Κατά τη διάρκεια της χτεσινής συζήτησης μεταξύ των δύο υποψηφίων για τη θέση του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, Μακρόν και Λε Πεν αντιπαρατέθηκαν αρκετές φορές σε θεμελιώδη ζητήματα.
Οι ειδικοί του τηλεοπτικού δικτύου TF1, εξέτασαν τα όσα είπαν οι δυο μονομάχοι του δεύτερου γύρου των Προεδρικών εκλογών για το χρέος, την ανεργία ή τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος, αναδεικνύοντας τις αλήθειες και τα ψέματα.
Σε μια συζήτηση άρτια οργανωμένη, δόθηκε η ευκαιρία να αντιπαρατεθούν απευθείας Μακρόν και Λε Πεν με μια συζήτηση γρήγορη με επιχειρήματα και αντιπαραθέσεις, δημιουργώντας σύγχυση στους τηλεθεατές για το ποιος λέει αλήθεια και ψέματα.
Αντιπαράθεση για το δημόσιο χρέος
Τέλος, ο Εμανουέλ Μακρόν δεν αξίζει τον τίτλο του "Μότσαρτ των οικονομικών" είπε η Λε Πεν. Κατά ειρωνικό τρόπο, το παρατσούκλι που κάποιοι έδωσαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην αρχή της θητείας του, έδωσε την δυνατότητα στη Μαρίν Λε Πεν ασχολήθηκε κυρίως με το "οικονομικό του ιστορικό", το οποίο θεώρησε "πολύ κακό". Απόδειξη, το γαλλικό χρέος που άφησε ο απερχόμενος πρόεδρος. Τον κατηγόρησε ότι άφησε «600 δισεκατομμύρια ευρώ χρέος».
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γαλλικού Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής και Οικονομικών Μελετών (INSEE), το δημόσιο χρέος ανήλθε σε 2.218,4 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2017, έναντι 2.834,3 δισεκατομμυρίων ευρώ το τρίτο τρίμηνο του 2021. Πρόκειται για αύξηση 616 δισεκατομμυρίων ευρώ σε τέσσερα χρόνια.
Ο Μακρόν έχει αιτιολογήσει το χρέος ως υπεράσπιση του «ότι χρειαστεί» για τη διατήρηση της οικονομίας και της απασχόλησης απέναντι στην πανδημία. Η υποψήφια της Εθνικής Συσπείρωσης(RΝ) βρήκε γρήγορα ένα επιχείρημα, τονίζοντας ότι "τα δύο τρίτα" αυτού του ποσού "δεν έχουν καμία σχέση με το Covid-19". Και σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου η Λε Πεν έχει δίκιο, καθώς εκτιμήθηκε το χρέος για την πανδημία σε 165 δισ. ευρώ από τα 600 δισ. ευρώ που εκτινάχθηκε επί προεδρίας Μακρόν. Περίπου δηλαδή στο ένα τρίτο του χρέους ήταν για την πανδημία.
Οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν στη βιομηχανία
Ένα άλλο θέμα απόκλισης μεταξύ των δύο αντιπάλων ήταν η βιομηχανία. Για την υποψήφια του RN, ο αντίπαλός της "υπερτροφοδοτεί" την οικονομία, ενώ θα ήταν καλύτερο να "καταβάλει προσπάθειες για τη βιομηχανία". Μια κριτική που απέρριψε ο Εμανουέλ Μακρόν. «Έχετε χάσει 14.500 βιομηχανικές θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια της πενταετίας», είπε Λε Πεν, με τον Μακρόν να απαντάει ότι «αυτό δεν είναι αλήθεια, κοιτάξτε τα στοιχεία του INSEE».
Πράγματι, όπως αναφέρει το TF1, τα στοιχεία που έδωσε η υποψήφια του RN έρχονται σε αντίθεση με τα στοιχεία του INSEE. Όταν ο επικεφαλής του κράτους ανέλαβε την εξουσία, η Γαλλία διέθετε 3.135.200 θέσεις μισθωτής εργασίας στον βιομηχανικό τομέα. Το 4ο τρίμηνο του 2021, την πιο πρόσφατη περίοδο για την οποία υπάρχουν στοιχεία, το σύνολο αυτό μειώθηκε ελαφρώς σε 3.131.300 θέσεις μισθωτής εργασίας. Συνεπώς, η μείωση δεν είναι 14.500 θέσεις εργασίας, αλλά 3.900.
