Ο Αλέξης Κούγιας δεν κατέθεσε, τελικά, αναφορές σε βάρος όλων των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών που χειρίστηκαν την υπόθεση του εντολέα του Δημήτρη Λιγνάδη στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, όπως είχε προαναγγείλει, παρά το γεγονός ότι προσήλθε στο δικαστικό Μέγαρο.
Όπως μετέδωσε το ΑΠΕ ΜΠΕ, η γραμματεία (πρωτόκολλο) της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου δεν δέχθηκε τις αναφορές που ήθελε να καταθέσει ο γνωστός δικηγόρος, καθώς δεν είχαν τον χαρακτήρα του επειγόντως και του υπεδείχθη να αποσταλούν ταχυδρομικά (ΕΛΤΑ) ή μέσω Courier, λόγω των μέτρων που λαμβάνονται για την πανδημία (COVID-19).
Παράλληλα, επισημάνθηκε από την πλευρά της Εισαγγελίας, ότι ακόμη και για τις επείγουσες περιπτώσεις όπου πρέπει να κατατεθούν αναφορές κ.λπ., αναγκαίο είναι να έχει προηγηθεί τηλεφωνική επικοινωνία για να καθοριστεί ραντεβού.
Εξάλλου, όπως έγινε γνωστό, ο κ. Κούγιας δεν ζήτησε να επισκεφθεί τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Βασίλη Πλιώτα.
Νωρίτερα, μιλώντας στους δημοσιογράφους έξω από τον Άρειο Πάγο, ο κ. Κούγιας ανέφερε: «Οι συνεργάτες μου καταθέτουν στο Πρωτόκολλο της εισαγγελίας και του Αρείου Πάγου τις τρεις αναφορές οι οποίες ζητούν τον πειθαρχικό έλεγχο των δύο εισαγγελέων που διενήργησαν την προανάκριση εις βάρος του κυρίου Λιγνάδη, της κυρίας ανακριτού που διεξάγει την τακτική ανάκριση και των τριών δικαστών που εξέδωσαν το απορριπτικό βούλευμα επί της ενστάσεως ακυρότητας της ποινικής διώξεως και το ένταλμα σύλληψης.
Ο λόγος που για πρώτη φορά στην καριέρα μου προβαίνω σε αυτή την ενέργεια είναι ένας και μοναδικός: Δεν είμαι αυτός που διδάξει τους δικαστές το καθήκον τους. Είμαι ο τελευταίος που μπορώ να το κάνω. Όμως η υπόθεση Λιγνάδη είναι μια υπόθεση πρωτοφανής στα δικαστικά δεδομένα της Ελλάδος. Όλα αυτά τα χρόνια είχα και έχω αυτή την φιλοσοφία που ελπίζω να την έχω αρκετά χρόνια ακόμα: Ότι είμαι ο δικηγόρος και όπως και οι συνάδελφοί μου βοηθών την δικαιοσύνη να εκδίδει δίκαιες αποφάσεις».