Η κούρσα για τα Ηλύσια συνεχίζεται, με την αγωνία να κορυφώνεται ελάχιστα εικοσιτετράωρα πριν από τη διεξαγωγή του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία. Το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λε Πεν, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας Ipsos για την Πέμπτη 7 Απριλίου, τα οποία επικαλείται η εφημερίδα «Le Parisien», εξακολουθεί να βρίσκεται πάρα πολύ κοντά σε αυτό του Εμανουέλ Μακρόν.
Ειδικότερα, το κόμμα «Εθνική Συσπείρωση» βρίσκεται στο 23% και το «Η Δημοκρατία Μπροστά!» στο 26,5 όσον αφορά στην πρόθεση ψήφου για τον πρώτο γύρο των εκλογών, ο οποίος θα διεξαχθεί στις 10/4. Όλα αυτά, την ίδια στιγμή που το ποσοστό των αναποφάσιστων αγγίζει σε δημοσκοπήσεις ακόμη και το 29%! Σίγουρό θεωρείται ότι πάνω από το 1/5 των ψηφοφόρων είναι αναποφάσιστο. Από αυτούς, το 6% αμφιταλαντεύεται μεταξύ Λε Πεν και Μελανσόν και το 5% μεταξύ Λε Πεν και Μακρόν. Αναφορικά με τη στάση που θα τηρήσουν στον δεύτερο γύρο όσοι δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν Πεκρές, Λε Πεν και Ζεμούρ στον πρώτο γύρο, το 68% απαντά ότι θα ψηφίσει Λε Πεν και το 26% Μακρόν.
Αυτό σημαίνει ότι τίποτα δεν μπορεί να προδικαστεί· η Λε Πεν δικαιούται σε τεράστιο βαθμό να ελπίζει σε νίκη. Επιπλέον, η αποχή αναμένεται να είναι πάρα πολύ μεγάλη, σίγουρα μεγαλύτερη από του 2017. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι θα σπάσει το ρεκόρ του 28% των προηγούμενων εκλογών και ότι δεν αποκλείεται να αγγίξει το 31%! Το τελευταίο χρονικό διάστημα, το κόμμα της Λε Πεν κυμαίνεται μεταξύ 20,4% και 25,6%, ενώ του Μακρόν μεταξύ 23,7% και 29,3%. Ακόμη, τις τελευταίες ημέρες το κόμμα της Λε Πεν κατέγραψε ποσοστιαία άνοδο κατά μία μονάδα, ενώ του Μακρόν πτώση κατά μισή. Όπως όλα δείχνουν, η Λε Πεν είναι δυνατόν να ψαλιδίσει κι άλλο τη διαφορά μέχρι την ερχόμενη Κυριακή.
7/4: Πρόθεση ψήφου για τον α΄ γύρο
Όσον αφορά στην πρόθεση ψήφου για τον δεύτερο γύρο, ο Μακρόν προηγείται της Λε Πεν κατά 6%. Σε αυτό το πεδίο, το τελευταίο χρονικό διάστημα το κόμμα της Λε Πεν κυμαίνεται μεταξύ 43,6% και 50,4%, ενώ του Μακρόν μεταξύ 49,6% και 56,4%. Ωστόσο, έαν η Λε Πεν κοντραριστεί στα ίσα μαζί του στον πρώτο γύρο, ο οποίος θα γίνει στις 24/5, τότε τα πράγματα εκτιμάται ότι ενδέχεται να αλλάξουν άρδην στον δεύτερο. Μάλιστα, προς το παρόν μοιάζει ευκολότερη για τη Λε Πεν μια δεξιο-ακροδεξιά συσπείρωση για τον σχηματισμό κυβέρνησης, παρά για τον Μακρόν μια προοδευτική συσπείρωση για την οποία θα απαιτούνται πολλές αριστερές ψήφοι.
7/4: Πρόθεση ψήφου για τον β΄ γύρο
«Πιο κοντά από ποτέ η Λε Πεν»
Όπως όλα δείχνουν, ο «κίνδυνος» μιας ακροδεξιάς μετατόπισης ίσως του μεγαλύτερου πυλώνα σταθερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή της Γαλλίας, είναι πια κάτι παραπάνω από ορατός.
