Ένα καλά οργανωμένο σχέδιο, που περιλάμβανε μία αιφνιδιαστική σύλληψη σε ανύποπτο χρόνο και μία… παρατεταμένη κράτηση στη ΓΑΔΑ με αρκετό χρόνο για «συζήτηση», ξεδίπλωσε το Τμήμα Ανθρωποκτονιών για να καταφέρει να αποσπάσει την ομολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου.
Η 25χρονη είχε καταλάβει ότι σφίγγει ο κλοιός γύρω της, ωστόσο δεν περίμενε να συλληφθεί τη δεδομένη στιγμή, γνωρίζοντας ότι δεν έχει παραδοθεί το ιατροδικαστικό πόρισμα.
Όταν οι αστυνομικοί της πέρασαν χειροπέδες στο ξενοδοχείο όπου διέμενε στο κέντρο της Αθήνας ήταν εμφανές ότι την αιφνιδίασαν. Ο πρώτος στόχος τους είχε επιτευχθεί.
► Μητέρες δολοφόνοι: Η Ειρήνη Μουρτζούκου και οι πιο τρομακτικές serial killers βρεφών στην ιστορία
Στην αρχή όχι μόνο δεν ομολογούσε αλλά έδινε την εικόνα μίας γυναίκας που δεν έχει συναίσθηση της βαρύτητας του κατηγορητηρίου. Μιλούσε για δαίμονες που την κυρίευαν και για θολωμένο μυαλό που δεν της άφηνε περιθώρια να λειτουργεί φυσιολογικά. Για τους θανάτους των παιδιών απέφευγε να απαντήσει προσπαθώντας με κάθε τρόπο να δώσει την εικόνα ότι το μυαλό της είναι σε σύγχυση.
Για σχεδόν δύο ημέρες δεν είχε πει κουβέντα. Παράλληλα μιλούσε με το δικηγόρο της και φαινόταν να ετοιμάζει την απολογία της στον Ανακριτή.
Όταν τελικά πίστεψε ότι τα έχει καταφέρει απέναντι στους άντρες του Ανθρωποκτονιών και θα περάσει… ήσυχα στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ το τελευταίο της βράδυ (αφού την επομένη θα έφευγε για την απολογία της στην Πάτρα), την προσέγγισαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα εκ νέου οι αστυνομικοί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στόχος τους ήταν να την… πάρουν με το καλό και να την πείσουν την ύστατη ώρα να ομολογήσει για να «ξελαφρώσει».
Εκείνη έβαλε τα κλάματα και άρχισε να μιλά. Για πρώτη φορά κατά την παραμονή της στη ΓΑΔΑ άρχισε να κλαίει με λυγμούς και παρατεταμένα.
Δύο ήταν οι βασικές ερωτήσεις στις οποίες ήταν εμφανές ότι δεν ήθελε να απαντήσει.
Η πρώτη αφορούσε στην υπόθεση του μικρού Παναγιωτάκη που πέθανε τον περασμένο Αύγουστο στην Αμαλιάδα. Είναι η μόνη περίπτωση θανάτου για την οποία δεν ομολόγησε. Στο σκέλος αυτό της κατάθεσης η ψυχολογία της έμοιαζε διαφορετική.
Μία ερμηνεία για τη στάση της αφορά στη σχέση που είχε με τη μητέρα του Παναγιωτάκη, την Πόπη. Άνθρωποι που γνωρίζουν τη Μουρτζούκου αναφέρουν ότι η 25χρονη εξακολουθεί να θεωρεί την Πόπη τον ίσως στενότερο άνθρωπό της (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η σχέση αυτή είναι αμφίδρομη).
Η δεύτερη ερώτηση στην οποία δεν ήθελε να απαντήσει, παρά τις επίμονες προσπάθειες των αστυνομικών, αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο σκότωνε τα παιδιά.
«Μην με πιέζετε σε αυτό, δεν θυμάμαι. Ήμουν θολωμένη», φέρεται να έλεγε.
