Από την ψήφιση του νομοσχεδίου και μετά, η καταγγελία της εργασιακής σχέσης θα θεωρείται έγκυρη, εφόσον οφείλεται σε βάσιμο λόγο, κατά την έννοια του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, η κύρωση του οποίου έγινε το 2016.
Με άλλη διάταξη εισάγεται η υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει μέσω τράπεζας την οφειλόμενη αποζημίωση απόλυσης, ώστε να ελέγχεται πληρέστερα η τήρηση της εν λόγω υποχρέωσης των εργοδοτών.
Το ίδιο θα ισχύσει από 1ης Ιουλίου και για τις αποζημιώσεις και τις εισφορές των μαθητευομένων, σπουδαστών και φοιτητών, που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία.
Οι επιχειρηματίες θεωρούν ότι εφόσον κάτι τέτοιο νομοθετηθεί, τότε ενδέχεται να δημιουργηθούν ζητήματα στις επιχειρήσεις.
Από την πλευρά της η Έφη Αχτσιόγλου σημείωσε ότι «το νομοσχέδιο που φέρνουμε στη Βουλή περιλαμβάνει μία ρύθμιση-τομή για τα εργασιακά στη χώρα. Προβλέπει ότι οι απολύσεις στο εξής θα πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Επομένως, μετά την ψήφιση του νόμου, κανείς δεν θα μπορεί να απολύεται, αν δεν συντρέχει βάσιμος λόγος, που θα πρέπει να αποδεικνύεται συγκεκριμένα».
Παράλληλα τόνισε ότι, «αν ένας εργαζόμενος προσφύγει στα δικαστήρια, θεωρώντας ότι δεν υπάρχει βάσιμος λόγος απόλυσης, θα πρέπει ο εργοδότης να αποδείξει ότι είχε σοβαρό λόγο, για να τον απολύσει. Εάν δεν μπορεί να το αποδείξει ο εργοδότης, τότε ο εργαζόμενος δικαιούται επαναπρόσληψη, μισθούς για όλο αυτό το διάστημα και αποζημίωση. Είναι μία πολύ μεγάλη τομή που θα γίνει αντιληπτή στην καθημερινότητα των εργαζομένων. Με τη ρύθμιση αυτή, το ευρωπαϊκό κεκτημένο στην εργατική προστασία γίνεται πράξη στη χώρα μας».