Η ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από δύο μεγάλες εξελίξεις: τη σταδιακή αποχώρηση του λιγνίτη και την εντυπωσιακή αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ηλεκτρικό ισοζύγιο. Στο ενδιάμεσο, το φυσικό αέριο βρέθηκε να παίζει έναν καθοριστικό ρόλο, διασφαλίζοντας τη σταθερότητα του συστήματος.
Μεγάλη μείωση εκπομπών ΑΘ στην Ελλάδα
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα έχει πετύχει εντυπωσιακή μείωση των εκπμπών των αερίων θερμοκηπίου σε μια εικοσαετία. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 2023 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στη χώρα μας μειώθηκαν κατά 5% σε ετήσιο επίπεδο και κατα 46% σε σχέση με το 2005.
Η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στον κλάδο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (–16%), με βάση την ίδια πηγή, κάτι που μπορεί να αποδοθεί στη μεγάλη μείωση του λιγνίτη και την αύξηση των ΑΠΕ.
Ποιος είναι ο ρόλος του φυσικού αερίου σε όλα αυτά; Αναμφίβολα, καίγεται πιο «καθαρά» σε σχέση με άλλα ορυκτά καύσιμα, εκπέμποντας σημαντικά λιγότερους αέριους ρύπους και σωματίδια. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε ότι παραμένει ένα ορκυτό καύσιμο και για αυτό τον λόγο χρειάζεται προσοχή σε μια πορεία μακροπρόθεσμης απανθρακοποίησης.
Ευελιξία και συνδυασμός με άλλα καύσιμα
Στον αντίποδα, βέβαια, το αέριο διαθέτει μια κρίσιμη ιδιότητα σε αυτή τη μεταβατική περίοδο: ευελιξία. Οι μονάδες φυσικού αερίου μπορούν να προσαρμόσουν γρήγορα την παραγωγή τους ανάλογα με τη ζήτηση και να «γεφυρώσουν» τα κενά όταν η παραγωγή από ΑΠΕ είναι χαμηλή, λόγω καιρικών συνθηκών. Έτσι, το αέριο λειτουργεί ως σταθεροποιητικός παράγοντας σε μια περίοδο που το σύστημα ηλεκτροπαραγωγής γίνεται ολοένα και πιο αποκεντρωμένο και μεταβλητό.
Ένα ακόμη πλεονέκτημα του φυσικού αερίου είναι ότι οι υφιστάμενες υποδομές του μπορούν, με τις κατάλληλες προσαρμογές, να αξιοποιηθούν και για νέα, καθαρότερα καύσιμα. Ήδη σε πολλές χώρες δοκιμάζονται μείγματα φυσικού αερίου με βιομεθάνιο ή υδρογόνο, τα οποία σταδιακά μπορούν να διοχετεύονται στο ίδιο δίκτυο. Με τον τρόπο αυτό, το φυσικό αέριο δεν αποτελεί μόνο μια γέφυρα για τη σημερινή μετάβαση, αλλά και μια βάση πάνω στην οποία μπορεί να χτιστεί το ενεργειακό μείγμα του αύριο.
Ένας απαραίτητος σύμμαχος για τη μετάβαση
Η Ελλάδα έχει επενδύσει σημαντικά σε υποδομές φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια. Οι αγωγοί μεταφοράς και τα δίκτυα διανομής έχουν επεκταθεί, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχουν οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), που αυξάνουν τη δυναμικότητα εφοδιασμού και διευκολύνουν τις συνέργειες με άλλες χώρες.
Γενικότερα, το φυσικό αέριο θεωρείται μεταβατικό καύσιμο, καθώς μπορεί να υποστηρίξει την πορεία προς ένα πιο καθαρό ενεργειακό μείγμα χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την επάρκεια και την αξιοπιστία του συστήματος. Ο συνδυασμός αερίου και ΑΠΕ διαμορφώνει ένα ισορροπημένο μοντέλο: οι ανανεώσιμες πηγές συνεχίζουν να αυξάνουν το μερίδιό τους, ενώ το αέριο εξασφαλίζει τη σταθερή και αδιάλειπτη παροχή ενέργειας.
Καταληκτικά, το φυσικό αέριο θα συνεχίσει να παίζει ρόλο-κλειδί τα επόμενα χρόνια. Η ευελιξία του, η δυνατότητα άμεσης ενεργοποίησης και οι ισχυρές υποδομές που έχουν ήδη αναπτυχθεί στη χώρα το καθιστούν έναν απαραίτητο «σύμμαχο» στη μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό μέλλον.