Επίσης, καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της υπόθεσης διαδραμάτισε ότι αποφασίστηκε να παραμείνει κρατούμενη στη ΓΑΔΑ για ένα επιπλέον 24ωρο. Η μεταγωγή στην Πάτρα δηλαδή αποφασίστηκε να μη γίνει προχθές αλλά χθες.
► Στον «πάγο» η Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πάτρας που εμπλέκεται στις υποθέσεις Μουρτζούκου – Πισπιρίγκου
Το «κόλπο» του Ανθρωποκτονιών
Όλα τα νομικά εργαλεία που είχαν στα χέρια τους αξιοποίησαν οι αστυνομικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών για να καταφέρουν να αποσπάσουν την ομολογία της Ειρήνης Μουρτζούκου για τη δολοφονία τεσσάρων παιδιών.
Οι αστυνομικοί δεν μπορούσαν να πάρουν εκ νέου κατάθεση από την 25χρονη για τους τρεις από τους τέσσερις θανάτους, διότι είχε κλείσει νομικά η έρευνα και θα ακολουθούσε η μεταγωγή της από τη ΓΑΔΑ στην Πάτρα για την απολογία της.
Υπήρχε ωστόσο μία ανοιχτή έρευνα για το θάνατο της αδερφής της, που είχε λάβει χώρα όταν η Ειρήνη ήταν 14 ετών. Συγκεκριμένα ήταν ανοιχτή προκαταρκτική εξέταση που είχε διαταχθεί από την Εισαγγελία Ναυπλίου.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είχε διαχωριστεί από τις υπόλοιπες λόγω της ανηλικότητας της ύποπτης κατά το διερευνόμενο θάνατο. Έτσι, οι αστυνομικοί αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν τη δυνατότητα που τους έδινε ο νόμος για να λάβουν τα ξημερώματα ανωμοτί κατάθεση για την υπόθεση του θανάτου της αδερφής της Ειρήνης Μουρτζούκου.
Κατά τη διάρκεια της πεντάωρης κατάθεσης η ύποπτη δεν μίλησε εν τέλει μόνο για την υπόθεση της αδερφής της αλλά «έσπασε» και ομολόγησε τέσσερις δολοφονίες μωρών.
Η 25χρονη άρχισε να περιγράφει δολοφονίες λέγοντας ότι θόλωνε και ότι την κυρίευαν δαίμονες, ιδιαίτερα όταν τσακωνόταν με τη μητέρα της ή άλλα πρόσωπα του πολύ στενού της περιβάλλοντος.
«Όταν τσακωνόμουν με τη μάνα μου, ήθελα να κάνω κακό», φέρεται να είπε μεταξύ άλλων. Από τις περιγραφές της προκύπτει ότι οι δολοφονίες έγιναν με διάφορους τρόπους. Για το ένα βρέφος είπε ότι έπεσε πάνω του κατά λάθος και αυτό «έσκασε», χωρίς η ίδια να έχει σκοπό να το βλάψει. Για ένα από τα μωρά της είπε ότι το σκότωσε ενώ κοιμόντουσαν. Στις ερωτήσεις των αστυνομικών για τον τρόπο με τον οποίο σκότωσε να βρέφη εκείνη απαντούσε ότι δεν θυμάται πως το έκανε, ότι δεν κρατούσε κάτι στα χέρια της και ότι μόλις «ξεθόλωνε» και καταλάβαινε τι έχει συμβεί προσπαθούσε να επαναφέρει στη ζωή τα μωρά.
Κατά τη διάρκεια της ομολογίας της έκλαιγε με λυγμούς.
Συνολικά ομολόγησε τέσσερις δολοφονίες, των δύο μωρών της, του μωρού της φίλης της και της αδερφής της.
Η μόνη δολοφονία που δεν ομολόγησε είναι αυτή του μικρού Παναγιωτάκη τον περασμένο Αύγουστο στην Αμαλιάδα. Πρόκειται για τον τελευταίο χρονικά θάνατο παιδιού. Για την περίπτωση αυτή είναι σε εξέλιξη ιατροδικαστική έρευνα που είναι στο τελευταιο σταδιο της.