Ποιος παράγει τη ειδησεογραφία; Η φυσική απάντηση θα ήταν: οι δημοσιογράφοι – που αποτυπώνουν την πραγματικότητα!
Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε. Αλλά όχι πάντα. Υπάρχει και μια παράλληλη μηχανή δημιουργίας «πραγματικότητας»: η εξουσία, της πολιτικής και του χρήματος.
Ένα μεγάλο μέρος των «ειδήσεων» κατασκευάζεται. Το φαινόμενο να παρουσιάζονται τα πράγματα με έναν συγκεκριμένο τρόπο επειδή κάποιος πλήρωσε γι’ αυτό δεν είναι σπάνιο.
Όλο και περισσότερο χρήμα – εμφανές ή «μαύρο» – διατίθεται είτε για την προπαγάνδα της κυβέρνησης – και άλλων κομμάτων – είτε για «καλλιέργεια εδάφους» επιχειρηματικών επιδιώξεων.
Στα ΜΜΕ ο «καθημερινός» εργαζόμενος – σε όλες τις βαθμίδες τους – πασχίζει για την πραγματική είδηση και την ενημέρωση, χωρίς αλλοιώσεις.
Με αυτόν τον τρόπο βγάζει το ψωμί του – ακόμη και όταν είναι κακοπληρωμένος. Όπως και η εγκυρότητα, είναι ο τρόπος που έχουν κάποια ΜΜΕ να εξασφαλίζουν την προτίμηση του κοινού.
Υπάρχουν όμως μια κάστα «φθασμένων» δημοσιογράφων και μια ομάδα διατεταγμένων ΜΜΕ, που υπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες και οικονομικά συμφέροντα, συνήθως αλληλοδιαπλεκόμενα.
Υπάρχουν ακόμη και ΜΜΕ που επιβιώνουν, ενώ δεν έχουν απήχηση, αλλά και δημοσιογράφοι με εισοδήματα μεγαλύτερα από τη φορολογική τους δήλωση που διαθέτουν «χορηγούς».
Στην ενημέρωση ο εύκολος πλουτισμός – που συνήθως επιδεικνύεται προκλητικά – δεν είναι άγνωστος και προκύπτει ως προϊόν διαμεσολάβησης, εκβιασμών, εξαγοράς και διατεταγμένης υπηρεσίας.
Όταν δημοσιογράφος επιχειρεί να περάσει σακούλες με λεφτά από τελωνεία, διακινεί εκβιαστικό υλικό, ή μετά θάνατον αποδεικνύεται πάμπλουτος, μόνο την ενημέρωση δεν έχει υπηρετήσει.
Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο της δημοσιογραφίας που αντί να ερευνά, να αμφισβητεί και να αναζητά την αλήθεια, διακινεί την εκδοχή όσων πληρώνουν… Είτε πρόκειται για κυβερνήσεις και κόμματα, είτε για οικονομικούς παράγοντες.
Όποιος έχει μάτια βλέπει. Πχ την εποχή του Χρηματιστηρίου, το παιχνίδι με τον δείκτη στη Σοφοκλέους δημιουργούσε περιουσίες και για «λειτουργούς» των ΜΜΕ.
Σε μεγάλα σκάνδαλα μια μερίδα δημοσιογράφων συνωστίζονται στη λάθος πλευρά του επαγγέλματος: υπερασπίζονται τους «εμπλεκόμενους» – ερευνώμενους ή ερευνητές – όχι την ανάγκη των πολιτών να μάθουν την αλήθεια.
Όταν αυτό δεν γίνεται σε σύμπραξη με το χρήμα, γίνεται σε συνεργασία με την πολιτική και η διαστρέβλωσή που παράγει κρεμιέται στα μανταλάκια ως ενημέρωση.
Τα «Άπαντα» της δημοσιογραφίας που είναι προϊόν οικονομικής και πολιτικής ισχύος, καταλαμβάνουν τόμους. Και εξηγούν γιατί η κρίση εμπιστοσύνης στην πολιτική μεταφέρεται και στη δημοσιογραφία.
Εκεί που η ενημέρωση διασταυρώνεται με το χρήμα, ή με την πολιτική παράγει άνθη του κακού και «τέρατα».
Από «ειδικούς» επί των δημοσίων σχέσεων, μέχρι «βαποράκια» που προσφέρουν υπηρεσίες με ανταμοιβή – προσφερόμενη ή εκβιαζόμενη.
Αλλά οι πολίτες έχουν αναθέσει στους πολιτικούς και όχι στους δημοσιογράφους, την υγιή λειτουργία της ενημέρωσης – στα πλαίσια του Πολιτεύματος.
Από αυτή την άποψη η αλλοτρίωση του δημοσιογράφου – όπως του δημοσίου υπαλλήλου, του συνδικαλιστή, ή του εκπροσώπου του νόμου – είναι αποτέλεσμα ανοχής ή κακής λειτουργίας, από την πλευρά της πολιτικής και των πολιτικών.
Εν αναμονή της δικαστικής κρίσης, ότι η βουλευτίνα της ΝΔ και πρώην υπουργός Ζέττα Μακρή είχε την τόλμη να καταγγείλει επιχειρηθέντα δημοσιογραφικό εκβιασμό της – που παραπέμπει στην «προστασία» που προσφέρει το κοινό έγκλημα – συνιστά τομή στο χρονικό των ανίερων σχέσεων μεταξύ πολιτικής και δημοσιογραφίας…