Η ανάπτυξη εγχώριας Αμυντικής Βιομηχανίας δεν ήταν στα οράματα και τα πλάνα του Κυριάκου Μητσοτάκη, γι’ αυτό και κατά την πρώτη τετραετία ως πρωθυπουργός κινήθηκε απαξιωτικά -αν όχι εχθρικά- απέναντι της. Αυτό δεν χωράει καμία αμφισβήτηση.
Ωστόσο με τον πόλεμο στην Ουκρανία ήρθαν τα πάνω – κάτω σε ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία βιαίως αναγκάστηκε να βγει από τον λήθαργο. Άμεσα προέκυψε η ανάγκη επανεκίνησης και ανάπτυξης σύγχρονης ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας απολύτως αναγκαία για την αυτοάμυνα της. Ως αρχή η ΕΕ σχεδιάζει να κινητοποιήσει έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και την αύξηση των εθνικών αμυντικών δαπανών μέσω του σχεδίου «ReArm Europe», καθώς και άλλων πρωτοβουλιών, όπως το χρηματοδοτικό εργαλείο SAFE και η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας. Ο στόχος είναι να αντιμετωπιστούν οι αυξημένες ανάγκες στην άμυνα, να ενισχυθεί η αμυντική παραγωγή και να βελτιωθεί η ετοιμότητα των στρατευμάτων.
Στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες που παραδοσιακά διαθέτουν αξιόλογη αμυντική βιομηχανία με σημαντική εξαγωγική δυνατότητα (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία) δικαιωματικά θα λάβουν την μερίδα του λέοντος από την πίτα των 800 δις καθώς καλούνται να μπουν στην 5η γενιά παραγωγής προηγμένων έξυπνων συστημάτων. Οι χώρες που εντάσσονται στην μικρομεσαία κατηγορία αμυντικής βιομηχανίας (Ισπανία, Ολλανδία, Σουηδία) καλούνται να μπουν σε νέες γραμμές παραγωγής και συμπαραγωγής αμυντικών προϊόντων, ενώ οι υπόλοιπες είκοσι χώρες που εμφανίζουν μικρή ή μηδενική παραγωγική δυνατότητα όπως η Ελλάδα βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα: Θα συμμετάσχουν στην παραγωγική διαδικασία οπλικών συστημάτων με εξαγωγική δυνατότητα ή μόνο θα αγοράζουν όπλα για τις εθνικές και κοινοτικές ανάγκες;

Από τις πρώτες συζητήσεις στην ΕΕ για την συγκρότηση του σχεδίου «ReArm Europe» ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε προθυμία να συμμετάσχει και η Ελλάδα σε αυτή την κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια δημιουργίας αυτοτελούς ευρωπαϊκού αμυντικού μηχανισμού για την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συνόρων. Είναι η στιγμή που ο Έλληνας πρωθυπουργός αναθεωρεί τις απόψεις του για το μέλλον της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, που μέχρι τώρα θεωρούσε ότι είναι προδιαγεγραμμένο.
Η πρώτη κίνηση που έκανε ο Κυρ. Μητσοτάκης ήταν να καλέσει στο Μέγαρο Μαξίμου Έλληνες επιχειρηματίες που είτε δραστηριοποιούνται στην παραγωγή αμυντικών προϊόντων, είτε έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να εμπλακούν στο μέλλον. Έκτοτε σιγή ασυρμάτου έως τη ΔΕΘ, όπου ανακοίνωσε ότι οι επενδυτικές δαπάνες που αφορούν στους τομείς άμυνας και κατασκευής οχημάτων θα εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους, προσαυξημένες κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Επιπλέον στις επενδύσεις αυτές θα δίνεται το κίνητρο της ταχείας αδειοδότησης, όπως γίνεται με τις στρατηγικές επενδύσεις. Η έκπτωση θα αφορά για αρχικές επενδύσεις που θα εκκινήσουν τα έτη 2026, 2027 και 2028.
