Την άγρια δολοφονία του Πολωνού καθηγητή στην Αγία Παρασκευή περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια ο 35χρονος καθ’ ομολογίαν δολοφόνος.
Ο 35χρονος περιέγραψε το πώς οργάνωσε την ομάδα εκτέλεσης, αλλά και τους λόγους που τον οδήγησαν στο έγκλημα αναφέροντας ότι όλα τα έκανε γιατί φοβήθηκε ότι ο Πολωνός πατέρας θα έπαιρνε τα παιδιά από τη σύντροφό του.
Στην κατάθεσή του πως του έστησε το καρτέρι θανάτου. «Κατέβηκα από το αυτοκίνητο, πήγα προς τον καθηγητή, τον πλησίασα και τον πυροβόλησα κάποιες φορές αλλά δεν θυμάμαι πόσες», παραδέχθηκε.
Αναλυτικά η κατάθεσή του:
- Ερώτηση: Επιθυμείς να κάνεις χρήση των δικαιωμάτων που σου γνωστοποιήθηκαν;
- Απόκριση: Όχι, κατάλαβα όσα μου είπατε και θα σας απαντήσω αμέσως.
- Ερώτηση: Κατηγορήθηκες άλλοτε και αν ναι, για ποια αιτία;
- Απόκριση: Ναι, έχω κατηγορηθεί για ξυλοδαρμό ενός άνδρα που πήγε να μαλώσει με τον πατέρα μου για κάτι ξύλα.
- Ερώτηση: Κατηγορείσαι ήδη για τις πράξεις που σου γνωστοποιήθηκαν ανωτέρω. Τι απολογείσαι;
- Απόκριση: Πρώτα από όλα θέλω να σας ζητήσω ένα μεγάλο συγγνώμη. Είμαι καλός άνθρωπος και όχι εγκληματίας και κακοποιός. Ό,τι έκανα, το έκανα για το καλό των παιδιών μου και της οικογένειάς μου. Ας πάρω όμως τα πράγματα από την αρχή για να καταλάβετε και εσείς τι άνθρωπος είμαι και πώς έφτασαν τα πράγματα μέχρι εδώ. Από μικρός έχω περάσει πολλές δυσκολίες και ποτέ δεν μεγάλωσα σε μια φυσιολογική οικογένεια. Το μόνο που ονειρευόμουν από μικρός είναι να κάνω τη δική μου οικογένεια. Έκανα ένα γάμο με την ΦΑ, με την οποία απέκτησα τον γιο μου, τον Α, ο οποίος τώρα είναι 14 χρονών. Με την ΦΑ έχουμε χωρίσει, αλλά έχουμε πολύ καλές σχέσεις και λόγω του γιου μου. Μάλιστα, με αφήνει να παίρνω τον Α και να μένει στο σπίτι μου όποτε θέλει και έχει χρόνο το παιδί. Αυτήν την περίοδο έχω σχέση με την ΚΜ ή Ν, όπως τη φωνάζω.
Η Ν έχει και αυτή δυο παιδιά, δίδυμα, την Z και τον A, από τον προηγούμενο γάμο της με έναν Πολωνό καθηγητή που τον λένε Πρζέμεκ. Αυτό δεν είναι το κανονικό του όνομα, αλλά έτσι τον φωνάζαμε εμείς. Ο Πρζέμεκ είχε γεννηθεί στην Πολωνία, αλλά ήταν καθηγητής σε ένα πανεπιστήμιο της Αμερικής. Ο Πρζέμεκ και η Ν χώρισαν το 2020. Οι σχέσεις τους δεν ήταν καθόλου καλές.
Ο Πρζέμεκ ήθελε να πάρεi τα παιδιά στην Αμερική να ζήσουν μαζί του. Αλλά, αν γινόταν, αυτό η Ν θα πέθαινε. Να σας πω ότι ο Πρζέμεκ ήταν ένας πολύ περίεργος και κακός άνθρωπος. Δεν συμπεριφερόταν καλά ούτε στη Ν, ούτε στα παιδιά. Θεωρούσε τον εαυτό του ανώτερο και πως τα ήξερε όλα. Πίστευε ότι όλοι οι υπόλοιποι είναι κατώτεροι από αυτόν. Όταν περνούσε χρόνο με τα παιδιά, ήταν αδιάφορος και δεν νοιαζόταν αν αυτά τρώνε ή περνάνε καλά.
Η Ν και ο Πρζέμεκ έχουν κάνει δικαστήριο με τους όρους για τα παιδιά. Με βάση αυτό, ο Πρζέμεκ μπορούσε να πάρει τα παιδιά ένα μήνα το καλοκαίρι κάθε χρόνο. Όλοι όμως ξέραμε ότι ο Πρζέμεκ είχε πολλά λεφτά και μεγάλες άκρες και φοβόμασταν ότι στο τέλος θα τα έπαιρνε εντελώς τα παιδιά. Αυτό θα αποτελείωνε εντελώς την Ν, η οποία τα υπεραγαπούσε. Φέτος το καλοκαίρι ο Πρζέμεκ ήθελε να πάρει τα παιδιά και να τα πάει στην Αμερική. Όμως, η Ν δεν συμφωνούσε και έτσι πήγε πάλι στα δικαστήρια με τον Πρζέμεκ. Πριν ενάμιση μήνα πήρα την απόφαση να τελειώσω αυτό το μαρτύριο που βιώναμε μία και καλή. Έψαξα στην Ομόνοια και αγόρασα από έναν γύφτο, που δεν ξέρω το όνομά του, ένα πιστόλι και κάποιες σφαίρες.
