Ένα καίριο «χτύπημα» κατά της αρχαιοκαπηλίας κατάφερε η Ελληνική Αστυνομία με τη σύλληψη του ηγούμενου της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, στα Καλάβρυτα, καθώς και άλλων πέντε ατόμων, οι οποίοι εμπλέκονται στο σκάνδαλο της παράνομης αγοροπωλησίας ιερών κειμήλιων της Ορθοδοξίας.
Μαζί με τον ηγούμενο, συνελήφθη και ένας ακόμη μοναχός, όπως και τέσσερις ιδιώτες. Ένας ενεχυροδανειστής, η σύζυγός του, ένας μεσάζοντας και ένας ιδιώτης που πωλούσε αρχαία νομίσματα.
Το αντίτιμο που ζητούσε ο ιερωμένος για συνολικά 17 βυζαντινές εικόνες και δύο Ευαγγέλια είναι 200.000 ευρώ. Ειδικότερα, πρόκειται για δύο Ευαγγέλια του 1737 και του 1761, καθώς και μια κλεμμένη εικόνα από τη Σπάρτη.

Η ΕΛ.ΑΣ. ανακοίνωσε πως από την Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην κατοχή και πώληση θρησκευτικών εικόνων και άλλων αρχαίων αντικειμένων.
Για την αποδόμηση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση μεσημβρινές ώρες της Κυριακής 7 Σεπτεμβρίου, σε περιοχές της Πελοποννήσου, στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν συνολικά έξι μέλη της, μεταξύ των οποίων και ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Μέγα Σπηλαίου στα Καλάβρυτα.

Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, υπεξαίρεση, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, όπλα, καθώς και παραβάσεις των νομοθεσιών περί προστασίας των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς και περί ανιχνευτών μετάλλων.
Όπως τονίζεται, προηγήθηκε κατάλληλη αξιοποίηση πληροφοριών, από την περαιτέρω ανάλυση των οποίων -με ειδικές ανακριτικές τεχνικές- προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2025, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε δομημένη και με διαρκή δράση εγκληματική οργάνωση, με σκοπό τον εντοπισμό, απόκτηση και περαιτέρω διάθεση προς πώληση, αρχαιοτήτων, σε Ελλάδα και εξωτερικό, για την αποκόμιση παράνομου οικονομικού οφέλους.

Ως προς τον τρόπο δράσης (modus operandi), μέλη της οργάνωσης εντόπιζαν άτομα, τα οποία διέθεταν αρχαία αντικείμενα που έδειχναν διάθεση να τα πουλήσουν και τους έφερναν σε επαφή με έτερο μέλος, που εμφανιζόταν ως δήθεν ειδικός εκτιμητής.
Στη συνέχεια, αφού ολοκλήρωναν την αγοραπωλησία και έπαιρναν στην κατοχή τους τα αρχαία, προέβαιναν στην πώλησή τους, μέσω άγνωστων συνδέσμων της οργάνωσης, στο εξωτερικό.
Από τις έρευνες προέκυψε και ο ρόλος κάθε μέλους της οργάνωσης:
- 69χρονος είχε αρχηγικό ρόλο, λαμβάνοντας τις τελικές αποφάσεις σχετικά με τις αγοραπωλησίες και την κοστολόγηση των αρχαιοτήτων, ενώ εμφανιζόταν ως δήθεν εκτιμητής.
- 59χρονος και 66χρονος, ήταν επιφορτισμένοι με την εύρεση ατόμων που κατείχαν αρχαία αντικείμενα και προτίθεντο να προβούν στην πώληση αυτών, ενώ ο δεύτερος προέβαινε και σε αρχαιολογικές έρευνες και ανασκαφές.
- Τρία άτομα (39, 63 και 64 ετών) ήταν κάτοχοι αρχαίων αντικειμένων (Ευαγγέλια, αρχαία βιβλία και νομίσματα και βυζαντινές εικόνες), τα οποία είχαν συμφωνήσει να πωλήσουν στα έτερα μέλη.

Ο 63χρονος ήταν ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής και ο 39χρονος ιερομόναχος.
Συνολικά, από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες και λοιπούς χώρους, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
- 264 νομίσματα
- 14 θρησκευτικές εικόνες
- δύο Ιερά Ευαγγέλια και θρησκευτικό βιβλίο του 18ου αιώνα
- τρία αρχιερατικά εγκόλπια
- επαγγελματικό μηχάνημα ανίχνευσης μετάλλων
- δύο κυνηγετικά όπλα
- 262 κυνηγετικά φυσίγγια
- Μαχαίρι
- 12.810 ευρώ
- χρυσή λίρα
- δύο ζυγαριές ακριβείας
- δύο οχήματα
- επτά κινητά
- τάμπλετ
- Φακός και μεγεθυντικός φακός
- 18 φωτογραφίες που απεικονίζουν αρχαία αντικείμενα
- Πλήθος εγγράφων – σημειώσεων
Η προέλευση των ανωτέρω κατασχεθέντων εικόνων, των δύο Ιερών Ευαγγελίων και του εκκλησιαστικού βιβλίου, βρίσκεται υπό διερεύνηση, ενώ θα παραδοθούν για φύλαξη και εκτίμηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.
Τα κατασχεθέντα αρχαία νομίσματα θα παραδοθούν στο Νομισματικό Μουσείο.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.