Οι επιλέξιμοι κλάδοι περιλαμβάνουν:
- Κατασκευή όπλων και πυρομαχικών (ΚΑΔ 25.40)
- Κατασκευή μηχανοκίνητων οχημάτων (ΚΑΔ 29.10)
- Κατασκευή ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού για μηχανοκίνητα οχήματα (ΚΑΔ 29.31)
- Κατασκευή άλλων μερών και εξαρτημάτων για μηχανοκίνητα οχήματα (ΚΑΔ 29.32)
- Κατασκευή αεροσκαφών και συναφών μηχανημάτων (ΚΑΔ 30.30)
- Κατασκευή στρατιωτικών οχημάτων μάχης (ΚΑΔ 30.40).

Η παραπάνω εξαγγελία είναι η πρώτη συγκροτημένη παρέμβαση της κυβέρνησης της ΝΔ για την υποστήριξη του κλάδου της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας που φθίνει επί μια εικοσαετία.
Μπορεί κάποιοι να σπεύσουν να πουν ότι πρόκειται για «φωτογραφικό» μέτρο που αφορά την κατασκευή των οχημάτων του Ελληνικού Στρατού στην ΜΕΤΚΑ. Ωστόσο, το μέτρο ευνοεί και πολλά άλλα προγράμματα που εκτελούνται στην ελληνική βιομηχανία.
Παρόμοια μέτρα έχουν ληφθεί στο πρόσφατο παρελθόν και σε άλλους τομείς δραστηριοτήτων όπως για την ενίσχυση της Έρευνας και Ανάπτυξης από ιδιωτικές επιχειρήσεις με θετικά αποτελέσματα.
Το φορολογικό κίνητρο για δαπάνες Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α) βασίζεται στο υφιστάμενο οριζόντιο μέτρο που προβλέπει συνολική έκπτωση 200% για δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας (Ν. 4172/2013). Σύμφωνα με μεταγενέστερη τροποποίηση για τη φορολογική χρήση 2025 και εφεξής, τα ποσοστά έκπτωσης κυμαίνονται από 250% έως 315%.
Παρόμοια μέτρα έχουν ληφθεί και για δαπάνες που αφορούν σε επενδύσεις πράσινης οικονομίας, ενέργειας και ψηφιοποίησης.
Όπως έχει δείξει η ζωή εκ των αποτελεσμάτων το μέτρο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και αναμένεται να ενθαρρύνει την ταχύτερη υλοποίηση των ήδη προγραμματισμένων επενδύσεων.
Ωστόσο προκύπτουν δύο αχαρτογράφητα σημεία:
- α) Για το πως θα ενισχυθούν δραστηριότητες ενδιάμεσων κλάδων (και δραστηριοτήτων) και ειδικά τεχνολογιών που αποτελούν κομβικούς κρίκους στην αλυσίδα αξίας της αμυντικής βιομηχανίας.
- β) Για το πως θα ενισχυθούν προσπάθειες εδραίωσης των startups που δεν ευνοούνται από φοροαπαλλαγές αλλά χρειάζονται κεφαλαιακές ενισχύσεις για να αναπτυχθούν ταχύτερα (scaling up).

Προφανώς η νέα φορολογική παρέμβαση δεν επαρκεί για να αναπτυχθεί μια σύγχρονη αμυντική τεχνολογική βάση στην χώρα μας. Απαιτούνται πέντε επιπλέον κινήσεις:
Πρώτον: Είναι αναγκαίο η χώρα να δει τη συνολική εικόνα που διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και να ενθαρρυνθούν οι προοπτικές συμμετοχής των ελληνικών επιχειρήσεων σε διασυνοριακά δίκτυα παραγωγής. Η συμμετοχή από την αρχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα ανάπτυξης νέων οπλικών συστημάτων αποτελεί μονόδρομο. Σε διαφορετική περίπτωση θα παραμείνουμε «καταναλωτές» και όχι παραγωγοί συστημάτων.
