Επιβίωσε στον ανασχηματισμό, αλλά πόσο θα αντέξει στη νέα δημόσια κατακραυγή η -λεγόμενη- υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη;
Ήδη είναι η πιο «κραγμένη» υπουργός από τη Μεταπολίτευση. Με ρεκόρ χαρακτηρισμών σε βάρος της, από ΜΜΕ, εργαζομένους, καλλιτέχνες, ανθρώπους της πολιτικής:
– «Ανάγωγη, άσχετη, αλαζονική, ψευδόμενη, θρασύτατη, προκλητική, συγκαλύπτει σκάνδαλά, γλάστρα του Σαμαρά στην Αμφίπολη, μετέτρεψε την Ακρόπολη από βράχο σε ρέμα που πλημμυρίζει, ζητούσε τα ονόματα των εργαζόμενων που απήργησαν νομίμως»… Τα «Άπαντα κατά Μενδώνη» γεμίζουν τόμους.
Ο Μπουτάρης την κατήγγειλε για «απροκάλυπτη, προκλητική και προσβλητική παρέμβαση στη Δικαιοσύνη». Ο Ξαρχάκος είπε «η κυρία διακατέχεται από βλαπτική έπαρση». Η Ακρίτα της συνέστησε: «Να μάθετε το ευχαριστώ, το παρακαλώ, να μάθετε να κόβετε το πορτοκάλι, να μάθετε τρόπους».
Με κουλτούρα βαθέως κράτους στο υπουργείο, απάντησε σε διακεκριμένο αρχαιολόγο : «Όχι μαγκιές σε μένα!». Όπως είπε ο ίδιος, «με ένα ιδιόρρυθμο μείγμα γαλατικής ευγένειας και υπερχειλίζουσας τεστοστερόνης». Το είδαμε και στον μορφασμό της για τον συνθέτη της «Άπονης ζωής».
Όλα μαζί περιγράφουν ένα αρνητικό πρότυπο δημοσίου προσώπου. Αλλά με υψηλό βαθμό προσαρμογής σε κάθε πολιτική κατάσταση και ιδεολογία.
Το βιογραφικό της αναδεικνύει στυγνό μανδαρινισμό, παντός καιρού: γενική γραμματέας του υπουργείου με εφτά διαφορετικούς υπουργούς, τεσσάρων διαφορετικών Πρωθυπουργών , δυο διαφορετικών κομμάτων. Βιονική.
Τελευταίο δείγμα χαμαιλεοντισμού: το βράδυ των εκλογών ήταν το γραφείο της Φώφης στο Κινάλ και την επομένη έγινε υπουργός του Μητσοτάκη.
Αλλά μόνο για επιτυχημένη δεν μπορεί να περάσει. Στη διάρκεια της πανδημίας η ζωή των ανθρώπων που εργάζονται στον πολιτισμό επιδεινώθηκε. Οι ηθοποιοί, οι συνθέτες, οι τραγουδιστές είναι σε απόγνωση. Οι εργαζόμενοι σε θέατρα και μουσικές σκηνές, τεχνικοί, ηλεκτρολόγοι, φροντιστές, ταξιθέτες, καλλιτεχνικοί συνεργάτες ενδυματολόγοι, σκηνογράφοι. Όλοι.
Μάλλον άσχετη με τον χώρο της τέχνης -και με άσχετους συνεργάτες- ήλθε σε ρήξη με τους ανθρώπους της. Άνοιξε μέτωπο μαζί τους για τα πνευματικά δικαιώματα, τους καταδίκασε στην ανέχεια επί κορονοϊού και πήγε να τους στιγματίσει, αντί επιδότησης: «Κινούνται στο χώρο της μαύρης οικονομίας».
Λέγεται ότι ο Μητσοτάκης δεν την πολυπάει, αλλά παροικούντες ξέρουν ότι στην κυβέρνηση μετέχει ως ποσόστωση του αφανούς κυβερνητικού εταίρου Βαγγέλη Βενιζέλου. Αφού δεσμεύεται να μην τη διώξει, της έβαλε βεντούζα τον Γιατρομανωλάκη. Παλιά Μητσοτακέικα κόλπα.
Για τον Λιγνάδη η Μενδώνη ήξερε όσα ήξεραν όλοι, όταν έκανε το παγώνι στην ειδησεογραφία για την επικείμενη παραίτηση. «Μέχρι σήμερα που μιλάμε για το συγκεκριμένο πρόσωπο, καταγγελίες επώνυμες δεν έχουν υπάρξει». Αμ δε…
Είχε την ευκαιρία να αξιοποιήσει την αποκάλυψη για το, ομολογημένο, οικογενειακό ρουσφέτι του πρώην επικεφαλής του Εθνικού Θεάτρου και να τον στείλει άκλαφτο.
Αλλά προτίμησε την πονηρία: αν τον ξήλωνε θα χρεωνόταν και την πρόσληψή του. Όσο δεν άγγιζε κάποιον που προσελήφθη, με πρωθυπουργική υπόδειξη, είχε ένα χαρτί απέναντι τον Μητσοτάκη.
Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια: αν θέλεις το υπουργείο, δεν εναντιώνεσαι σε φίλο του Πρωθυπουργού. Όπως δεν εναντιώθηκε κανείς από τη ΝΔ στην υπόθεση Γεωργιάδη – του Νίκου.
Η σιωπή της Μενδώνη στο σκάνδαλο Λιγνάδη δεν είναι συναλλαγή με το Μέγαρο Μαξίμου. Είναι ισορροπία τρόμου.