«Νομίζω ότι η Μαρίν Λε Πεν μπορεί να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές. Η εν λόγω εκτίμηση δεν ήταν ποτέ τόσο κοντά στην αλήθεια. Οι δημοσκοπήσεις τη δείχνουν πολύ ψηλά. Το βράδυ του δεύτερου γύρου των εκλογών, είναι πιθανόν να έλθουμε αντιμέτωποι με μιαν ''άβυσσο''. Ο Μακρόν θα έχει ελάχιστα αποθέματα στον δεύτερο γύρο. Η Αριστερά θα απόσχει μαζικά», δηλώνει ο πολιτικός αναλυτής Ρεμί Λεφέμπρ.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Πολιτικών Επιστημών, «η δεξιά ατζέντα του Μακρόν αφήνει εκτός κάδρου το ενδεχόμενο στήριξής του από τ’ αριστερά. Ελλείψει πραγματικής εκστρατείας και όντας σίγουρος για τη νίκη, δεν αφουγκράστηκε τον λαϊκό παλμό. Η ασφαλιστική μεταρρύθμισή του ήταν καταστροφική. Βαλλόμενα λαϊκά στόματα είναι πιθανόν να τον ''μαυρίσουν'' στις εκλογές».
Ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, Εντουάρ Φιλίπ, ο οποίος υποστηρίζει τον Μακρόν, διατύπωσε προ ημερών τους φόβους του. «Ναι, η Μαρίν Λε Πεν είναι πιθανόν να νικήσει στις προεδρικές εκλογές», δήλωσε στη «Le Parisien», επισημαίνοντας παράλληλα ότι το πολιτικό πρόγραμμα της ακροδεξιάς ηγέτιδας είναι «επικίνδυνο».
Ο Μακρόν μόλις και μετά βίας έκανε ελάχιστη προεκλογική εκστρατεία και μάλιστα κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε τον πόλεμο στην Ουκρανία για να αποφύγει να έρθει αντιμέτωπος με τους ανταγωνιστές του, αρνούμενος να συμμετάσχει σε παραδοσιακές τηλεοπτικές συζητήσεις.
Ενώ ο Μακρόν ήταν απασχολημένος με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και συναντούσε παγκόσμιους ηγέτες, η Λε Πεν συνέχισε την εκστρατεία της στη λεγόμενη La France profonde (βαθιά Γαλλία) συζητώντας για τα προβλήματα της καθημερινότητας, όπως την τιμή των καυσίμων και την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων.
Ταυτόχρονα, σε αντίθεση με τον ακροδεξιό αντίπαλό της Έρικ Ζέμουρ, η Λε Πεν απέφυγε να εγκλωβιστεί σε μια συζήτηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία, που άλλωστε θα της κόστιζε λόγω των μακροχρόνιων δεσμών της με τον Πούτιν.
Ο Μακρόν περίμενε μέχρι τον περασμένο μήνα για να επιβεβαιώσει επίσημα ότι θα ήταν υποψήφιος για επανεκλογή, αν και η αντιπολίτευση τον κατηγόρησε ότι πραγματοποίησε εκστρατεία ακόμη και πριν από αυτή την ανακοίνωση. Έκτοτε, έχει πραγματοποιήσει περιορισμένο αριθμό εκδηλώσεων εκστρατείας, συμπεριλαμβανομένης μιας τετράωρης συνέντευξης Τύπου, μια επίσκεψη στη Ντιζόν και μια μεγάλη εκδήλωση στο Παρίσι το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Μιλώντας στον λαό για την «τσέπη» του
Η σημερινή πορεία της Λε Πεν μπορεί επίσης να αποδοθεί στην αλλαγή της ατζέντας της σε σχέση με την καμπάνια που είχε κάνει 2017.
Αντί να επικεντρωθεί σε ζητήματα μετανάστευσης και ασφάλειας, η Λε Πεν βελτίωσε τη ρητορική της γύρω από την Οικονομία και έκανε εκστρατεία για τη μείωση του κόστους ζωής.
Τα οικονομικά προβλήματα είναι μακράν το κύριο μέλημα των Γάλλων ψηφοφόρων, πολύ πιο σημαντικά από το περιβάλλον ή τη μετανάστευση, λένε οι δημοσκοπήσεις. Η δημοσκόπηση της Harris Interactive αυτής της εβδομάδας δείχνει ότι, σύμφωνα με τους Γάλλους ψηφοφόρους, η Λε Πεν είναι πιο αξιόπιστη από τον Μακρόν όσον αφορά την εγγύηση της αγοραστικής τους δύναμης.
Αυτό δείχνει ότι η ίδια έχει προχωρήσει πολύ από το 2017. Τότε, ο Μακρόν τη είχε στριμώξει κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής συζήτησης για οικονομικά ζητήματα. Η καταστροφική απόδοσή της είχε πλήξει βαθιά την αξιοπιστία της. Λίγο αργότερα, η Λε Πεν σταμάτησε να διατυμπανίζει την πεποίθηση για έξοδο της Γαλλία από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη.
