Μετά από σχεδόν μια δεκαετία πολιτικών εντάσεων και διπλωματικών ρήξεων, Αίγυπτος και Τουρκία διαπίστωσαν την ανάγκη επαναφοράς και βελτίωσης των διμερών τους σχέσεων που από το 2013 βρίσκονταν στο ναδίρ.
Η ανταλλαγή επισκέψεων που πραγματοποίησαν οι δυο Υπουργοί Εξωτερικών, Σούκρι στην Τουρκία για τους σεισμούς και Τσαβούσογλου στο Κάιρο το περασμένο Σάββατο, φαίνεται ότι ξεκλείδωσαν τα εμπόδια για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, μετά από προσπάθειες σχεδόν δυο χρόνων.
Είχαν προηγηθεί διαβουλεύσεις μεταξύ ανώτατων αξιωματούχων των δυο χωρών, ανταλλαγές επισκέψεων αντιπροσωπειών που επιχειρούσαν να συνομιλίες εξομάλυνσης και μια χειραψία μεταξύ Ερντογάν και Σίσι στην τελετή έναρξης του Μουντιάλ στο Κατάρ.
Παρά τις επιφυλάξεις του Καΐρου και την δυσπιστία της Αιγύπτου για τις πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας, η ώρα για την προσέγγιση των δυο χωρών πλησίαζε, ως μια αναγκαιότητα. Οι καταστροφικοί σεισμοί που χτύπησαν Τουρκία και Συρία, στάθηκαν η αφορμή για το πρώτο επίσημο βήμα να ξεπαγώσουν οι σχέσεις των δυο χωρών.
Στα πέτρινα χρόνια των διπλωματικών τους σχέσεων, η Αίγυπτος δεν προχώρησε σε προκλητικές ενέργειες έναντι της Τουρκίας, όπως για παράδειγμα στην μερική οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων της Αιγύπτου με την Ελλάδα, αφήνοντας διεκδικούμενες περιοχές από την Άγκυρα στην Ανατολική Μεσόγειο, εκτός των συνομιλιών και της συμφωνίας με την Αθήνα.
Στροφή στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας
Το πιο σημαντικό όμως που εξάγεται ως συμπέρασμα από τις κινήσεις της Τουρκίας, είναι ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια στροφή στην εξωτερική πολιτική της Άγκυρας, επιστρέφοντας στην πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων».
Η συγκεκριμένη πολιτική στοχεύει στην εκτόνωση των εντάσεων και την αποκλιμάκωση των συγκρούσεων στην περιοχή προκειμένου να επιτύχει τα πολιτικά, οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα της χώρας.
Η πολιτική υιοθετήθηκε όταν ο Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ήρθαν στην εξουσία πριν από δύο δεκαετίες, αλλά μετά από δέκα περίπου χρόνια προβλημάτων και περιφερειακών συγκρούσεων, η Τουρκία άρχισε μια διαδικασία επιδιόρθωσης, επανεκτίμησης και επαναφοράς των σχέσεών της με τις γειτονικές χώρες και άλλες δυνάμεις.
Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022 όταν ο Ερντογάν επισκέφθηκε τα ΗΑΕ για πρώτη φορά μετά από σχεδόν μια δεκαετία και συναντήθηκε με τον τότε Πρίγκιπα διάδοχο του Άμπου Ντάμπι και νυν Πρόεδρο των ΗΑΕ Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν, αργότερα επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία και συναντήθηκε με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ενώ και οι Τουρκο-ισραηλινές σχέσεις μπήκαν σε τροχιά εξομάλυνσης.
Η αλλαγή πλεύσης στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας σύμφωνα με τους αναλυτές οφείλεται στο γεγονός ότι η τουρκική οικονομία αντιμετωπίζει εδώ και καιρό σημαντικά και δομικά προβλήματα, μεταξύ άλλων από πρωτοφανή επίπεδα πληθωρισμο , σημαντική πτώση της αξίας του νομίσματος της χώρας και μείωση των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ενώ ορισμένα από αυτά τα προβλήματα οφείλονται σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως οι κακές οικονομικές πολιτικές, οι άλλες προκλήσεις ήταν αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, όπως για παράδειγμα με την Σαουδική Αραβία ή την Αίγυπτο. Η επαναπροσέγγιση μέχρι στιγμής έχει αποφέρει 15 δισ. δολάρια για την Τουρκία από το Αμπού Ντάμπι 10 δισ. και από το Ριάντ 5 δισ.
