Στις 6 Μαΐου 2017, την ημέρα που ο Εμανουέλ Μακρόν εξελέγη πρόεδρος της Γαλλίας, νικώντας την ακροδεξιά αντίπαλό του, Μαρίν Λεπέν, έδωσε μια υπόσχεση στον γαλλικό λαό: Ότι η χώρα δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά ακροδεξιό υποψήφιο να φτάνει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών.
«Το καθήκον μας είναι τεράστιο», είχε πει ο Γάλλος πρόεδρος, καθώς ανέλαβε τα καθήκοντά του. «Στα επόμενα πέντε χρόνια, η ευθύνη μου θα είναι να κατευνάσω τους φόβους, να αναζωογονήσω τη γαλλική αισιοδοξία… Θα πολεμήσω με όλες μου τις δυνάμεις ενάντια στις διαιρέσεις που μας υπονομεύουν», ήταν τα λόγια του.
Επίσης, ορκίστηκε να «συγκεντρώσει και να συμφιλιώσει» τους Γάλλους, για «την ενότητα του λαού και της χώρας», όπως αναφέρει δημοσίευμα του Guardian.
Σχεδόν πέντε χρόνια αργότερα, ο γαλλικός λαός είδε το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών να τον διαψεύδει - και την προοπτική, για άλλη μια φορά, ενός δεύτερου γύρου μεταξύ Μακρόν και Λεπέν.
Αναλυτικά τα αποτελέσματα του α' γύρου
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Υπ. Εσωτερικών της Γαλλίας με καταμετρημένο το 97%, ο Μακρόν εξασφάλισε ποσοστό 27.6% των ψήφων (9.560.545) ενώ η Λεπέν από το 23,4% (8.109.857).
Ο υποψήφιος της ριζοσπαστικής αριστεράς Ζαν-Λικ Μελανσόν ήρθε τρίτος, με ποσοστό 21,95%.
Παράλληλα, τα παραδοσιακά κόμματα της Γαλλίας είναι κοντά στην εξαφάνιση: η Valérie Pécresse, των δεξιών Républicains, συγκέντρωσε μόνο 4,8%, ενώ ο Yannick Jadot των Πρασίνων έφτασε το 4,6% και η υποψήφια των Σοσιαλιστών (και δήμαρχος του Παρισιού) Anne Hidalgo, μόνο 1,8%.
Κανένας από τους τρεις δεν έφτασε το όριο του 5% για να αποζημιωθεί πλήρως για τις προεκλογικές του δαπάνες, θέτοντας ουσιαστικά σε κίνδυνο το μέλλον των κομμάτων τους.
Τρομακτικό είναι το γεγονός ότι αθροίζοντας τα αποτελέσματα της Λεπέν και του Ζεμούρ, θα συνειδητοποιήσει κανείς ότι σχεδόν ένας στους τρεις Γάλλους πολίτες που ψήφισαν επέλεξε να ψηφίσει υπέρ της ακροδεξιάς, μολονότι η συμμετοχή ήταν χαμηλή (ψήφισε το 74% του πληθυσμού, έναντι 79% το 2017).
Ο Μακρόν απέτυχε να τιρήσει την πρώτη και πιο κρίσιμη υπόσχεσή του προς τους Γάλλους – και τώρα, η ακροδεξιά απειλή είναι μεγαλύτερη.
Δεξιά μετατόπιση της Γαλλίας - Αποτυχία Μακρόν
Ενόψει του πρώτου γύρου, ο Μακρόν παραδέχτηκε ότι «δεν κατάφερε να συγκρατήσει» την άνοδο της ακροδεξιάς. Θα ήταν ωστόσο πιο ειλικρινές να ομολογήσει ότι έχει κάνει πολύ λίγα για να το αποτρέψει.
Σε πέντε χρόνια, η Γαλλία έχει μετατοπιστεί θεαματικά προς τα δεξιά, σε σημείο που έχουν διατυπωθεί ακροδεξιές θεωρίες συνωμοσίας, όπως αυτή της «μεγάλης αντικατάστασης», η οποία δηλώνει ότι οι λευκοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αντικαθίστανται από «μη ευρωπαίους» από τον Zemmour, αλλά και την Pécresse, η οποία αργότερα προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τις αρχικές της παρατηρήσεις.
Όμως, αντί να αποστασιοποιηθεί από την ακροδεξιά, ο Μακρόν, σύμφωνα με τη Guardian, υιοθέτησε μια σκληρή στάση για τη μετανάστευση, που είδε αστυνομικούς να καταστρέφουν σκηνές προσφύγων στο Καλαί, επικαλούμενος τη γλώσσα του ιδρυτή της ακροδεξιάς ομάδας Action Française στο η Assemblée Nationale, αποτίοντας φόρο τιμής στον «μεγάλο στρατιώτη» Στρατάρχη Πετέν, τον Γάλλο ηγέτη της δεκαετίας του 1940 που συνεργάστηκε με τους Ναζί, και δίνοντας συνεντεύξεις σε ακροδεξιά περιοδικά...
Επίσης, η κυβέρνησή του δεν κατάφερε να καταδικάσει τον αυξανόμενο αριθμό επιθέσεων από ακροδεξιές ομάδες στο Παρίσι, τη Λυών, το Στρασβούργο και τη Νάντη. Πώς υποτίθεται λοιπόν, ότι αυτό θα πείσει τους αριστερούς ψηφοφόρους ότι η επιλογή του Μακρόν στις 24 Απριλίου θα βοηθήσει στον περιορισμό της ακροδεξιάς απειλής;
Ουσιαστικά, ο Γάλλος πρόεδρος πέρασε πέντε χρόνια διατηρώντας την ακροδεξιά ως τον μοναδικό αξιόπιστο αντίπαλό του για το 2022. Όμως, ένα πράγμα έχει αλλάξει από το 2017: Αυτή τη φορά, η Λεπέν έχει πραγματικές πιθανότητες να κερδίσει.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν επί του παρόντος μια εξαιρετικά στενή κούρσα, με τον Μακρόν στο 54% έναντι του 46% της Λεπέν για τον δεύτερο γύρο - ένα πολύ μικρότερο περιθώριο από ό,τι το 2017, όταν ο Μακρόν την νίκησε με 66% έναντι 34%.
Η Le Monde έχει προειδοποιήσει άλλωστε ότι «οι αλλαγές που σχεδιάζει στο σύνταγμα η Λεπέν, στοχεύουν στην εφαρμογή ενός αυταρχικού συστήματος», ενώ η ίδια έχει δηλώσει αρκετές φορές τον... «θαυμασμό» της για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν!