Μισθοί δυσανάλογα μικροί συγκριτικά με το βάρος της εργασίας. Ατελείωτα ωράρια. Κανένα ρεπό. Άσχημες εργοδοτικές συμπεριφορές. Κακές συνθήκες διαμονής. Πληρωμή με «μαύρα». Έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού.
Τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια περιέγραψαν στο iEidiseis.gr εργαζόμενοι στον τουρισμό. Δυσκολίες οι οποίες έχουν απομακρύνει ήδη αρκετούς συναδέλφους τους από το επάγγελμα. Άλλωστε, και φέτος, υπολογίζεται πως περίπου 80.000 θέσεις εργασίας θα παραμείνουν κενές. Και μπορεί όπως εξήγησαν, να παρατηρείται μια ελαφρά βελτίωση των συνθηκών, όμως αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο ότι οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται πολύ πλέον να προσελκύσουν εργαζόμενους.
«Οι καλοί επαγγελματίες γυρίζουν την πλάτη στα νησιά»
«Οι ελλείψεις σε προσωπικό είναι μεγάλες και δεν είναι μόνο ποσοτικές, αλλά και ποιοτικές. Οι καλοί επαγγελματίες γυρίζουν την πλάτη στα νησιά κι έτσι δεν παρέχονται οι καλύτερες υπηρεσίες». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε στο iEidiseis, τις συνθήκες που επικρατούν στα νησιά, ο Διονύσης, που δουλεύει σεζόν, σε ξενοδοχεία τα τελευταία χρόνια.
Όπως σχολίασε, «στην Ελλάδα, ζούμε από τον τουρισμό, όμως δεν υπάρχει σωστή τουριστική κουλτούρα. Δεν μας μαθαίνουν ότι είναι ένας αξιοσέβαστος κλάδος, όπου μπορείς να εξελιχθείς. Οι περισσότεροι έχουν στο μυαλό τους να δουλέψουν για 1-2 σεζόν, ώστε να βγάλουν κάποια χρήματα. Έχει γεμίσει ο κλάδος από “αλεξιπτωτιστές”».
Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, ξεκίνησε εν πολλοίς την περίοδο της πανδημίας, όταν «πολλά άτομα βρήκαν κάποια άλλη δουλειά και δεν ξαναγύρισαν. Οι συνθήκες στα νησιά που δεν είναι οι καλύτερες, έδωσαν την αφορμή σε πολύ κόσμο να μην επιστρέψει».
«Θες απλά να βγει η δουλειά»
Ο ίδιος παίρνει πλέον «δύο ρεπό τον μήνα και είμαι ευχαριστημένος, επειδή για 4 συνεχόμενες σεζόν, δούλευα 7ημερο. Στη Σαντορίνη όπου εργαζόμουν τα τελευταία χρόνια η σεζόν διαρκεί 7 μήνες. Αυτό σημαίνει ότι πηγαίνεις στη δουλεία σου για 210 ημέρες συνεχόμενα. Και ο καλύτερος επαγγελματίας να είσαι, από ένα σημείο και μετά, παύεις να είσαι αποδοτικός. Θες απλά να βγει η δουλειά».
Προκειμένου να μειώσουν ακόμη περαιτέρω το κόστος, πολλοί εργοδότες, «προσλαμβάνουν προσωπικό από τρίτες χώρες, όπως το Μπαγκλαντές, οι οποίοι αναλαμβάνουν περισσότερο χειρωνακτικά επαγγέλματα, όπως λάντζα. Αυτοί παίρνουν πολύ λιγότερα χρήματα και εργάζονται σε ακόμη χειρότερες συνθήκες».
Σύμφωνα με όσα αφηγήθηκε ο Διονύσης, «στην τελευταία μου δουλειά, πολλοί συνάδελφοι δούλευαν χωρίς ωράρια. Ακόμη κι αν είχαν σχολάσει, οι ιδιοκτήτες τους έπαιρναν τηλέφωνο για να ξαναπιάσουν δουλειά».