Αντίθετα, τώρα κάνει εκστρατεία για μέτρα μείωσης των τιμών της ενέργειας.
Τον Φεβρουάριο, η Λε Πεν παρουσίασε το οικονομικό πρόγραμμά της σε Γάλλους επιχειρηματίες, σε μια εκδήλωση με άλλους υποψήφιους που διοργάνωσε το επιχειρηματικό λόμπι MEDEF. Μετά την εκδήλωση, ένας από αυτούς δήλωσε το Politico ότι η Λε Πεν είχε καλύτερες επιδόσεις από τους άλλους (εκτός από τον Μακρόν, ο οποίος δεν παρευρέθηκε στην εκδήλωση) και σημείωσε ότι η ακροδεξιά υποψήφια είχε αυξήσει τις οικονομικές προτάσεις της σε σύγκριση με την προηγούμενη εκστρατεία.
Η Λε Πεν κατάφερε επίσης να... μαλακώσει την εικόνα της, κάτι που προσπαθούσε να κάνει ανεπιτυχώς εδώ και χρόνια. Βοηθήθηκε σε αυτή την προσπάθεια, συγκρινόμενη με τον σκληροπυρηνικό κατά των μεταναστών Ερίκ Ζεμούρ, ο οποίος έχει καταδικαστεί τρεις φορές για υποκίνηση μίσους και του οποίου τα μισογυνικά σχόλια του παρελθόντος τον στοιχειώνουν κατά τη διάρκεια της νυν εκστρατείας του. Ενώ το 65 τοις εκατό των Γάλλων δηλώνει ότι «ανησυχεί» για τον Ζεμούρ, το 51 τοις εκατό λέει το ίδιο για τη Λεπέν, σύμφωνα με έρευνα της Ipsos.
Ποινική έρευνα-«πονοκέφαλος»
Και σα να μην έφταναν όλα αυτά στον Μακρόν, ήλθε να πέσει ως κεραυνός εν αιθρία και το γεγονός ότι η Εθνική Οικονομική Εισαγγελία της χώρας (PNF) άνοιξε την Τετάρτη (6/4) έρευνα σε εταιρείες συμβούλων που εργάστηκαν για τη γαλλική κυβέρνηση, με την υποψία για ξέπλυμα χρήματος και φορολογική απάτη.
Το PNF, το οποίο είναι υπεύθυνο για τον έλεγχο του εν λόγω σοβαρού οικονομικού και χρηματοοικονομικού εγκλήματος, είπε σε επίσημη δήλωση ότι άνοιξε την έρευνα μετά από ισχυρισμούς σε έκθεση της γαλλικής Γερουσίας σχετικά με την επιρροή των συμβούλων, η οποία αποκάλυψε ότι ο κολοσσός παροχής συμβούλων McKinsey χρησιμοποίησε μια κομπίνα φορολογικής βελτιστοποίησης ενόσω εργαζόταν για την κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν.
Η είδηση προκάλεσε εθνική οργή, δημιούργησε το viral hashtag «#McKinseyGate», και ανάγκασε τον Μακρόν και αρκετούς υπουργούς ν’ απαντήσουν σ’ ερωτήσεις σχετικά με τη συγκεκριμένη διαμάχη, λίγες ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της χώρας.
Οι γερουσιαστές υπέβαλαν επίσης μήνυση στην Εισαγγελία για ψευδορκία, καθώς κατηγορούν τη McKinsey ότι είπε ψέματα σχετικά με τη φορολογική κατάστασή της κατά τη διάρκεια των κοινοβουλευτικών ακροάσεων.
Παρά την σύναψη προσοδοφόρων συμφωνιών με τη γαλλική κυβέρνηση όλα αυτά τα χρόνια, η McKinsey «δεν έχει πληρώσει εταιρικό φόρο στη Γαλλία για τουλάχιστον 10 χρόνια», δήλωσε η γερουσιαστής Ελιάν Ασασί, η οποία είναι επικεφαλής της κομμουνιστικής ομάδας. «Ένας από τους διευθυντές [της McKinsey] είπε ενόρκως… ότι η McKinsey πλήρωνε φόρους στη Γαλλία, γι’ αυτό ελέγξαμε [ζητώντας δεδομένα] από το υπουργείο Οικονομικών. Το εύρημα είναι ξεκάθαρο». Η McKinsey αρνήθηκε την κατηγορία.
