Ελλάδα

Πόσο έτοιμοι είμαστε για τις πυρκαγιές: Οι ειδικοί του WWF προειδοποιούν για δύσκολο καλοκαίρι

Έρευνα του iEidiseis.gr για τις ελλείψεις της αντιπυρικής προστασίας και τις διαδικασίες πρόληψης που δεν εφαρμόζονται.
AP

Απουσία εθνικού αντιπυρικού σχεδίου, σχεδίων πρόληψης, εθνικός χάρτης κινδύνου πυρκαγιάς που έχει καταρτιστεί το 1980, προσωπικό πολιτικής προστασίας το οποίο απασχολείται σε παράλληλα καθήκοντα, ελλιπής εκπαίδευση, ανεπαρκή επιστημονικά δεδομένα και ανύπαρκτη ανάλυση των καταστροφικών πυρκαγιών των τελευταίων ετών.

Όπως σημείωσαν ειδικοί στο iEidiseis.gr ενόψει της φετινής αντιπυρικής περιόδου, ο κατασταλτικός μηχανισμός δασοπυρόσβεσης κινείται πλέον σε ικανοποιητικά επίπεδα. Όμως, οι περιορισμένες διαδικασίες πρόληψης, εξακολουθούν να καθιστούν τη χώρα ευάλωτη στις ολοένα και αυξανόμενες ακραίες δασικές πυρκαγιές.

«Δεν υπάρχει στρατηγική μείωσης των 9.500 περιστατικών πυρκαγιάς»

Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis ο Ηλίας Τζηρίτης, υπεύθυνος δράσεων για δασικές πυρκαγιές του WWF Ελλάς, «και φέτος έχουμε μια από τα ίδια. Οι ανακοινώσεις του υπουργείου περιστρέφονται γύρω από τους πόσους πυροσβέστες, drones και πυροσβεστικά μέσα διαθέτουμε. Λίγα πράγματα όμως έχουν προχωρήσει στον σχεδιασμό πρόληψης».

Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, ανακοίνωσε ότι στη φετινή αντιπυρική περίοδο θα επιχειρούν 18.000 πυροσβέστες, 80-85 πτητικά μέσα, ενώ ο αριθμός των drones διπλασιάστηκε και πλέον φτάνει τα 82.

Όπως όμως σχολίασε ο κ. Τζηρίτης, «αυτή η ενίσχυση είναι εκ των ων ουκ άνευ. Κάθε χώρα που πλήττεται από δασικές πυρκαγιές, πρέπει να έχει ισχυρό κατασταλτικό μηχανισμό. Το ζήτημα είναι πόσο υποστηρίζεται αυτή η προσπάθεια από ένα σοβαρό σχέδιο πρόληψης».

Ο Ηλίας Τζηρίτης υπεύθυνος δράσεων για δασικές πυρκαγιές του WWF Ελλάς

Άλλωστε, σύμφωνα με τον ίδιο, «κάθε χρόνο, κατά μέσο όρο, έχουμε περισσότερα από 9.500 περιστατικά πυρκαγιών, όμως δεν πραγματοποιούμε ανάλυση των αιτιών τους, δεν εξετάζουμε τις κινητήριες δυνάμεις πίσω από αυτά, ούτε υπάρχει κάποια στρατηγική μείωσής τους».

«Η πρόληψη απαιτεί συνέχεια στο χρόνο»

Από την πλευρά του, ο Θοδωρής Γιάνναρος, πυρομετεωρολόγος και εντεταλμένος ερευνητής στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, σχολίασε στο iEidiseis ότι «δεν αποκλίνουμε πολύ από το εθιμοτυπικό των προηγούμενων ετών, που περιορίζεται σε απαρίθμηση αριθμών. Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να επενδύουμε στην ενίσχυση του δασοπυροσβεστικού μηχανισμού με νέες και εξελιγμένες τεχνολογίες και φυσικά να ενισχυθεί το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος. Όμως, πρέπει παράλληλα να αρχίσουμε να υιοθετούμε προτάσεις τις οποίες αρκετοί φορείς επαναλαμβάνουμε εδώ και πολλά χρόνια».

