα. Δεν είχα ξαναδεί αυτόν τον τύπο άλλη φορά. Τα είχαμε νοικιάσει από το εξωτερικό και αποδείχτηκαν πολύτιμα. Δεν ήσαν όπως τα συνηθισμένα ελικόπτερα, με κάδο, αλλά είχαν έναν ειδικό πυροσβεστικό σωλήνα, μια μεγάλη μάνικα στην κοιλιά τους, απ’ όπου εκτόξευαν το νερό. Ανέλαβαν αμέσως δράση. Γέμισαν νερό από τη θάλασσα του Γερμενού, που ευτυχώς ήταν σχετικά ήρεμη, και ξε- κίνησαν προς την κορυφή του βουνού. Καθώς ήσαν και φορτωμένα, τους ήταν δύσκολο να βγάλουν τον «ανήφορο» για να φθάσουν στις φλεγόμενες κορυφές. Τα παρακολουθούσαμε από κάτω με αγωνία. Πολύς κόσμος μαζεμένος. Ξεσπούσαμε σε χειροκροτήματα, όταν μετά από τόση δυσκολία φτάνανε στην κορυφή και αδειάζανε ακριβώς πάνω στα φλεγόμενα δέντρα το πολύτιμο φορτίο τους. Η επάνοδός τους και το γέμισμα στη θάλασσα ήταν πολύ εύκολη, αφού η απευθείας απόσταση πολύ μικρή, ούτε τρία χιλιόμετρα. Το ανέβασμά τους ήταν πάντα μαρτυρικό.

Μερικές τέτοιες ηρωικές προσπάθειες είχαν άμεσο αποτέλεσμα. Το νερό έπεφτε κατευθείαν πάνω στις φλόγες. Η πύρινη λαίλαπα αναχαιτίσθηκε, σε συντονισμό και με τα ειδικά πεζοπόρα τμήματα που αναπτύχθηκαν, σε ένα σχετικά πρόσφορο διάσελο, δημιουργώντας μια προστατευτική αντιπυρική ζώνη, η οποία επίσης αναχαίτισε τη φωτιά. Σε δύο ώρες, το θαύμα είχε συ- ντελεστεί: η φωτιά τέθηκε υπό πλήρη έλεγχο. Μικρές εστίες στα πλευρά α- ντιμετωπίστηκαν στη συνέχεια χωρίς άλλα σοβαρά επακόλουθα.

Τηλεφωνώντας στη συνέχεια στον Προκόπη Παυλόπουλο, ώστε να τον ευχαριστήσω για την πολύτιμη βοήθειά του, μου μετέφερε τη λαχτάρα, που και αυτός βίωσε, όταν οι πιλότοι των ελικοπτέρων ενημέρωναν το κέντρο επιχειρήσεων για τον κίνδυνο που διέτρεχαν προσπαθώντας να ανηφορίσουν τις σχεδόν κάθετες πλαγιές με άνεμο που έφθανε τα οκτώ-εννέα μποφόρ.

Είμαστε ευγνώμονες σε όλους τους συντελεστές αυτού του επιτεύγματος: τον υπουργό Εσωτερικών, τους ηρωικούς πιλότου, που διακινδύνευσαν και την ίδια την ζωή τους, τα ειδικά επίγεια πεζοπόρα τμήματα, την πυροσβεστική υπηρεσία που προστάτευσε αποτελεσματικά τα σπίτια του Πόρτο-Γερμενού, τον νομάρχη δυτικής Αττικής, όλους όσους με οποιοδήποτε τρόπο βοήθη- σαν αυτήν τη σωτήρια προσπάθεια για το ελατόδασος και τα άλλα δάση του Κιθαιρώνα, τα οποία τόσο κόντεψε να αφανίσει η πύρινη λαίλαπα.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι όλες οι βουνοκορφές της Πάρνηθας, του Ελικώνα και του Κιθαιρώνα που κατέκαυσαν οι πυρκαγιές του 2007 και 2009, γέμισαν τα αμέσως επόμενα χρόνια με ανεμογεννήτριες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Φωτιές: Η θερμοκρασία έπεσε, ο κίνδυνος παραμένει - Στο «κόκκινο» ο συναγερμός για τα μελτέμια
Διακοπές από «χρυσάφι»: 560 ευρώ για Σίφνο με αυτοκίνητο - 2,90 ευρώ η βενζίνη στην Αμοργό
Chevron Right