Η κυκλοφορία του βιβλίου «Η μπαλάντα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004» – του υπογράφοντος και τη στήλη – από τις Εκδόσεις Λιβάνη, εκτός από την αποκαλυπτική αφήγηση μιας συναρπαστική διαδρομής με πολλά επεισόδια ως τον θριαμβευτικό Αύγουστο του 2004 – προσφέρεται για τη συζήτηση δυο θεμάτων που έχουν παραπέσει τα τελευταία χρόνια.
Πρώτο. Τι έκανε τους Έλληνες να συμπράξουν σε ένα εθνικό στόχο με τον οποίο η χώρα «πέρασε απέναντι» εκείνο το καλοκαίρι – και γιατί δεν επαναλήφθηκε αυτό το φαινόμενο, πάρα τις ευκαιρίες και τις αναγκαιότητες που ακολούθησαν;
Δεύτερο. Γιατί δεν αξιοποιήθηκε πλήρως η υλική και άυλη ολυμπιακή κληρονομιά; Από την παγκόσμια φήμη της Ελλάδας, ως ικανής να αναλαμβάνει διοργανώσεις υψηλών απαιτήσεων, ως τις ευκαιρίες παραγωγικών επενδύσεων που χάθηκαν; Από την τεχνογνωσία και τις μεθόδους εργασίας, ως τους ανθρώπους και τις μεθόδους, που δεν εντάχθηκαν στη διοίκηση. Και πρωτίστως για τις υποδομές που σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείφθηκαν…
Το τελευταίο βρίσκεται αιφνιδίως στην επικαιρότητα: ο Πρωθυπουργός ενεργοποίησε στην Παιανία μιας από τις υποδομές που περιλαμβάνονται σ’ αυτή την κληρονομιά. Και τις επόμενες μέρες θα ανακοινωθεί η αξιοποίησή ενός ακόμη ολυμπιακού σταδίου.
► Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Γ. Λακόπουλου «Η μπαλάντα των Ολυμπιακών Αγώνων»
Έτσι επιβεβαιώνεται ένα από τα «ευρήματα» του βιβλίου: η χώρα μπορεί και τώρα να επωφεληθεί τον όγκο των αθλητικών υποδομών που δημιουργήθηκαν ακόμη και καθ’ υπερβολή, για τις ολυμπιακές ανάγκες. Και από το απόθεμα μάνατζμεντ που άφησε η Γιάννα Αγγελοπούλου – με την επιτροπή «Αθήνα 2004».
Ο Μητσοτάκης είπε ότι είναι «στοίχημα της κυβέρνησης» η αξιοποίηση ολυμπιακών εγκαταστάσεων που «δυστυχώς στην πορεία του χρόνου είχαν εγκαταλειφθεί και περιέλθει σε καθεστώς πλήρους απαξίωσης». Κάλιο αργά παρά ποτέ.
Αλλά το κεφάλαιο των «ολυμπιακών και ακινήτων», εκτός από την ερήμωση περιλαμβάνει και την κακοδιαχείριση, ακόμη και όταν «αξιοποιούνται». Στην περιοχή του Αγίου Κοσμά και αλλού υπάρχουν χειροπιαστά παραδείγματα. Συν την απογύμνωση αθλητικών εγκαταστάσεων από τον εξοπλισμό τους.
Υπάρχει δηλαδή και θέμα διαφάνειας και το αναδεικνύει ένας άνθρωπος του Αθλητισμού και της Αυτοδιοίκησης: ο Γιάννης Σγουρός – με τη δική του ιστορία στον αθλητισμό και στην ολυμπιακή υπόθεση – βάζει το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων: άλλο η αξιοποίηση και άλλο να παίρνει το κράτος ως αντάλλαγμα «καθρεφτάκια για τους ιθαγενείς».
Παλιός μπασκετμπολίστας του «Μίλωνα», δημιουργός της μεγάλης ομάδας της Άρσης Βαρών και μέλος των «επίλεκτων» στάθηκαν δίπλα στην Αγγελοπούλου στη διεκδίκηση και οργάνωση των Αγώνων, έχει τις ενστάσεις του για τις «βαρύγδουπες και γεμάτες στόμφο» πρωθυπουργικές δηλώσεις ότι, σήμερα υπάρχει «σχέδιο για τον αθλητισμό».
Σημειώνει πως η κυβέρνηση που «πανηγυρίζει για την Παιανία», «διέλυσε το σπίτι των πρωταθλητών του στίβου και το άθλημα της ξιφασκίας» και σε κάποια στάδια «έκανε έξωση στον μαζικό αθλητισμό».
Με άλλα λόγια: αξιοποίηση, αλλά για ποιον; Όπως σημειώνει: «δεν θα ήταν πιο δίκαιο να απολαμβάνουν οι κάτοικοι της Αττικής τους ολυμπιακούς χώρους, χωρίς να καταβάλουν αντίτιμο;»
Οι πολίτες πλήρωσαν ήδη για τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις – που στη συλλογική συνείδηση αντιπροσωπεύουν κάτι περισσότερο – οπότε δεν προσφέρονται μόνο για «μπίζνες».
Ο πρώην Περιφερειάρχης λειτουργεί ως «μνήμη» των αξιών που αναδείχθηκαν στους αθλητικούς χώρους το ξεχωριστό 2004.