Πολλοί εργοδότες πληρώνουν “μαύρα”»
Αναφορικά με την ένταξη στο ταμείο ανεργίας μετά το πέρασμα της σεζόν, ο Διονύσης σχολίασε πως «το 2019 το επίδομα ήταν 400 ευρώ τον μήνα, τώρα είναι 500 ευρώ. Όμως, υπάρχουν πολλοί αστερίσκοι. Αν μπεις για 2-3 συνεχόμενες χρονιές στο ταμείο, μετά δεν μπορείς να πάρεις το επίδομα και βρίσκεσαι με μηδενικό εισόδημα τον χειμώνα».
Παράλληλα, «πολλοί εργοδότες επιλέγουν να πληρώσουν ένα μέρος του μισθού, -είτε μικρότερο, είτε μεγαλύτερο-, με “μαύρα” χρήματα. Αν χαλάσει όμως μια συνεργασία μεσούσης της σεζόν, μπορεί να μην λάβεις όσα χρήματα ανέμενες».
Όταν ο ίδιος ξεκίνησε να εργάζεται σε ξενοδοχείο στη Σαντορίνη το 2019, «έπαιρνα 950 ευρώ, χωρίς ρεπό. Έκτοτε κανείς δεν παίρνει κάτω από 1.200 ευρώ. Είναι κι αυτό μια νίκη, όμως ειδικά στη Σαντορίνη, υπάρχει πλαφόν μέχρι 1.300 ευρώ. Δεν είναι αρκετά για τόσες ώρες απασχόλησης».
Έπειτα από κάποια χρόνια εργασίας στη Σαντορίνη, ο ίδιος εργάζεται πλέον σε ξενοδοχείο στη Μήλο. Όπως περιέγραψε, «τα σπίτια δεν είναι καλά, ενώ οι περισσότεροι παίρνουν τον βασικό μισθό και τα υπόλοιπα χρήματα είναι “μαύρα”. Μόνο όσοι διεκδικήσουν τα νόμιμα δώρα και επιδόματα θα τα λάβουν. Πρόκειται για ξενοδοχεία που κάνουν τζίρο 1.5 εκατομμύρια ευρώ κάθε σεζόν κι όμως διακινδυνεύουν για 15-20 χιλιάρικα».
«Βασίζονται στην ανάγκη και το φιλότιμο»
«Δυστυχώς όμως, είτε πας στο καλύτερο, είτε στο χειρότερο ξενοδοχείο, οι παθογένειες είναι ίδιες. Το μόνο που αλλάζει είναι πως καμουφλάρονται. Τα ξενοδοχεία δουλεύουν στον αυτόματο, χωρίς στέρεες βάσεις, γι’ αυτό και τα περισσότερα δεν έχουν στελέχη που να δουλεύουν σε αυτά για χρόνια».
Αρκετοί εργαζόμενοι τα τελευταία χρόνια, μετανάστευσαν στο εξωτερικό, όπου «βρήκαν καλύτερους μισθούς. Εκεί, κανείς δεν σου ζητάει κανείς να εργαστείς περισσότερες ώρες. Φίλοι που μετανάστευσαν, μου λένε ότι έχουν καλό δωμάτιο, με καλή θέρμανση και χωρίς συγκάτοικο. Αν αρρωστήσουν, κανείς δεν τους ζητάει να δουλέψουν. Εμείς τη βγάζουμε με πέντε πακέτα βιταμίνες για να φύγει η σεζόν. Αν δεν πας στη δουλειά μια ημέρα, οι συνάδελφοί σου θα τρέξουν και για εσένα, επειδή ο αριθμός του προσωπικού είναι πάντα οριακός. Εκεί βασίζονται περισσότερο τα ξενοδοχεία: στην ανάγκη και το φιλότιμο των ανθρώπων».
«Μου είπαν να είμαι και ευχαριστημένη με 650 ευρώ»
Η Γεωργία εργάζεται στον κλάδο τα τελευταία είκοσι χρόνια. Όπως αφηγήθηκε στο iEidiseis, «φέτος έχουν αλλάξει κάπως τα πράγματα με τη νομοθέτηση της ψηφιακής κάρτας εργασίας. Τα προηγούμενα χρόνια, σχεδόν κανείς δεν έπαιρνε ρεπό. Βέβαια, πολλοί εργοδότες, δήλωναν ψευδώς ότι έδιναν ρεπό».
Φέτος όμως, στη Σαντορίνη όπου εργάζεται τα τελευταία χρόνια, «με όσους μίλησα, παίρνουν όλοι ρεπό, ενώ έχουν μειωθεί τα 12ωρα και 14ωρα. Αυτό βέβαια ανάλογα τη συμφωνία που έχει γίνει, επειδή ορισμένοι εξακολουθούν να δηλώνουν το ρεπό χωρίς να το παίρνουν».
Όταν η ίδια πρωτοξεκίνησε να δουλεύει σεζόν σε ρεσεψιόν ξενοδοχείου στη Σαντορίνη, «έπαιρνα 900 ευρώ. Τα τελευταία χρόνια έχουν βελτιωθεί οι μισθοί, κινούνται στα 1.200-1.400 ευρώ. Γενικότερα, η Σαντορίνη δίνει καλύτερους μισθούς από άλλα νησιά που ακούς για 900-1.000 ευρώ. Ο μισθός πάντως είναι δυσανάλογος του βάρους που σηκώνουν οι εργαζόμενοι».
Προτού πάει στη Σαντορίνη, εργαζόταν σε μικρότερο νησί, όπου «έπαιρνα για 12μηνη εργασία 650 ευρώ μηνιαίως. Μου είπαν να είμαι και ευχαριστημένη. Δεν το ξεχνάω ποτέ αυτό».
Επίσης, «παλαιότερα πολλοί δεν παρείχαν διαμονή. Πλέον, πολλοί εργοδότες στη Σαντορίνη, έχτισαν σπιτάκια για να μένει το προσωπικό. Σε κάποιες μεγάλες μονάδες πάντως, μπορεί και σήμερα να ακούσεις ότι σε ένα δωματιάκι μένουν 3-4 άτομα».
Ακόμη και σήμερα, «όσοι δουλεύουμε στις ρεσεψιόν, συνήθως βασιζόμαστε αρκετά στις προμήθειες. Δηλαδή, τα ξενοδοχεία έχουν συνεργασίες με εταιρείες που διοργανώνουν εκδρομές. Αν στείλεις τον πελάτη σε κάποια από αυτές τις εταιρείες, το ξενοδοχείο παίρνει προμήθεια 30%, που συνήθως είναι χωρίς τιμολόγιο. “Μαύρα”. Βασιζόμενοι σε αυτό, πολλοί εργοδότες δίνουν μικρό μισθό, μολονότι εξαρτάται αποκλειστικά από τον υπάλληλο αν θα καταφέρει να “πουλήσει”. Πλέον, αρκετοί τουρίστες πληρώνουν με κάρτα, επομένως έχει αρχίσει να περιορίζεται κι αυτό».
«Όλα είναι απάνθρωπα»
Η Ελένη, έχει εργαστεί για 5 σεζόν στη Σαντορίνη και 2 στη Σύρο. Όπως αφηγήθηκε στο iEidiseis, «η Σύρος έχει κυρίως μικρά ξενοδοχεία, επομένως οι ανάγκες καλύπτονται κυρίως από μόνιμους κατοίκους. Άλλωστε, τα ξενοδοχεία δεν παρέχουν διαμονή, τα ενοίκια είναι ακριβά, οι μισθοί χαμηλοί και η σεζόν διαρκεί μόλις 3-4 μήνες. Φέτος, λίγα ξενοδοχεία έχουν ανοίξει κι αυτά με μειωμένο προσωπικό. Τουλάχιστον, υπάρχουν πιο ανθρώπινα ωράρια».