Οι δαπάνες διαβούλευσης των υπουργείων έχουν υπερδιπλασιαστεί από την αρχή της θητείας του Μακρόν ως προέδρου, με απότομη αύξηση το 2021 (αύξηση 45 τοις εκατό εν συγκρίσει με το προηγούμενο έτος) λόγω της πανδημίας, σύμφωνα με την έκθεση της εξεταστικής επιτροπής, η οποία συγκροτήθηκε από μια ομάδα γερουσιαστών με επικεφαλής την αντιπολίτευση.
Κι ενώ η McKinsey δεν είναι η μόνη εταιρεία συμβούλων που εργάζεται για τη γαλλική κυβέρνηση και αντιπροσωπεύει μόλις το 1 τοις εκατό των δαπανών της για παροχή συμβουλών, η αμερικανική εταιρεία έχει μετατραπεί σε «σημαία» αντιπαράθεσης για τους αντιπάλους του Μακρόν καθώς συμμετείχε σε πολλές σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως η γαλλική εκστρατεία εμβολιασμού για τον νέο κορονοϊό, ενώ πολλοί από τους συμβούλους της συμμετείχαν στην εκστρατεία του Μακρόν το 2017.
Σε απάντηση που έδωσε σήμερα κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης είπε: «Ζητούμε να ειπωθεί η πλήρης αλήθεια για τις πρακτικές αυτής της εταιρείας συμβούλων, από την αρχή… Αυτή η εταιρεία συμβούλων θα πληρώσει ό,τι πρέπει να πληρώσει».
Σε μια προηγούμενη προσπάθεια να υπερασπιστεί τον Μακρόν, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας Ολιβιέ Ντισόπ είπε την περασμένη εβδομάδα ότι οι υπηρεσίες του υπουργείου του «ξεκίνησαν έλεγχο της φορολογικής κατάστασης της McKinsey στα τέλη του 2021» και ότι η συζήτηση για τη χρήση συμβούλων είχε γίνει αντικείμενο «πολιτικής εκμετάλλευσης» και «ωμής χειραγώγησης».
Στην υπεράσπισή της, η McKinsey ισχυρίστηκε αρχικά ότι πλήρωσε «422 εκατομμύρια ευρώ σε φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης», μπερδεύοντας τον εταιρικό φόρο εισοδήματος με τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που καταβάλλονται στους μισθούς των υπαλλήλων της.
Μια εβδομάδα αργότερα, η McKinsey είπε ότι μια από τις θυγατρικές της είχε πράγματι πληρώσει τον εταιρικό φόρο της επί έξι χρόνια, αλλά δεν έδωσε στo Politico απαντήσεις σχετικά με το όνομα της εταιρείας, το ποσό ή την αναφερόμενη περίοδο - κι επομένως δεν επέτρεψε την ανεξάρτητη επαλήθευση των παραπάνω ισχυρισμών.
«Κερασάκι» Πούτιν
Θυμίζουμε τέλος ότι την Τετάρτη (6/4) ο Μακρόν χαρακτήρισε «αβάσιμες» και «σκανδαλώδεις» τις επικρίσεις του πρωθυπουργού της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι για τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε ο πρόεδρος της Γαλλίας με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Αυτές οι δηλώσεις είναι αβάσιμες και σκανδαλώδεις, αλλά δεν με εκπλήσσουν» γιατί ο κ. Μοραβιέτσκι, που υποστηρίζεται από «ένα ακροδεξιό κόμμα», «αναμειγνύεται στη γαλλική προεκλογική εκστρατεία» αφού «δέχθηκε πολλές φορές τη κυρία (Μαρίν) Λεπέν», την οποία «υποστηρίζει», δήλωσε ο Μακρόν σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τηλεοπτικό δίκτυο TF1.
Παράλληλα, ο Μακρόν δήλωσε ότι εφόσον επανεκλεγεί, τα πρώτα μέτρα που θα λάβει στην αρχή της δεύτερης θητείας του θα επικεντρωθούν στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Ανέφερε ότι θα διατηρήσει τα ανώτατα όρια στις τιμές της βενζίνης και της ενέργειας και τόνισε ότι οι συντάξεις θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν βάσει του πληθωρισμού από φέτος το καλοκαίρι.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Figaro, που είχε δημοσιευτεί νωρίτερα την Τετάρτη, ο Μακρόν διευκρίνισε ότι η σχεδιαζόμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση -που ανεβάζει το όριο συνταξιοδότησης στα 65 έτη- πρόκειται να ξεκινήσει το φθινόπωρο.
{https://youtu.be/KheoQIW6kNY}