Αντίστοιχα όμως είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και η Αίγυπτος, καθώς το ΔΝΤ βρίσκεται προ των πυλών, ενώ οι χώρες του Αραβικού Κόσμου, δεν δείχνουν ιδιαίτερη διάθεση για βοήθεια προς το Κάιρο.
Η Ελλάδα παρακολουθεί αμήχανα
Σ’ αυτή τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που μπορεί να προκαλέσει κοινωνική αναταραχή καθώς σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία το 60% των πολιτών ζούν κάτω από όριο της φτώχειας, με τον εμφύλιο πόλεμο στη γειτονική Λιβύη να συνεχίζεται, την απειλή μιας σύγκρουσης με την Αιθιοπία για το φράγμα του Νείλου στο Ασουάν και την εξαγωγή όσο το δυνατόν περισσότερων φυσικών πόρων, η Τουρκία έχει το δικό της ρόλο στο μέλλον της Αιγύπτου.
Παρά τις ψυχρές μέχρι πρότινος διμερείς σχέσεις, το εμπόριο μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, αυξάνεται συνεχώς. Η Τουρκία παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες για τους Αιγυπτιακούς φυσικούς πόρους, ιδιαίτερο το φυσικό αέριο. Τα οφέλη της επαναπροσέγγισης είναι αδιαμφισβήτητα και για τις δυο χώρες.
Επίσης η Τουρκία, του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει αγαστές σχέσεις με την Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο, όπερ σημαίνει ότι μια ομαλοποίηση των σχέσεων των δυο χωρών, και ιδιαίτερα των προσωπικών σχέσεων Ερντογάν -Σίσι, θα μπορούσε να αποτρέψει ένα πραξικόπημα για την ανατροπή του Αιγύπτιου Προέδρου.
Αντίστοιχα και στη Λιβύη, η παρέμβαση του Τούρκου Προέδρου είναι ισχυρή. Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ρωσία αποχώρησε από την Αφρικανική χώρα, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στην Άγκυρα να κάνει τα δικά της παιχνίδια. Μια εχθρική Τουρκία για την Αίγυπτο, μεταφράζεται και ως μεταφορά της λιβυκής κρίσης στην γειτονική αφρικανική χώρα. Κάτι που σίγουρα υπό αυτές τις συνθήκες δεν το επιθυμεί ο Σίσι.
Επιπρόσθετα οι ενεργειακές υποδομές της Αιγύπτου για την παράδοση φυσικού αερίου στην Ευρώπη, δεν είναι σε ικανοποιητικό βαθμό ικανές για να το μεταφέρουν και ο ρόλος της Τουρκίας θα μπορούσε να αυξήσει τόσο τον όγκο των εξαγωγών όσο και το πελατολόγιο, μέσω ενός δεύτερου διαδρόμου.
Η πολιτική κρίση που έχει ξεσπάσει στο Κράτος του Ισραήλ, προκαλεί ανησυχία στο Κάιρο, που βλέπει ότι μια νέα έκρηξη βίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, θα έχει αρνητικές εξελίξεις για την Αίγυπτο. Δεν είναι τυχαίο ότι την Κυριακή στο Σαρμ ελ Σέιχ πραγματοποιήθηκε συνάντηση κορυφής για την εξεύρεση λύσης για την εκτόνωση της κρίσης στο Ισραήλ.
Σταθμίζοντας τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, στη Μέση Ανατολή και τον Αραβικό κόσμο, το Κάιρο, θεωρεί σκόπιμο την επαναπροσέγγιση της Άγκυρας για το δικό του καλό, ώστε να διασφαλίσει την ελαχιστοποίηση της παρέμβασης της Τουρκίας στα εσωτερικά δρόμενα της χώρας.
Η Ελλάδα από την πλευρά της παρακολουθεί μάλλον αμήχανα αυτές τις κινήσεις, εγκλωβισμένη σε μια μονοδιάστατη εσωστρεφή εξωτερική πολιτική, περιμένοντας να της δοθούν οδηγίες από τους εταίρους της.
Η εστίαση στο να γίνει η Ελλάδα μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχει απομακρύνει την χώρα από τα όσα συμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή, ενώ δεν λες και λίγους τους πόρους, διπλωματικούς και οικονομικούς, που έχουν ξοδευτεί σ’ αυτή την προσπάθεια.
Μια προσπάθεια που θα αναγκάσει την Ελλάδα, αν εκλεγεί ως μη μόνιμο μέλος του ΣΑΗΕ να έρθει σε αντιπαράθεση με κάποια από τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου, σε καταστάσεις όπως αυτή που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ουκρανία.