Δεν ήταν όμως ίδιες οι συνθήκες που βίωσε στη Σαντορίνη: «ατελείωτα ωράρια, χωρίς ρεπό. Έχω μείνει σε σπίτι με ακόμη τρία άτομα. Δεν άντεξα και έφυγα, πήγα να νοικιάσω. Τουλάχιστον είχε η καθεμία το δικό της δωμάτιο, όμως αυτό δεν ισχύει πάντα. Αρκετοί εργοδότες δεν πληρώνουν υπερωρίες, τις οποίες δεν μπορείς να διεκδικήσεις αν πληρώνεσαι “μαύρα”».
Όταν η ίδια ήταν μια φορά άρρωστη με πυρετό και φαρυγγίτιδα, «με έβαλαν να κάνω δουλειά γραφείου, δεν με έστειλαν σπίτι μου. Σαν υπεύθυνη εστιατορίου, έχω εργαστεί ακόμη και 14ωρα. Δεν έχεις δικαίωμα στο ρεπό, το ανθρώπινο ωράριο. Όλα είναι απάνθρωπα».
Προκειμένου να προσελκύσουν κόσμο, «πολλοί εργοδότες δικαιολογούν τους χαμηλούς μισθούς, λέγοντας στους εργαζόμενους ότι θα βγάλουν πολλά χρήματα από τα tips. Αυτά όμως δεν είναι χρήματα που βγαίνουν από την τσέπη του εργοδότη». Επίσης, «σε πολλά ξενοδοχεία δεν καλύπτεται η διατροφή ή απλώς παρέχεται μια έκπτωση».
Ως αποτέλεσμα, «είναι δύσκολο να δουλέψεις για περισσότερο από 1-2 σεζόν. Εξαντλείσαι. Υπάρχει μια τάση να αλλάξει κάπως η κατάσταση, αλλά κι αυτό συμβαίνει επειδή οι εργοδότες δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό κι αναγκάζονται να βελτιώσουν τις συνθήκες».
Έλλειμμα 80.000 εργαζομένων
Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis, ο Γιώργος Χότζολου, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό – Τουρισμό (ΠΟΕΕΤ), «οι ελλείψεις εργαζομένων σε τουρισμό και εστίαση, έχουν προσεγγίσει το περσινό νούμερο, καθώς ήδη ανέρχονται σε σχεδόν 80.000».
Όπως εξήγησε, «πανελλαδικά, οι αιτήσεις επαναπρόσληψης, είναι μειωμένες κατά 10% σε σχέση με πέρυσι». Κι αυτό ενώ «το 2024 είχαμε επίσημα 83.000 καταγεγραμμένες κενές θέσεις εργασίας». Παράλληλα, «υπάρχει τεράστια απόσταση -προς τα κάτω- στις συμβάσεις που έχουν ανέβει έως τώρα στην “ΕΡΓΑΝΗ”».
Το φαινόμενο εντοπίζεται σε ολόκληρη τη χώρα, όμως «όσο μεγαλύτερος ο τουριστικός προορισμός, τόσο μεγαλύτερες είναι οι ελλείψεις. Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα σε περιοχές όπως Ρόδο, Κρήτη, Χαλκιδική, Ιόνιο και Μύκονο. Ειδικά στη Σαντορίνη, δεν μπορείς να υποχρεώσεις κάποιον να δουλέψει σε ένα μέρος, όπου μέχρι πριν 2 μήνες, έκανε 30 σεισμούς κάθε ημέρα».Αναφορικά με τα επαγγέλματα όπου εντοπίζονται οι περισσότερες ελλείψεις, ο κ. Χότζογλου ανέφερε ότι «έχουμε τεράστιο πρόβλημα στο προσωπικό κουζίνας, τους σερβιτόρους, τους υπαλλήλους ρεσεψιόν και τις καμαριέρες. Μας λείπει δηλαδή το εξειδικευμένο προσωπικό».