Ο Θοδωρής Γιάνναρος,  πυρομετεωρολόγος και εντεταλμένος ερευνητής στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών

Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα προγράμματα προστασίας δασών “AntiNero” της Δασικής Υπηρεσίας και οι καθαρισμοί των οικοπέδων, εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο πρόληψης. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτά. Επίσης, η πρόληψη δεν ξεκινάει 1-2 μήνες πριν την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, ούτε λήγει με το τέλος της. Είναι μια διαδικασία που απαιτεί συνέχεια στο χρόνο».

«Δεν υπάρχει εθνικό αντιπυρικό σχέδιο»

Ακόμη ένα ζήτημα σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, είναι ότι «αυτή τη στιγμή, οι δήμοι καταρτίζουν τα σχέδια “ΙΟΛΑΟΣ”, όμως δεν μελετούν καθόλου σχέδια πρόληψης. Αυτά τα σχέδια περιλαμβάνουν τοπικούς χάρτες εκτίμησης κινδύνου για το πως ένας δήμος μπορεί να καθορίσει προτεραιότητες για το ποια έργα θα γίνουν. Ποιος μπορεί όμως να πει ότι τα έργα που έγιναν είναι ενδεδειγμένα, αφού δεν υπάρχει σχέδιο πρόληψης; Υπάρχει κενό διαφάνειας και λογοδοσίας».

Είναι επίσης ενδεικτικό, ότι «αν και στον νόμο 4662/2020, προβλέπεται η θεσμοθέτηση της εθνικής πολιτικής μείωσης κινδύνου καταστροφών, αυτή δεν έχει ακόμη καταρτιστεί. Εφόσον δεν υπάρχει ένα εθνικό αντιπυρικό σχέδιο, δεν μπορούμε να μιλάμε για στρατηγικό σχεδιασμό».

Παράλληλα, «δεν εστιάζουμε σε συγκεκριμένες περιοχές με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο ορισμός της αντιπυρικής περιόδου, που είναι κοινός για όλη τη χώρα. Από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη, το κράτος θεωρεί πως οι συνθήκες είναι ίδιες. Χρειάζεται δυναμικός ορισμός της αντιπυρικής περιόδου. Πρέπει να κρίνουμε τις συνθήκες με επιστημονικά κριτήρια, ώστε να προσαρμόζεται ο μηχανισμός στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε αντιπυρικής περιόδου, να μην υπάρχει κόπωση, αλλά ευελιξία. Αυτό κάνουν κι άλλα κράτη».

«Από το 1980 ο εθνικός χάρτης κινδύνου πυρκαγιάς»

Εξίσου σημαντικό σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι «ο εθνικός χάρτης κινδύνου πυρκαγιάς, -ο στατικός, όχι ο δυναμικός που βγαίνει κάθε ημέρα από την Πολιτική Προστασία-, καταρτίστηκε το 1980. Με αυτόν τον χάρτη όμως πραγματοποιείται ο σχεδιασμός στον “Ιόλαο” για το πως θα μοιραστούν τα κονδύλια. Δεν υπάρχουν λεπτομερείς χάρτες κινδύνου για κάθε περιοχή. Αυτό δείχνει αδυναμία του συστήματος να εντάξει νέα επιστημονικά δεδομένα, προκειμένου να επικαιροποιηθεί ο σχεδιασμός.

Πιλοτικά έργα

Πριν από περίπου ένα χρόνο, το WWF προχώρησε στην κατάρτιση σχεδίων πρόληψης για τους δήμους Καλαμάτας και Κισσάμου Χανίων. Σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «βάσει αυτών των σχεδίων, στον δήμο Καλαμάτας, αναδείχθηκαν μεταξύ άλλων, οι πιο επικίνδυνοι οικισμοί, που δεν ήταν καν ορατοί από τα πυροφυλάκια και έχουν ενημερωθεί σχετικά οι κάτοικοι. Ο δήμος Καλαμάτας ζητάει χρηματοδοτήσεις και σχεδιάζει βάσει αυτού του σχεδίου».

