Το 2014, ο Γ. Παπανδρέου οργάνωσε, σε κοινή θέα, τη διάσπαση του κόμματος που τον είχε κάνει πρόεδρο και πρωθυπουργό. Ηθικά, πολιτικά και καταστατικά ο τότε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Βαγγέλης Βενιζέλος, είχε δικαίωμα να τον διαγράψει – τουλάχιστον από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Ήταν εκλεγμένος από τα μέλη του ΠΑΣΟΚ με κανονικό συνέδριο, ενώ ο Παπανδρέου είχε κάνει συμφωνίες κάτω από το τραπέζι με τον Κ. Σημίτη, ασκώντας… κληρονομικό δικαίωμα.
Η διάσπαση έβλαψε και τους δύο. Ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά το ταπεινωτικό 4,6%. Είχε ήδη εισπράξει, το 2012, το κόστος της πολιτικής Παπανδρέου: Μνημόνιο, κυβέρνηση «κηπουρών» και την οικονομική χρεοκοπία του κόμματος. Περιέργως, η Γεννηματά και ο Ανδρουλάκης, ως επόμενοι πρόεδροι, άφησαν εκτός Βουλής τον …Βενιζέλο και όχι τον διασπαστή, που αποδοκιμάσθηκε στην κάλπη.
Τι οδήγησε τον ΓΑΠ σε επιλογές καταστροφής και αυτοκαταστροφής; Ο χαρακτήρας του, η αδυναμία ανάλυσης των δεδομένων, η έπαρση του ονόματος και οι αυλοκόλακες. Τον λιβάνιζαν ως «εκλεκτό», που αδικείται εκτός ηγεσίας.
Τα ίδια στοιχεία υπάρχουν στην επιχείρηση νομιμοποίησης του Αλέξη Τσίπρα για την ίδρυση κόμματος – προτού ο, δεύτερος κατά σειρά, διάδοχός του κριθεί στην κάλπη. Υπήρξε ο μόνος μεταπολιτευτικός πρωθυπουργός που δεν ήταν «γόνος», ούτε προέρχεται από «τζάκι». Αλλά δείχνει να αποδέχεται την απονομή των χαρακτηριστικών «πρίγκιπα», που επιδιώκει να… «δικαιωθεί». Θα υπήρχαν επιχειρήματα, αν είχε ήδη αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ. Έστω και αν για τις ήττες και την αποδιάρθρωσή του βαρύνεται προσωπικά.
Σε αυτό το σημείο αναδύεται η ευθύνη του Σωκράτη Φάμελλου. Κάποιος από τους δύο μάς δουλεύει και σίγουρα δουλεύονται μεταξύ τους. Δεν γίνεται και να ετοιμάζει κόμμα ο Τσίπρας και ταυτόχρονα να λέει ο Φάμελλος ότι «είναι αδιανόητη η συζήτηση για τη δημιουργία νέου κόμματος». Δεν νοείται ο επίσημος ΣΥΡΙΖΑ να προβάλει ότι έχει πρόγραμμα διακυβέρνησης και ο Τσίπρας να σχολιάζει ότι δεν τον βλέπει ως εναλλακτική λυση.
Με τις ερωτήσεις που δέχθηκε στη ΔΕΘ για τον Τσίπρα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό του. Υποχρεώθηκε να αποδοκιμάσει τα «σενάρια» και εμμέσως τον πρώην πρωθυπουργό, τονίζοντας ότι «η συζήτηση περί κατακερματισμού ή ανεξαρτητοποίησης μού φαίνεται αδιανόητη». Προφανώς, δεν θέλει να παραδεχτεί ότι δεν είναι μόνο «συζήτηση». Και ότι οι πολιτικοί κρίνονται από το θάρρος τους για καθαρές θέσεις και καθαρές σχέσεις.
Στο τραπέζι δεν υπάρχει μόνο ο «κατακερματισμός» και η «ανεξαρτητοποίηση» από την πλευρά Τσίπρα. Υπάρχει και από τη δική του πλευρά κάτι: Το δίλημμα να ασκήσει το προνόμιό του, διαγράφοντας όποιον απειλεί την ενότητα του κόμματός του ή να παραιτηθεί.