Την προηγούμενη βδομάδα, η Ν και ο Πρζέμεκ είχαν το δικαστήριο εδώ στην Αθήνα για το τι θα γίνει τελικά με τα παιδιά αυτό το καλοκαίρι. Αν, δηλαδή, θα μπορούσε ο Πρζέμεκ να πάρει τα παιδιά. Φοβόμασταν και οι δύο ότι θα μπορούσε να τα πάρει για πάντα από την Ελλάδα. Ο Πρζέμεκ, μάλιστα, ήρθε στην Ελλάδα για το δικαστήριο και έτσι φοβηθήκαμε ακόμη περισσότερο.
Το δικαστήριο, αν θυμάμαι καλά, ήταν την 30ή Ιουνίου 2025 και η απόφαση εκδόθηκε την Πέμπτη στις 3 Ιουλίου 2025. Εκείνο το βράδυ είπα στην Ν ότι θα φύγω από την Αθήνα και θα πάω στο Ναύπλιο για διακοπές. Επειδή ο Πρζέμεκ ήταν στην Αθήνα, το θεώρησα καλή ευκαιρία να απαλλαγούμε μία και καλή από αυτόν. Έτσι, λοιπόν, πήρα το αυτοκίνητό της Ν, ένα VW Polo και πήγα στο Τολό στο Ναύπλιο και βρήκα ένα φίλο μου τον Γιώργο, ο οποίος είναι από τη Βουλγαρία.
- Ερώτηση: Αναγνωρίζεις τον άνδρα που βλέπεις στη φωτογραφία;
- Απόκριση: Ναι, ο άντρας που μου δείχνετε είναι ο Γιώργος. Του ζήτησα να με ανεβάσει την επόμενη ημέρα στην Αθήνα και να με βοηθήσει, γιατί όπως του είπα, ήθελα να βρω τον Πρζέμεκ και να τον τρομάξω για να μην μας πάρει τα παιδιά. Αυτός μου είπε ότι δεν μπορούσε και με γνώρισε σε δυο φίλους του που είναι από την Αλβανία, τους οποίους εγώ συναντούσα για πρώτη φορά εκείνο το βράδυ. Τον έναν τον λένε Α και τον άλλο Φ.
- Ερώτηση: Αναγνωρίζεις τον άνδρα που βλέπεις στη φωτογραφία;
- Απόκριση: Ναι, αυτός είναι ο Α.
- Ερώτηση: Αναγνωρίζεις το παιδί που βλέπεις στη φωτογραφία;
- Απόκριση: Ναι, Αυτός ο μικρός είναι ο Φ. Όταν ήρθαν ο Α και ο Φ στην παραλία στο Τολό και τους γνώρισα, τους είπα ότι θέλω να με ανεβάσουν στην Αθήνα για να φοβίσω τον πρώην άντρα της γυναίκας μου. Έδωσα και στους δύο 1.500 ευρώ και έβγαλα από το αυτοκίνητό μου μια σακούλα, η οποία μέσα είχε το όπλο και τους την έδωσα να τη φυλάνε. Δεν ξέρω αν κατάλαβαν ότι μέσα εκεί υπήρχε όπλο. Πάντως, εγώ δεν τους το είπα. Στη συνέχεια, πήρα τον Γιώργο με το αυτοκίνητό μου και πήγαμε στο Ναύπλιο στο ξενοδοχείο A για να κοιμηθούμε. Φτάσαμε εκεί αργά το βράδυ. Σχεδόν ξημερώματα. Κοιμηθήκαμε για λίγες ώρες και όταν ξυπνήσαμε το πρωί, πήραμε τον Α τηλέφωνο για να βρεθούμε και να ξεκινήσουμε για Αθήνα. Όμως, δεν το σήκωνε και πήγαμε από το σπίτι του για να τον ξυπνήσουμε, αλλά δεν ήταν εκεί. Μετά πήγαμε μια βόλτα μέσα στο Ναύπλιο και πετύχαμε τον αδερφό του Α. Του είπαμε ότι τον ψάχναμε και εκείνος πήγε και τον ειδοποίησε και ήρθε και μας βρήκε με το αυτοκίνητό του, ένα Peugeot.