Φωτογραφία: EUROKINISSI

Πλέον το WWF καταρτίζει αντίστοιχα σχέδια για τους δήμους Χαλκίδας και Σουφλίου, όμως  σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «δεν γνωρίζω κάποιον άλλον δήμο που να έχει εκπονήσει σχέδιο πρόληψης».

Παράλληλα, ο κ. Γιάνναρος επεσήμανε ότι «δεν νοείται πολιτική προστασία χωρίς να συμμετέχει ενεργά ο πολίτης. Θα πρέπει να ξεκινάμε από την κοινότητα, τον δήμο, την περιφέρεια και να καταλήγουμε στο κεντρικό κράτος, που θα πρέπει να έχει τον γενικό συντονισμό και να αναλαμβάνει τον πλήρη έλεγχο όταν τα πράγματα έχουν ξεφύγει πολύ».

«Τα μισά στελέχη πολιτικής προστασίας έχουν άσχετες ειδικότητες»

Το περασμένο καλοκαίρι, το WWF εκπόνησε μια ακόμη μελέτη, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται πως το 84% των δήμων εξακολουθεί να απασχολεί το προσωπικό πολιτικής προστασίας σε παράλληλα καθήκοντα, κάτι που όπως αναγράφεται, συμβαίνει «κατά παράβαση της παρ. 1, άρθρο 21 του ν.4662/2020». Επίσης, «το 50% των στελεχών πολιτικής προστασίας έχουν ειδικότητες οι οποίες είναι άσχετες με το αντικείμενο…». Είναι ενδεικτικό, ότι σε έναν δήμο, διαπιστώθηκε ότι ο υπεύθυνος πολιτικής προστασίας ήταν ο υδραυλικός του δήμου.

«Μόλις 16 ώρες εκπαίδευσης»

Τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί, καθώς σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «έχουμε χιλιάδες εθελοντές, όμως δεν έχει ολοκληρωθεί το σύστημα εθελοντισμού. Πέρυσι εκπαιδεύθηκαν 5.000 εθελοντές μέσω της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, όμως φέτος δεν έγινε τίποτα». Εκτός από τους εθελοντές, «η Ακαδημία έπρεπε επίσης -βάσει νόμου- να εκπαιδεύσει και να πιστοποιήσει και τα στελέχη των δήμων και των περιφερειών που καλούνται να πάρουν αποφάσεις κατά την αντιπυρική περίοδο. Κάτι τέτοιο δεν έγινε».

Φωτογραφία: AP

Ακόμη όμως και το περσινό πρόγραμμα εκπαίδευσης των εθελοντών, ήταν σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, «απολύτως ακατάλληλο. Δεν μπορείς να κάνει 16 ώρες εκπαίδευση στις δασικές πυρκαγιές σε έναν κόσμο που καλείται να μπει μέσα στο μέτωπο να σβήσει».

Τα παράθυρα ευκαιρίας που δεν αναγνωρίστηκαν στον Έβρο

Αποθαρρυντική είναι η κατάσταση και σε ότι αφορά το επαγγελματικό προσωπικό, καθώς όπως σημείωσε, «στην Πυροσβεστική Ακαδημία, οι πυροσβέστες κάνουν 2 μαθήματα μέσα σε 4 χρόνια για τις δασικές πυρκαγιές. Υπάρχει περίπτωση να μην παρακολουθήσουν τίποτα άλλο στο υπόλοιπο της καριέρας τους πάνω σε αυτό το ζήτημα».

Φωτογραφία: AP

Τον περασμένο Ιούνιο, το WWF εκπόνησε έκθεση όπου καταγράφηκαν κάποιες από τις χρόνιες παθογένειες του συστήματος, οι οποίες συνετέλεσαν στην καταστροφική πυρκαγιά που έκαψε 942.500 στρέμματα στην περιοχή του Έβρου. Όπως αναγράφεται μεταξύ άλλων στην έκθεση, «δεν αναγνωρίστηκαν σημαντικά παράθυρα ευκαιρίας που θα συνέβαλαν καθοριστικά σε μια πιο αποτελεσματική διαχείριση της πυρκαγιάς». Κι αυτό σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη οφείλεται μεταξύ άλλων σε «ελλείμματα εκπαίδευσης».

Κατανομή πόρων

Αναφορικά με τους πόρους που διατίθενται για δράσεις πυροπροστασίας, ο κ. Τζηρίτης σχολίασε ότι «το 2022, το 16% των πόρων πήγαινε στην πρόληψη και το 84% στην καταστολή. Σήμερα, το ποσοστό είναι περίπου 70%-30% υπέρ της καταστολής. Το ποσοστό έχει βελτιωθεί ελαφρώς εξαιτίας των προγραμμάτων «AntiNero» της Δασικής Υπηρεσίας. Και πάλι όμως, είμαστε πολύ μακριά από το ιδεατό ποσοστό κατανομής των πόρων που θα έπρεπε να είναι: 40% καταστολή και 60% πρόληψη».

«Δεν βοηθάμε τους πυροσβέστες του μέλλοντος»

Ακόμη ένα πρόβλημα σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη είναι ότι «δεν υπάρχει αξιολόγηση των περιστατικών. Το 2009 κάηκε η βορειοανατολική Αττική και το 2024 κάηκε ξανά, με περίπου τον ίδιο τρόπο. Ποιος μελέτησε την πυρκαγιά του 2009, ώστε να βγάλει συμπεράσματα, προκειμένου να μην επαναληφθεί;».

Στιγμιότυπο από την περσινή μάχη των πυροσβεστών στην πυρκαγιά που έπληξε τη βορειοανατολική Αττική.

Άλλωστε, από τα περίπου 9.500 περιστατικά πυρκαγιών που σημειώνονται ετησίως στη χώρα, «το 90% αφορούν 10-50 καμένα στρέμματα. Είμαστε καλοί στο να προλαμβάνουμε περιστατικά. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν ένα περιστατικό ξεφύγει. Αν έχουμε παράλληλα περιστατικά, εκεί το σύστημα καταρρέει, όπως έδειξε το παράδειγμα του 2021, όπου καιγόταν ταυτόχρονα η βόρεια Εύβοια και το Τατόι».

Αναφορικά με το γιατί δεν πραγματοποιείται αυτή η αξιολόγηση των περιστατικών, ο ίδιος σχολίασε ότι «δεν υπάρχει η κουλτούρα και μια θεσμοθετημένη διαδικασία που να προβλέπει τον ορισμό μιας επιστημονικής επιτροπής που να διερευνήσει τι έγινε σε μια μεγάλη πυρκαγιά, ώστε να μάθουμε τα κενά του συστήματος. Ορισμένοι φοβούνται ότι μια τέτοια διερεύνηση θα οδηγήσει στην τιμωρία κάποιων. Έτσι όμως δεν βοηθάμε τους πυροσβέστες του μέλλοντος».

Δασικά καύσιμα

Ακόμη ένα ζήτημα σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, είναι ότι «δεν παρακολουθούμε την κατάσταση των δασικών καυσίμων, παρά μόνο μακροσκοπικά -σε κάποιες περιπτώσεις-, μέσω δορυφορικών εικόνων. Δεν υπάρχουν σταθμοί που να μελετούν τα δασικά καύσιμα, τα οποία αποτελούν πολύ σημαντικό παράγοντα ο οποίος επηρεάζει τη συμπεριφορά των δασικών πυρκαγιών. Σε άλλες χώρες, αυτά τα δεδομένα διαμορφώνουν τους χάρτες επικινδυνότητας και τον σχεδιασμό».