Αυτό το εξειδικευμένο προσωπικό, υπήρχε εν πολλοίς στη χώρα, όμως «εγκατέλειψε τον κλάδο, αμέσως μετά την επανεκκίνηση από την πανδημία. Ήμασταν για περίπου δύο χρόνια σε αναστολή σύμβασης. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την τεράστια εργοδοτική παραβατικότητα, οδήγησε πολλούς συνάδελφους στην αλλαγή κλάδου ή τη μετανάστευση».
Άλλωστε, οι εργαζόμενοι, «δεν μπορούν να επιβιώσουν με μόλις 3 μήνες ένταξη στο ταμείο ανεργίας. Αν δεν λυθεί αυτό το ζήτημα, κάθε χρόνο θα είμαστε και χειρότερα».
Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis o Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), «το μεγάλο στοίχημα, είναι να μετατρέψουμε την εποχικότητα σε 12μηνη διάρκεια. Αυτό έχει επιτευχθεί σε μεγάλο ποσοστό στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στους τουριστικούς προορισμούς όμως δεν είναι ενιαία η εποχικότητα, φτάνει από 2 έως 9 μήνες».
«Επιχειρήσεις χτυπάνε τις ψηφιακές κάρτες κατά το δοκούν»
Σχετικά με την πρόσφατη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής χρήσης της ψηφιακής κάρτας εργασίας, ο κ. Χότζογλου επεσήμανε ότι «είμαστε υπέρμαχοι του μέτρου, επειδή θα αποτυπώνεται ο πραγματικός χρόνος και οι εργαζόμενοι θα αμείβονται γι’ αυτόν. Όμως, καθημερινά, κατακλυζόμαστε στην ομοσπονδία από καταγγελίες εργαζομένων, ότι επιχειρήσεις συγκεντρώνουν τις κάρτες του προσωπικού και τις χτυπάνε κατά το δοκούν».
Από την πλευρά του, ο κ. Καββαθάς επεσήμανε ότι «αυτό που ξέρουμε όλοι, είναι ότι ορισμένοι στα νησιά δουλεύουν εποχιακά, καλύπτοντας μιάμιση ή και δύο βάρδιες. Αυτό πλέον, με την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας, δεν θα μπορεί να γίνει».
Αναφορικά με το επιχείρημα ότι το μέτρο της ψηφιακής κάρτας απειλεί τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων, ο κ. Χότζογλου ήταν κατηγορηματικός: «γιατί να κλείσουν οι επιχειρήσεις; Επειδή θα πληρώνουν τις υπερωρίες που δεν πλήρωναν έως πέρυσι;».
Παράλληλα, σύμφωνα με τον ίδιο, «η μετατροπή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας σε ανεξάρτητη Αρχή, δυστυχώς χειροτέρεψε την κατάσταση. Η υποστελέχωση είναι μεγάλη, τεχνικά κλιμάκια που ελέγχουν την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, πρακτικά δεν υπάρχουν».
Αναφορικά με το ζήτημα της μετάκλησης εργαζομένων από τρίτες χώρες, ο κ. Χότζογλου ανέφερε ότι «πέρυσι ήρθαν 10.000 άτομα. Για φέτος δεν έχουμε καμία πληροφόρηση από το υπουργείο Εργασίας. Είναι η τρίτη χρονιά που επιχειρείται να γίνει κάτι τέτοιο, όμως δεν μπορούν να καλυφθούν τα κενά με αυτόν τον τρόπο. Αυτοί οι άνθρωποι εργάζονται κυρίως ως ανειδίκευτοι εργάτες, ενώ μας λείπει εξειδικευμένο προσωπικό. Επίσης, δεν γνωρίζουμε πως πληρώνονται αυτοί οι άνθρωποι, που μένουν κι αν καλύπτονται από τη συλλογική σύμβαση εργασίας».