Εγώ τότε είπα στον Γιώργο να κάνει καμία βόλτα με το αμάξι μου στο Ναύπλιο για να φαίνεται ότι είμαι εκεί και μάλιστα άφησα και το κινητό μου μέσα στο αυτοκίνητο για να αφήνει ίχνη. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, και πήγαμε να πάρουμε τον Φ για να ανεβούμε στην Αθήνα. Το πιστόλι μου το έδωσαν ο Φ και ο Α το πρωί. Όταν φτάσαμε στην Αθήνα, πήγαμε κατευθείαν στην Πετρούπολη, όπου ο Α είχε κανονίσει να νοικιάσει ένα αυτοκίνητο, ένα γκρι Porsche Cayenne που δεν θυμάμαι τις πινακίδες του. Φτάσαμε, λοιπόν, στο μέρος από όπου θα παίρναμε το αυτοκίνητο και ο Α πάρκαρε το αυτοκίνητό του. Ο Α και ο Φ πήγαν να κάνουν τις διαδικασίες για να νοικιάσουν το αμάξι και εγώ έμεινα στο Peugeot.
Όταν τελείωσαν, ήρθαν εκεί που είχαμε παρκάρει το Peugeot. Αν θυμάμαι καλά, ο Α πήρε από πορτμπαγκάζ έναν πράσινο σάκο που είχε μέσα το όπλο και ρούχα μπήκαμε όλοι στο Porsche. Εγώ για να μην φαίνομαι, κάλυψα το σώμα και το κεφάλι μου με μια κουβέρτα και έτσι βγήκα από το ένα αυτοκίνητο και μπήκα στο άλλο. Από εκεί πήγαμε κατευθείαν στο Χαϊδάρι, γιατί ήξερα από την Ν ότι έχουν μαζί με τον Πρζέμεκ και τα παιδιά μια συνεδρία με την παιδοψυχολόγο, ώστε να βελτιωθεί η σχέση των παιδιών με τον Πρζέμεκ. Όταν φτάσαμε εκεί, δεν πρόλαβα τον Πρζέμεκ και έτσι μίλησα στο κινητό μαζί με τον γιο μου τον Α για να δω που βρίσκεται η Ν με τα παιδιά και τον Πρζέμεκ. Αν θυμάμαι καλά τον πήρα από το κινητό του Α και μιλήσαμε μέσω Signal.
Ο Α μου είπε ότι η Ν μαζί με τα παιδιά μετά τον ψυχολόγο θα επέστρεφαν στο σπίτι μας και μετά από λίγο θα πήγαινε και ο Πρζέμεκ για να πάρει τα παιδιά. Έτσι φύγαμε με το Porsche και πήγαμε στην Αγία Παρασκευή και παρκάραμε το αυτοκίνητο στην οδό Ειρήνης όπου βρίσκεται το σπίτι. Η ώρα πρέπει να ήταν κατά της 15:00 ώρα. Μάλιστα, λίγο πριν φτάσουμε μίλησα πάλι με τον γιο μου, τον Α, και τον ρώτησα αν έφτασαν η Ν με τα παιδιά και τον Πρζέμεκ. Περίπου στις 16:00 είδα τον Πρζέμεκ να περπατάει προς το σπίτι με τα πόδια. Τότε είπα στον Α να μετακινήσει το Porsche. Αυτός ξεκίνησε και έστριψε δεξιά στη Γιαβάση. Σε όλο αυτό το ταξίδι, οδηγός του Porsche ήταν ο Α και ο Φ συνοδηγός. Εγώ καθόμουν στα πίσω καθίσματα.
Όταν είδα τον Πρζέμεκ, έβγαλα από τον σάκο το όπλο, το όπλισα και κατέβηκα από το αυτοκίνητο. Ο Φ και ο Α μόλις με είδαν μου είπαν να μην κάνω μ@@@α, αλλά εγώ απλά κατέβηκα από το αυτοκίνητο και πήγα προς τον Πρζέμεκ. Τον πλησίασα και τον πυροβόλησα κάποιες φορές, αλλά δεν θυμάμαι πόσες. Ενώ είχαμε κανονίσει να με περιμένουν ο Α και ο Φ, αυτοί μόλις με είδαν να πυροβολώ τον Πρζέμεκ, έφυγαν και με παράτησαν εκεί. Εγώ ξεκίνησα να περπατάω και μετά από λίγο έβγαλα το μπουφάν που φορούσα και το πέταξα σε έναν κάδο. Εκεί πέταξα και το όπλο. Ήμουν σε σοκ.
Αφού περπάτησα αρκετά, δεν θυμάμαι ακριβώς τους δρόμους, πήρα ένα ταξί και πήγα στο Τολό. Εκεί βρήκα τον φίλο μου τον Γιώργο και μετά πήγα στα Ίρια στον φίλο μου τον Γιάννη τον Δ. Την επόμενη μέρα γύρισα στην Αθήνα. Ξέρω ότι αυτό που έκανα ήταν τρομακτικό και είμαι πολύ στεναχωρημένος. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Ζητώ και πάλι συγγνώμη. Όλα τα έκανα για την Ν και τα παιδιά μας για να έχουμε μια φυσιολογική ζωή, χωρίς προβλήματα. Κάτι άλλο δεν έχω να σας πω τώρα.