Δεν επιβάρυνε τη χώρα, ως Πρωθυπουργός. Κάθε άλλο: το κλείσιμο του Μακεδονικού, η έξοδος από τον μνημονιακό κύκλο, η νομοθεσία για την τηλεόραση, δεν είναι κακός απολογισμός.
Ειδικά αν προστεθεί ότι το σύστημά του δεν είχε μακριά χέρια – ή αλλιώς: οι Συριζαίοι δεν έκλεβαν, δεν άλλαξαν γειτονιά όταν πήραν τα υπουργεία, δεν δημιούργησαν νέα κάστα νεόπλουτων με δημόσιο χρήμα.
Έχει όμως έναν ανοιχτό λογαριασμό. Όχι ακριβώς με την Ιστορία, αλλά με την κοινωνία και κυρίως με όσους τον ανέδειξαν ως εν δυνάμει επικεφαλής της Δημοκρατικής Παράταξης και απογοητεύθηκαν.
Πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα: γιατί ηττήθηκε; Από έναν αντίπαλο που είναι υποδεέστερος πολιτικός σε όλα: οικογενειακή παράδοση, νοοτροπία, ιδεολογία, πολιτική, ύφος και ήθος δημόσιας παρουσίας.
Όταν απαντήσει -και- σ’ αυτό θα είναι έτοιμος να διεκδικήσει το δικαίωμά του στη δεύτερη ευκαιρία.
Αλλιώς, πάντα θα χρωστάει σε όσους τον εμπιστεύθηκαν, ανεχόμενοι στο κρεβάτι της διακυβέρνησης τον Καμμένο, που δηλώνει πάντα συνομιλητής του.
Ως τώρα, ο τέως Πρωθυπουργός καλλιεργεί νεφελώματα «επιστροφής», οργανώνει σεμινάρια, λέει ότι «του λείπει η ενεργός πολιτική και η επαφή με τους ψηφοφόρους» -που μόνος του στερεί από τον εαυτό του- και δίνει επιλεκτικά συνεντεύξεις.
Στον γαλλικό Monde, τα λέει ωραία. Σωστά. Με συγκροτημένο λόγο και πολιτική ευστοχία. Το ‘χει άλλωστε το χάρισμα.
Ποιος θα διαφωνήσει ότι παρέλαβε οικονομικό έρεβος και παρέδωσε διαχειρίσιμη οικονομία, χωρίς μνημονιακά δεσμά;
Ότι το Δημοψήφισμα ήταν, επωφελής, διαπραγματευτικός χειρισμός – αν και μπορούσε να τον κάνει την επόμενη της νίκης του, οπότε θα είχε «καλύτερο αποτέλεσμα για τον ελληνικό λαό»;
Ποιος δεν ξέρει ότι, δεν χρεοκόπησε αυτός τη χώρα, αλλά το «παραγωγικό μοντέλο, η γενικευμένη διαφθορά και το πελατειακό κράτος» του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ;
Ή ότι η δική του λιτότητα, ήταν προσυμφωνημένη από τους προηγούμενους με την τρόικα;
Αλλά στην άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος υπάρχουν ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις.
Δεν προσωπική του υπόθεση -ή μια στραβή στην καριέρα του- ότι το κόμμα του πήγε τη Δημοκρατική παράταξη είκοσι χρόνια – όσο και το ΚΚΕ το 1945…
Δεν αρκεί ο απολογισμός με ένα βιβλίο, που θα «αποκαλύψει την αλήθεια και να καταρρίψει ορισμένους μύθους που κυκλοφορούν για το 2015».
Χρειάζεται και μια απολογία, για να αποκαλυφθεί η αλήθεια και να καταρριφθούν μύθοι και για το 2023 – και νωρίτερα.
– Αν όσοι βρίσκονται απέναντί του σήμερα -ο Γιάνης, η Ζωή, ο Ευκλείδης, ο Παναγιώτης, ο Νίκος, ο Παύλος- ήταν προβληματικοί, ποιος τους έντυσε με χαρτοφυλάκια;
Ποιος δεν άσκησε ποτέ απέναντί τους το προνόμιό του ως αρχηγός του κόμματος και Πρωθυπουργός;
Αν εκ των υστέρων θέλει να τους αφήσει πίσω, τι θα κάνει με όσους άδειασε εκ των υστέρων.
Π.χ στο σκάνδαλο Novartis, η Τουλουπάκη έχασε τη σταδιοδρομία της επειδή έκανε τη δουλειά της, ο Βαξεβάνης και η Παπαδάκου απειλήθηκαν με φυλακή, γιατί αποκάλυπτα, οι βουλευτές που ανέδειξαν «το μεγαλύτερο σκάνδαλο» ταπεινώθηκαν…
Μετά την ήττα, έφυγε από την ηγεσία γιατί «δεν πρόταξε το προσωπικό του συμφέρον», ή για να το προστατεύσει;
Η εκλογή νέου προέδρου και «τα γεγονότα που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες του», δεν είχαν τη συναίνεσή του;
Πότε καταδίκασε τις νεοσταλινικές μεθόδους στην ανατροπή του διάδοχου του – και γιατί δεν εμφανίζεται στη Βουλή, δυο χρόνια τώρα;
Όσο ο Τσίπρας αποφεύγει να βάλει το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων και να αντιμετωπίσει ευθέως τους λόγους της συντριβής -που έχει στην ούγια τις επιλογές του- ο λογαριασμός μένει ανοιχτός και προστίθενται νέα ερωτήματα.
Π.χ ο σημερινός επικεφαλής του κόμματος, δικαιούται να κριθεί στις κάλπες, ή θα βρεθεί στο δίλλημα: μεθ’ ημών η καθ’ ημών;
Ως ιστορικός πρωταγωνιστής επί οκτώ χρόνια, δικαιούται «να πει την αλήθεια του». Ήδη άλλωστε η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και ο Βαρουφάκης και άλλοι, είπαν τη δική τους.
Αλλά αν πρόκειται να αρχίσει και να τελειώσει στο 2015, θα είναι η μισή αλήθεια. Και αυτό, όπως ξέρουμε, είναι χειρότερο από το ψέμα.