Η ανταρσία της μισθοφορικής στρατιωτικής ομάδας Βάγκνερ εναντίον της στρατιωτικής ηγεσίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, προκάλεσε όπως ήταν αναμενόμενο αναταραχή στο εσωτερικό της χώρας που βρέθηκε στα πρόθυρα ενός εμφυλίου πολέμου, αλλά κι ενδιαφέρον για την κατάληξη της από τη Δύση καθώς «άνοιγε» ένα παράθυρο ευκαιρίας για την λήξη του πολέμου.
Το πρώτο ερώτημα που δημιουργήθηκε ήταν γιατί επιτράπηκε στον επικεφαλής της Βάγκνερ Γεβγκένι Πριγκόζιν να προβεί σ’ αυτή την ανταρσία, καθώς η Βάγκνερ έχει δημιουργηθεί από το ίδιο το Κρεμλίνο για να εκτελεί συγκεκριμένα «καθήκοντα».
Σύμφωνα με τους αναλυτές στη Ρωσία, η ανταρσία του Πριγκόζιν εκδηλώθηκε λόγω του ανταγωνισμού των ομάδων επιρροής κοντά στο Κρεμλίνο για τον έλεγχο της βασικής στρατιωτικής υπηρεσίας, δηλαδή το Υπουργείο Άμυνας που έχει τεράστιες πιστώσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Επίσης ο Πριγκόζιν ήθελε την απομάκρυνση της στρατιωτικής ηγεσίας, βάζοντας εκεί άτομα δικά του ή και ο ίδιος να αναλάμβανε κάποιον ηγετικό ρόλο.
Βέβαια αυτό δεν σήμαινε ότι ο επικεφαλής της Βάγκνερ θα έλεγε όχι σε μια προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας στη Ρωσία, αν είχε τη δυνατότητα να το πράξει.
Όπως εξήγησαν ειδικοί αναλυτές στο iEidiseis το έναυσμα γι’ αυτή την ανταρσία, δόθηκε από δύο πράγματα.
Πρώτον, οι προσδοκίες του Πριγκόζιν, οι οποίες δεν δικαιώθηκαν, καθώς ανέμενε ότι ο ρωσικός στρατός στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ως αποτέλεσμα της επίθεσης των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας θα αρχίσει να έχει μεγάλα προβλήματα και οι Ρώσοι αξιωματούχοι θα τρέξουν στη Βάγκνερ για βοήθεια.
Δεύτερον, η διαταγή του Πούτιν, που υποστηρίχθηκε από τον Σόιγκου, σύμφωνα με την οποία όλες οι παραστρατιωτικές ιδιωτικές ομάδες έπρεπε να υπογράψουν συμβάσεις με το Υπουργείο Άμυνας μέχρι την 1η Ιουλίου, ώστε να βρίσκονται κάτω από τις οδηγίες της κεντρικής διοίκησης.
Ο Πριγκόζιν δεν ήθελε να το κάνει αυτό καθώς σε αυτή την περίπτωση, θα έχανε τη χρηματοδότηση που λάμβανε.
Έτσι είχε δύο επιλογές. Είτε να συμφωνήσει με τους νέους όρους, να μετριάσει τις φιλοδοξίες του και να εργαστεί όπως του λέει το Κρεμλίνο, είτε να προχωρήσει σε ανταρσία, όπως επέλεξε να κάνει ο Πριγκόζιν.
Ωστόσο, το γεγονός ότι η ανταρσία θα μπορούσε να είναι δυνατή ήταν προφανές εδώ και πολύ καιρό κι αυτό προκαλεί ερωτηματικά γιατί οι ρωσικές αρχές δεν είχαν λάβει από τότε κανένα προληπτικό μέτρο για την εξουδετέρωση αυτής της απειλής. Σαν να μην έφτανε αυτό υπήρξε κι ενίσχυση από τα μέσα του Κρεμλίνου της δημοτικότητας της ομάδας Βάγκνερ
Αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι κάποιο πρόσωπο με μεγάλη επιρροή προώθησε το θέμα της Βάγκνερ και άσκησε πιέσεις για την ενίσχυση αυτής της δύναμης, παρά την προφανή απειλή που αποτελούσε.
Το αν ήταν ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος στη συνέχεια έχασε τον έλεγχο της, ή κάποιος από τους ισχυρούς του Κρεμλίνου είναι προς το παρόν άγνωστο, όπως άγνωστο είναι αν σήμερα έχει ακόμα υποστηρικτές η Βάγκνερ στη ρωσική κυβέρνηση και πόσο εμπλέκονται στην ανατροπή του.
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο προφανής λόγος για ό,τι συνέβη είναι ότι το Κρεμλίνο έχασε τον έλεγχο της στρατιωτικής δομής που το ίδιο δημιούργησε.
Αναπάντητα μένουν και τα ερωτήματα για το ποιος ακριβώς εκμεταλλεύτηκε αυτή την ανταρσία και αν κάποιος ή κάποιοι αποφάσισαν να παίξουν το δικό τους παιχνίδι.
Η «συνθηκολόγηση» Πριγκόζιν
Κι ενώ το σύνολο του κόσμου περίμενε με κομμένη την ανάσα για τις επόμενες κινήσεις της Βάγκνερ, ξαφνικά όπως ξεκίνησε έληξε η ανταρσία Πριγκόζιν, με την διαμεσολάβηση του Λευκορώσου Προέδρου Αλεξάντερ Λουκασένκο.
