Το ΠΑΣΟΚ από το 1981 ήταν κόμμα της τάξης του 40%. Εκεί κινήθηκε και στη δύσκολη διετία 1989-‘90, υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Με την ίδια δυναμική το πήρε – με εσωτερικές διαδικασίες που έγιναν για πρώτη φορά – ο Κώστας Σημίτης και τη διατήρησε σε δυο εκλογικές αναμετρήσεις.
Αλλά είχε την ατυχή έμπνευση – άλλοι λένε ανειλημμένη υποχρέωση – να παρακάμψει το Καταστατικό και να το παραδώσει στον Γ. Παπανδρέου – ως κληρονομικό δικαίωμα.
Εκεί τέλειωσε η περίοδος της δόξας. Αυτός το άφησε στον Βαγγέλη Βενιζέλο διαλυμένο, υπερχρεωμένο, αδιαφανές και με το άγος ότι έσυρε τη χωρά σε διεθνή οικονομικό έλεγχο.
Η πισώπλατη διάσπαση του 2015 λίγο έλειψε να το αφήσει εκτός Βουλής – όπως έμεινε το κομματίδιο που συνέστησε ο ίδιος.
Παραδόξως η, επίσης κληρονόμος, Φώφη Γεννηματά παρ’ ότι έκανε όση αναστήλωση επέτρεπαν οι περιστάσεις, τον διόρισε, ως πρώην Πρωθυπουργό, βουλευτή του ΠΑΣΟΚ -χωρίς καν να διαλύσει το κόμμα του.
Αντίθετα, άφησε εκτός Βουλής τον Βενιζέλο, που δεν ήταν απλώς πρώην πρόεδρος, αλλά είχε και κοινοβουλευτική παρουσία υψηλού επιπέδου που θα ωφελούσε το ΠΑΣΟΚ και το Κοινοβούλιο. Ο διάδοχός της το εξέλαβε ως «προηγούμενο» και το επανέλαβε.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ήδη τεσσεράμισι χρόνια αφεντικό στη Χαρ. Τρικούπη. Πήρε σε δυο εκλογές βιώσιμα ποσοστά και νίκησε, στην εσωκομματική κάλπη, την αμφισβήτησή του. Αλλά με ήλιο τα βάζει, με ήλιο τα βγάζει και προκοπή δεν βλέπει.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν τρίτο κόμμα στις εκλογές και βρέθηκε δεύτερο στη Βουλή, λόγω διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δημοσκοπικά τη χάνει από ένα κόμμα που δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη θορυβώδη επικεφαλής του. Τι φταίει;
Το όνομα και τα σύμβολα – που έλεγε ο Χρυσοχοΐδης όταν ήταν ΠΑΣΟΚ – τα οποία αλλάξαν για να επανέλθουν με κάτι «μπαλώματα»; Μόνο για δύο διαδόχους έφτανε η μπαταρία της κεκτημένης ταχύτητας, που είχε δώσει στο κόμμα ο ιδρυτής του;
Φταίει η ηγεσία, ότι δεν διαθέτει ηγετική ομάδα με ακτινοβολία και σαγηνευτικό πολιτικό λόγο; Λείπουν η διακριτή ιδεολογία και οι καθαρές επιδιώξεις;
Φταίει το ξερό τους το κεφάλι και ο Θεός που τους μισεί – που θα έλεγε ο Βάρναλης – και σε κάθε εκλογή περνάνε κάτω από τον πήχη;
Αυτή είναι η κρίσιμη λέξη: «πήχης». Κανείς δεν μπορεί να τον περάσει, αν τον βάζει πολύ πιο ψηλά από το άλμα που μπορεί να κάνει. Όπως κανείς δεν μπορεί να δαγκώσει περισσότερο από όσο μπορεί να μασήσει.
Το ΠΑΣΟΚ επί Ανδρουλάκη κυνηγάει ανεμόμυλους: πρώτα τη δεύτερη θέση, που δεν πήρε στις εκλογές του 2023 και τις ευρωεκλογές του 2024 και τώρα την πρώτη!
Μια δειλή – αλλά εύλογη – απόπειρα που έκανε ο Τσουκαλάς, ως εκπρόσωπός του, να κατεβάσει τον πήχη, λιθοβολήθηκε και αποσύρθηκε.
Όσο βεβαιώνει πως θα κερδίσει τις εκλογές και συνακόλουθα θα γίνει πρωθυπουργός ο επικεφαλής του, τόσο χάνει το μόνο πολιτικό εργαλείο που θα απέδιδε: να καθιερωθεί ως εν δυνάμει κυβερνητικός εταίρος.
Δεν είναι κι άσχημα. Απλώς πρέπει να ξέρει με ποιον θα μπορούσε να συγκυβερνήσει ως, δεύτερο, κόμμα και να το λέει.
Σ’ αυτό δυσκολεύονται στη Χαρ. Τρικούπη, επειδή δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Δηλαδή το πρόβλημα είναι εσωτερικό.
Δεν φταίει ο πήχης – αλλά αυτός που τον βάζει.