Δεύτερον: Οι μακροπρόθεσμες παραγγελίες είναι ο καλύτερος τρόπος για να αυξηθεί η προβλεψιμότητα για την αμυντική βιομηχανία και να παρέχονται τα απαραίτητα μακροπρόθεσμα επενδυτικά μηνύματα έτσι ώστε να λαμβάνονται έγκαιρα οι κατάλληλες επιχειρηματικές αποφάσεις. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα θα πρέπει να στηρίζεται σε αξιόπιστες μελέτες και η χρηματοδότηση να καλύπτει τις ανάγκες έστω και με τμηματικές παραδόσεις σε βάθος χρόνου. Σε αυτό το τομέα η Ελλάδα πάσχει. Καθυστερήσεις στην προετοιμασία των προμηθειών και κατατμήσεις στο αντικείμενο ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των χρηματοδοτήσεων έχουν οδηγήσει σε αβεβαιότητες και μειωμένες δυνατότητες συμμετοχής της ελληνικής βιομηχανίας στη υλοποίηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Τρίτον: Η ανάπτυξη επαναστατικών τεχνολογιών ωθεί το μετασχηματισμό της αμυντικής βιομηχανίας λόγω καινοτομιών στην τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ), τη συνδεσιμότητα και τα αυτόνομα συστήματα. Η ενσωμάτωση της ΤΝ αλλάζει τις αμυντικές επιχειρήσεις από τη λήψη αποφάσεων στο πεδίο της μάχης στην επιτήρηση και την προγνωστική ανάλυση. Η τεχνολογική προσπάθεια της χώρας μας πρέπει να είναι εστιασμένη σε τομείς που διαθέτουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και να ενισχύεται με σημαντικούς πόρους και άλλα κίνητρα. Παράλληλα, πρέπει να αποφευχθούν φαινόμενα ενίσχυσης προσπαθειών που απλά παρακολουθούν τις τεχνολογικές εξελίξεις και προσφέρουν περιορισμένη προστιθέμενη αξία.
Τέταρτον: Είναι σκόπιμο να αποσαφηνιστεί το μέλλον των δύο κρατικών αμυντικών βιομηχανιών: ΕΑΒ και ΕΑΣ.Και οι δύο κρατικές επιχειρήσεις κινούνται χωρίς στρατηγικό σχέδιο και η πορεία τους είναι προδιαγεγραμμένη. Θα οδηγηθούν αργά ή γρήγορα σε λύσεις συνεργασίας με δυσμενείς όρους. Είναι καλύτερα να προωθηθούν καθαρές λύσεις με εξυγίανση, αναβάθμιση της διοίκησης στενότερη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα στη βάση στρατηγικού σχεδιασμού και αναβαθμισμένη συμμετοχή σε διασυνοριακά αναπτυξιακά προγράμματα στρατηγικού ενδιαφέροντος.
Πέμπτον: Η σύγχρονη αμυντική βιομηχανία στηρίζεται στην υψηλή εξειδίκευση των εργαζομένων. Την εποχή της οικονομικής κρίσης η Ελλάδα απώλεσε χιλιάδες θέσεις εργασίας σε κρίσιμους τομείς. Μεγάλος αριθμός εργαζομένων μετανάστευσε ή στράφηκε σε άλλους τομείς. Θα απαιτηθεί σημαντική προσπάθεια κατάρτισης τεχνιτών και προσέλκυσης μηχανικών, υψηλότεροι μισθοί και καλύτερες συνθήκες και προοπτικές εργασίας.
Επομένως, με βάση όλα τα παραπάνω, η επιχειρηματική εμπλοκή στον κλάδο της αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι μια εύκολη υπόθεση ούτε για τους επιχειρηματίες, ούτε και για τους κυβερνώντες.
Καταρχάς, στρατηγικό σχέδιο απαιτείται για την ανάπτυξη της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας. Σχέδιο αξιόπιστο με όραμα και ελπίδα που θα πείσει και θα εμπνεύσει, αφενός επιχειρηματίες για να ασχοληθούν σοβαρά με την ανασύσταση του Κλάδου και αφετέρου τα δυνατά τεχνολογικά μυαλά να επιστρέψουν στην χώρα τους και από κοινού να κερδίσουν το στοίχημα ότι η Ελλάδα, ΜΠΟΡΕΙ και ΑΞΙΖΕΙ να φτιάξει δική της Αμυντική Βιομηχανία. Δεν πρόκειται για όνειρο, αλλά για εθνική αναγκαιότητα