Ως γενοκτονία, ένας όρος που επινοήθηκε από τον Πολωνό δικηγόρο Ραφαέλ Λέμκιν το 1944, ορίζεται η σκόπιμη και συστηματική καταστροφή, εν όλω ή εν μέρει, μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας και ορίζεται στο άρθρο 2 της Σύμβασης για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας (CPPCG) του 1948.
«Οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις που διαπράττονται με πρόθεση να καταστρέψουν, εν όλω ή εν μέρει, μια εθνική, εθνοτική , φυλετική ή θρησκευτική ομάδα, ως τέτοια ορίζονται:
- δολοφονία μελών της ομάδας,
- πρόκληση σοβαρής σωματικής ή ψυχικής βλάβης σε μέλη της ομάδας,
- σκόπιμη επιβολή στην ομάδα συνθηκών ζωής, που υπολογίζεται ότι θα επιφέρουν τη φυσική καταστροφή της εν όλω ή εν μέρει,
- επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην αποτροπή γεννήσεων εντός της ομάδας,
-και βίαιη μεταφορά των παιδιών της ομάδας σε άλλη ομάδα.
Μέχρι στιγμής μόνο τρεις περιπτώσεις έχουν οδηγηθεί σε ad hoc Διεθνή Δικαστήρια:
- Η σφαγή από τους Ερυθρούς Χμερ της Καμπότζης των μειονοτικών Τσαμ και Βιετναμέζων τη δεκαετία του 1970, κατά την οποία εκτιμάται ότι υπήρξαν περίπου 1,7 εκατομμύρια νεκροί
- Η μαζική δολοφονία των Τούτσι στη Ρουάντα το 1994, που άφησε πίσω της 800.000 νεκρούς
- και η σφαγή της Σρεμπρένιτσα το 1995, κατά την οποία σκοτώθηκαν περίπου 8.000 μουσουλμάνοι άνδρες και αγόρια στη Βοσνία.
Στις περιπτώσεις αυτές δεν συμπεριλαμβάνεται η Δίκη της Νυρεμβέργης (1945-46) που αφορούσε τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος και την δίωξη των ηγετών των Ναζί, καθώς δεν είχε ορισθεί η γενοκτονία.
Για να στοιχειοθετηθεί όμως η γενοκτονία, οι δικαστικές αρχές πρέπει πρώτα να αποδείξουν ότι τα θύματα ανήκαν σε διακριτή εθνική, εθνοτική, φυλετική ή θρησκευτική ομάδα. Αυτό αποκλείει τις ομάδες που στοχοποιούνται λόγω πολιτικών πεποιθήσεων.
Η γενοκτονία είναι πιο δύσκολο να αποδειχθεί από άλλες παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, όπως τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, επειδή απαιτεί αποδείξεις συγκεκριμένης πρόθεσης.
«Η γενοκτονία είναι ένα έγκλημα που δύσκολα μπορεί να αποδειχθεί. Τα μέρη πρέπει να φέρουν πολλά στο τραπέζι», δήλωσε η Μέλανι Ο’Μπράιαν, πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Μελετητών Γενοκτονίας. Όπως ανέφερε απαιτείται συνδυασμός της απόδειξης πρόθεσης, της στοχοποίησης μιας προστατευόμενης ομάδας και εγκλημάτων όπως οι δολοφονίες ή η βίαιη απομάκρυνση παιδιών.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ξεκίνησε έρευνα για φερόμενα εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, το οποίο έχει επίσης δικαιοδοσία για τη γενοκτονία.
Οι ουκρανοί εισαγγελείς, που ήδη ερευνούν τα φερόμενα ρωσικά εγκλήματα από την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, δήλωσαν ότι έχουν εντοπίσει χιλιάδες πιθανά εγκλήματα πολέμου από τις ρωσικές δυνάμεις από τις 24 Φεβρουαρίου και έχουν καταρτίσει έναν κατάλογο εκατοντάδων υπόπτων.
Από την πλευρά της η ΕΕ θα παράσχει χρηματοδότηση και υποστήριξη στους εισαγγελείς του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για να βοηθήσει στην τεκμηρίωση προφανών εγκλημάτων πολέμου στην Ουκρανία και να καταστήσει υπεύθυνη τη Ρωσία, όπως δήλωσε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας Ζόζεπ Μπορέλ.
Το 1998, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Ρουάντα, έγινε το πρώτο διεθνές δικαστήριο που ερμήνευσε τον ορισμό της γενοκτονίας όταν έκρινε ένοχο τον πρώην δήμαρχος της Τάμπα στην Ρουάντα Jean-Paul Akayesu. Το ΔΠΔ καταδίκασε επίσης δεκάδες ανώτερους αξιωματούχους, όλοι του Χούτου, για γενοκτονία κατά των Τούτσι.
Το 2018, ένα υβριδικό δικαστήριο του ΟΗΕ και της Καμπότζης έκρινε ένοχους για γενοκτονία δύο ηγέτες των Ερυθρών Χμερ της Καμπότζης, μετά από χρόνια διαμάχης σχετικά με το αν τα "Πεδία Δολοφονίας" συνιστούσαν γενοκτονία. Οι δικαστές έκριναν ότι οι Ερυθροί Χμερ είχαν μια πολιτική που στόχευε τους Τσαμ και τους Βιετναμέζους για να δημιουργήσουν "μια αθεϊστική και ομοιογενή κοινωνία".
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία καταδίκασε για γενοκτονία πολλά πρόσωπα-κλειδιά για το ρόλο τους στις δολοφονίες της Σρεμπρένιτσα κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του 1990. Μεταξύ αυτών συμπεριλήφθηκαν ο στρατιωτικός διοικητής των Βόσνιων Σέρβων κατά τη διάρκεια του πολέμου Ράτκο Μλάντιτς και ο πολιτικός ηγέτης των Βόσνιων Σέρβων Ράντοβαν Κάρατζιτς. Ο πρώην πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς πέθανε υπό κράτηση πριν ολοκληρωθεί η δίκη του για τη γενοκτονία.