Τεχνητή αποκατάσταση

Κομμάτι της πρόληψης σύμφωνα με τον κ. Τζηρίτη, αποτελεί και «η τεχνητή αποκατάσταση, εφόσον αυτή επιλεγεί μετά από μια πυρκαγιά. Εκεί, βάσει μελέτης, μπορείς να προσφέρεις μελλοντική πυροπροστασία, ανάλογα με τα είδη που θα επιλέξεις να φυτεύσεις, σεβόμενος τις οικολογικές παραμέτρους. Για παράδειγμα, οικισμοί που έχουν περιμετρικά καθαρισμένους ελαιώνες και αμπελώνες, προκαλούν φυσική ασυνέχεια στην καύσιμη ύλη. Αυτοί οι οικισμοί, είναι σε μεγάλο βαθμό θωρακισμένοι κι έτσι αλλάζει η διαδικασία δασοπυρόσβεσης. Αυτό όμως, θεωρείται ζήτημα χαμηλής προτεραιότητας. Από την άλλη, ένα καινούριο ελικόπτερο, είναι επικοινωνιακά πιο γουστόζικο».

«Στην πραγματικότητα δεν έχουμε πλάνο»

Αυτό που επίσης χρειαζόμαστε σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο, «είναι η τακτική ανάλυση της φωτιάς. Δηλαδή, να αποτυπώνουμε την εξέλιξη της πυρκαγιάς γεωχωρικά. Αυτό σημαίνει, ότι έχουμε ακριβή εικόνα του που ακριβώς βρίσκεται η φωτιά. Αυτά τα δεδομένα μπορεί να τα δώσει ένα αεροσκάφος που χαρτογραφεί την περιοχή. Έπειτα αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να αναλύονται από μια διεπιστημονική επιτροπή, ώστε να μπορούμε να εντοπίζουμε τα χρονικά παράθυρα. Όσο δεν το κάνουμε αυτό, στην πραγματικότητα δεν έχουμε πλάνο».

Άλλωστε, «οι ακραίες πυρκαγιές, δεν υπάρχει κάποιος τρόπος να αντιμετωπιστούν κατά μέτωπο. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι περιμένουμε μοιρολατρικά τη φωτιά να έρθει ή χρησιμοποιούμε ως άλλοθι την κλιματική αλλαγή, η οποία όντως συνηγορεί στο να έχουμε περισσότερες ακραίες πυρκαγιές. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να προετοιμαστούμε. Άλλωστε, αυτές οι πυρκαγιές, δεν συμπεριφέρονται ως ακραίες από την αρχή έως το τέλος».

«Αναρωτηθήκαμε γιατί ξέφυγε η φωτιά στη βορειοανατολική Αττική;»

Κάτι που δεν έχει αφομοιωθεί σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο, «ούτε από τον κόσμο, ούτε από τους δασοπυροσβεστικούς μηχανισμούς, είναι ότι πλέον έχουμε δύο κατηγορίες πυρκαγιών: αυτές που είχαμε ήδη κι αυτές που είναι ακραίες. Οι ακραίες πυρκαγιές είναι κάτι καινούριο. Δεν έχουμε τα εργαλεία για να κατανοήσουμε και να εκτιμήσουμε πλήρως αυτό το φαινόμενο, επομένως θα πρέπει να υπάρχει συνεχής εκπαίδευση».

Αναφορικά με το γιατί δεν παίρνουμε διδάγματα από τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών, ο κ. Γιάνναρος σχολίασε ότι «τα μόνα ελεύθερα διαθέσιμα δεδομένα που έχουμε, είναι αυτά του Πυροσβεστικού Σώματος, που καταγράφουν αναλυτικά τα καμένα στρέμματα. Αυτό είναι κάτι χρήσιμο, όμως αν θέλουμε να πάρουμε πραγματικά μαθήματα, χρειαζόμαστε άλλα δεδομένα. Για παράδειγμα, στην περσινή πυρκαγιά στη βορειοανατολική Αττική, δεν ξέρουμε με τι ταχύτητα κινήθηκε η φωτιά, ούτε πως συμπεριφέρθηκε. Αναρωτηθήκαμε γιατί ξέφυγε; Αυτό δεν είναι ερώτημα για να βρεθεί κάποιος αποδιοπομπαίος τράγος, αλλά για να γίνουμε καλύτεροι την επόμενη χρονιά».

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Πλανήτης Δίας Chevron Left
Πλανήτης Δίας: Τα… άγνωστα φεγγάρια του «κρύβουν» το μυστικό της γέννησής του