Συνταγματικές τροποποιήσεις
Η Μαρίν Λε Πεν το έκανε αυτό βασικό επιχείρημα της προεκλογικής εκστρατείας της, λέγοντας ότι αν εκλεγεί, θα προσφεύγει τακτικά σε δημοψηφίσματα για να αποφασίζει για τους πολιτικούς προσανατολισμούς της χώρας. Η υποψήφια του RN διαβεβαιώνει, ότι είναι δυνατόν να γίνει αυτό για να τροποποιηθεί το Σύνταγμα. Ο Εμανουέλ Μακρόν απάντησε με αυτοπεποίθηση ότι μια συνταγματική μεταρρύθμιση θα πρέπει να περάσει από το Κοινοβούλιο.
Το TF1info απευθύνθηκε στη Sophie de Cacqueray, λέκτορα δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο Aix-Marseille και συνδιευθύντρια κοινοβουλευτικών και νομοθετικών μελετών. Όπως είπε η συνήθης διαδικασία για την αλλαγή του Συντάγματος "περιγράφεται στο άρθρο 89 του Συντάγματος". Το κείμενο υπογραμμίζει το γεγονός ότι η αναθεωρημένη έκδοση υποβάλλεται "στο Κοινοβούλιο που συγκαλείτε στο Κογκρέσο" και ότι "το σχέδιο αναθεώρησης εγκρίνεται μόνο εάν λάβει πλειοψηφία τριών πέμπτων των ψήφων". Ωστόσο, είναι δυνατόν, όπως επιθυμεί η Μαρίν Λεπέν, να ζητηθεί απευθείας από τους πολίτες.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι δυνατόν να "παραλειφθεί" μια διαβούλευση των βουλευτών και των γερουσιαστών. Το άρθρο 89 εξακολουθεί να ορίζει ότι "το σχέδιο ή η προτεινόμενη αναθεώρηση πρέπει προηγουμένως να [...] ψηφιστεί από τις δύο συνελεύσεις με τους ίδιους όρους". Πριν παρουσιαστεί στο κοινό, ένα νέο κείμενο δεν θα μπορούσε, θεωρητικά, να αποφύγει το πέρασμα από την Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία.
Η Μαρίν Λε Πεν, αναφέρθηκε επίσης για να ενισχύσει την πρόταση της σε μια πρωτοβουλία του στρατηγού Ντε Γκωλ το 1962.
«Εκείνη την εποχή, ο Ντε Γκωλ ήθελε πράγματι να αναθεωρήσει το Σύνταγμα για να μπορεί να εκλέγει αρχηγός του κράτους με άμεση και καθολική ψηφοφορία, αλλά γνώριζε πολύ καλά ότι αν περνούσε από το Κοινοβούλιο, δεν θα είχε ποτέ την υποστήριξη των δύο σωμάτων», συνοψίζει η Sophie de Cacqueray.
«Για να επιτύχει τους στόχους του ο Ντε Γκωλ, χρησιμοποίησε επομένως το άρθρο 11 και όχι το άρθρο 89. Το άρθρο 11 θέτει τους γενικούς όρους για τη διοργάνωση δημοψηφισμάτων και θα ήταν η επιλογή που θα προτιμούσε η ηγέτης της Εθνικής Συσπείρωσης.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι από το 2000, το Συνταγματικό Συμβούλιο επιλαμβάνεται συστηματικά πριν από κάθε δημοψήφισμα. Και η ειδικός πιστεύει ότι σήμερα, "το ζήτημα φαίνεται να έχει διευθετηθεί".
Εν ολίγοις, φαίνεται κάτι παραπάνω από απίθανο ότι η Μαρίν Λε Πεν θα μπορούσε να οραματιστεί μια μεταρρύθμιση του Συντάγματος γυρνώντας την πλάτη στους βουλευτές και τους γερουσιαστές, σύμφωνα με το TF1.