Στα δικαστήρια κατέληξε ο «πόλεμος» των εκπαιδευτικών με το Υπουργείο Παιδείας για τις λεγόμενες εξετάσεις τύπου PISA, που θα γίνουν σήμερα (22/5) σε 618 Δημοτικά σχολεία και Γυμνάσια της χώρας.
Οι εκπαιδευτικοί είχαν προκηρύξει στάση εργασίας για σήμερα (22/5) και γι΄αυτό το Υπουργείο Παιδείας κατέφυγε στο δικαστήριο, καταθέτοντας αγωγή εναντίον τους. Τελικά, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε παράνομη τη στάση εργασίας και απαγορεύει στις εναγόμενες, ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, την πραγματοποίηση των εν λόγω στάσεων εργασίας. Παράλληλα, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς την ανωτέρω απαγόρευση και απειλεί την ΔΟΕ και την ΟΛΜΕ με χρηματική ποινή ύψους 5.000 ευρώ για κάθε παράβαση της σχετικής απαγόρευσης.
Η απόφαση αυτή οδήγησε την ΑΔΕΔΥ – ύστερα από αίτημα της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ – να κηρύξει τετράωρη διευκολυντική στάση εργασίας, τις πρώτες ώρες του προγράμματος, για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, σήμερα, Πέμπτη (22/5), ημέρα διεξαγωγής της «ελληνικής» PISA.

Γιατί αντιδρούν οι εκπαιδευτικοί
Όπως ανακοίνωσε η ΟΛΜΕ: «H πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α., αγνοώντας πλήρως κάθε παιδαγωγική προσέγγιση και αδιαφορώντας για τις αρνητικές συνέπειες, επιμένει για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά να επιβάλει τις διαγνωστικές εξετάσεις τύπου PISA. Με την Υπουργική Απόφαση (48879/ΓΔ4/2025), ορίζονται και φέτος 304 Δημοτικά Σχολεία και 314 Γυμνάσια, στα οποία θα διεξαχθούν οι εξετάσεις στις 22 Μαΐου, στη ΣΤ’ Δημοτικού και στη Γ’ Γυμνασίου.
Αλήθεια τι ακριβώς βελτιώθηκε στα σχολεία κατά τη διάρκεια των τριών χρόνων εφαρμογής των εξετάσεων αυτών;
- Μήπως αναβαθμίστηκαν οι υποδομές των σχολικών μονάδων;
- Μήπως μειώθηκε ο αριθμός των μαθητών/τριών ανά τμήμα;
- Μήπως μειώθηκαν τα κενά στα σχολεία με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό;
- Μήπως εξασφαλίστηκε σταθερή παράλληλη στήριξη για τα παιδιά που τη χρειάζονται;
- Μήπως ενισχύθηκε η ειδική αγωγή και η ψυχοκοινωνική στήριξη των μαθητών/τριών;
- Μήπως ακούστηκε, έστω για μία φορά, η φωνή των εκπαιδευτικών στην εκπαιδευτική πολιτική;
Η απάντηση είναι απλή: Τίποτε από αυτά δεν έγινε. Αν κάτι βελτιώθηκε, είναι η επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης. Η προσπάθειά της να παραπλανά μαθητές/τριες και γονείς, προβάλλοντας την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος. Πρόκειται για μια διαδικασία που δεν στοχεύει στην ενίσχυση των σχολείων, αλλά στη δημιουργία μιας επίπλαστης εικόνας “μέτρησης αποτελεσμάτων”, χρήσιμης μόνο για να προωθηθούν ταξικές αναδιαρθρώσεις.
Αυτές προωθούνται με συνεχείς εξετάσεις-λαιμητόμο που μειώνουν τον μαθητικό πληθυσμό, με κόφτες όπως η Ε.Β.Ε. που μειώνει δραματικά τους εισακτέους στα ΑΕΙ, με ιδιαίτερη αυστηροποίηση των ποινών τόσο για μαθητές/τριες όσο και για εκπαιδευτικούς.
Μέσω αυτών των εξετάσεων, εμπεδώνεται ο κοινωνικός ανταγωνισμός, η λογική του “όλοι εναντίον όλων” και ανοίγει ο δρόμος για την κατηγοριοποίηση των σχολείων, με βάση “επιδόσεις” που δεν αντανακλούν την πραγματική εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά τις κοινωνικές ανισότητες.
Οι εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο δεν είναι ούτε ουδέτερες ούτε «αθώες»! Εντάσσονται στο συνολικό αντιδραστικό σχεδιασμό της κυβέρνησης, που επιχειρεί να επιβάλει ένα σύστημα αξιολόγησης για τους/τις εκπαιδευτικούς και τις σχολικές μονάδες, με στόχο την κατηγοριοποίησή τους. Αποτελούν εργαλείο των αντιεκπαιδευτικών σχεδίων του Ο.Ο.Σ.Α. για την εκπαίδευση και επιχειρούν την αλλαγή του χαρακτήρα του δημόσιου σχολείου σε μηχανισμό ταξικής επιλογής, αποκλεισμού, κατηγοριοποίησης και υποβάθμισης.
Με εργαλείο αυτές τις εξετάσεις, το Υπουργείο επιχειρεί:
- Να ενισχύσει τον ασφυκτικό έλεγχο πάνω στις σχολικές πρακτικές και την καθημερινή διδασκαλία
- Να επιβάλει κριτήρια “αποτελεσματικότητας” αποσυνδεδεμένα από την ουσία της παιδαγωγικής
- Να απαξιώσει ακόμη περισσότερο τον παιδαγωγικό ρόλο των εκπαιδευτικών
- Να μετακυλίσει τις ευθύνες του για τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης σε μαθητές/τριες και εκπαιδευτικούς
Η αντίθεσή μας στις εξετάσεις PISA δεν είναι άρνηση της “αποτίμησης” του εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά αντίθεση στην εκπαιδευτική πολιτική που μετατρέπει τα σχολεία σε μηχανισμούς μετρήσεων και κατηγοριοποίησης και αποκλεισμού.
Υπερασπιζόμαστε το σχολείο ως χώρο καλλιέργειας γνώσης και παιδείας για όλους και όλες χωρίς αποκλεισμούς, ενάντια στον κατακερματισμό της εκπαίδευσης και την εμπορευματοποίηση της γνώσης. Δεν δεχόμαστε την υποκατάσταση της ουσιαστικής μάθησης με την προώθηση δεξιοτήτων που εξυπηρετούν μόνο τις ανάγκες της αγοράς.
Η πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α. γνωρίζει πολύ καλά τις ανάγκες της δημόσιας εκπαίδευσης, αλλά επιλέγει να αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά εκπαιδευτικοί και γονείς. Κανείς δεν χρειάζεται εξετάσεις τύπου PISA για να καταλάβει τα σοβαρά προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Αν η κυβέρνηση ήθελε πραγματικά να βελτιώσει την εκπαίδευση, θα είχε ήδη υλοποιήσει τις προτάσεις της ΟΛΜΕ για τα τεράστια προβλήματα που πλήττουν τα σχολεία».