Το σίγουρο ήταν ότι και οι δυο πλευρές της αντιπαράθεσης βρέθηκαν σε δύσκολη θέση.
Από τη μία πλευρά, πολιτικά, η εξέγερση Πριγκόζιν «κρεμόταν στον αέρα». Κανένα από τα δημόσια πρόσωπα, πολιτικοί, αξιωματούχοι, στελέχη της ασφάλειας ή απλά διάσημοι ανθρώποι (με εξαίρεση μερικούς Z-bloggers) δεν υποστήριξαν τον Πριγκόζιν στο εσωτερικό της Ρωσίας. Οι περισσότεροι από αυτούς καταδίκασαν την ανταρσία και υποστήριξαν τον Πούτιν.
Οι κρατικοί ηγέτες, οι κυβερνήτες, ο Πατριάρχης Κύριλλος, οι διοικητές του στρατού, συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Σουροβίκιν, με τον οποίο ο Πριγκόζιν ισχυριζόταν πάντα ότι είχε στενή σχέση, έκαναν δηλώσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Πολλοί bloggers, πολεμικοί ανταποκριτές και διαμορφωτές της κοινής γνώμης που προηγουμένως υποστήριζαν ένθερμα τον επικεφαλής της Βάγκνερ, τον χαρακτήρισαν αντάρτη που εργάζεται «προς το συμφέρον του εχθρού».
Όμως και τα βίντεο που ανέβηκαν από τη Βάγκνερ δεν έδειξαν τους πολίτες να στηρίζουν την ανταρσία τους, κάτι αναγκαίο για την επιτυχία της εξέγερσης.
Από την άλλη πλευρά, το κύριο πρόβλημα για τον Πούτιν ήταν πού θα έβρισκε αρκετές δυνάμεις στα μετόπισθεν για να αντιμετωπίσει έναν ουσιαστικά πλήρη στρατό ανταρτών. Με σχεδόν ολόκληρο τον ενεργό στρατό και τις εφεδρείες στην Ουκρανία. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο οι αντάρτες ήταν σε θέση να καταλάβουν γρήγορα το κέντρο του Ροστόφ και να προχωρήσουν προς τη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, η ρωσική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία προσπάθησε να λύσει αυτό το πρόβλημα και συγκέντρωσε κάποιες δυνάμεις στα προάστια της Μόσχας.
Όμως δεν ήταν σαφές αν θα ήταν αρκετές για να καταστείλουν την εξέγερση. Επιπλέον, ο Πριγκόζιν είχε στα χέρια του το κύριο επιτελείο των ρωσικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία στο Ροστόφ του Ντον, γεγονός που φυσικά δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στη ρωσική διοίκηση.
Σε αυτή την κάπως αδιέξοδη κατάσταση που έμοιαζε με αδιέξοδο και για τις δύο πλευρές, καθώς οι αντάρτες δεν είχαν καμία δημόσια και πολιτική υποστήριξη και οι αρχές δεν είχαν αρκετές στρατιωτικές δυνάμεις στη διάθεσή τους, ήρθε το βράδυ η πολύ απροσδόκητη είδηση από τον Λουκασένκο ότι συμφώνησε με τον Πριγκόζιν να σταματήσει την κίνηση από τις ανταρτικές φάλαγγες των στρατιωτικών οχημάτων.
Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο ρόλος του Λουκασένκο ως διαμεσολαβητή δεν είναι τυχαίος. Αφού έγινε γνωστή η είδηση της εξέγερσης, η αντιπολίτευση στη Λευκορωσία «ξεσπάθωσε», τονίζοντας σε όλους τους τόνους και με όλους τους τρόπους ότι «σύντομα θα υπάρξουν αλλαγές στη Λευκορωσία».
Ως εκ τούτου, ο ίδιος ο Λουκασένκο ενδιαφερόταν εξαιρετικά για τη σταθεροποίηση της κατάστασης στη Ρωσία το συντομότερο δυνατό, διότι στην ουσία από αυτό εξαρτιόταν και η δική του τύχη.
Αυτή η συνθηκολόγηση του Πριγκόζιν με τη διαμεσολάβηση Λουκασένκο, είναι στην πραγματικότητα μια καθαρή παράδοση του επικεφαλής της Βάγκνερ, ο οποίος, αντιμέτωπος με την έλλειψη υποστήριξης για την εξέγερση εντός της Ρωσίας και με όχι πολύ σαφείς στρατιωτικές προοπτικές για την επιτυχία της εξέγερσης, αναγκάστηκε να κάνει μια παραχώρηση με αντάλλαγμα εγγυήσεις ασφάλειας για τον ίδιο και τους «μαχητές» του.
Αυτό, επίσης, ήταν προς όφελος του Πούτιν, αφού η εξέγερση καταπνίγηκε χωρίς τη χρήση βίας.
Μένει να φανεί αν αυτός ο συμβιβασμός, είναι προσωρινός, δηλαδή μια παύση στην αντιπαράθεση. Αυτό βέβαια είναι πιο επωφελές για τον Πούτιν, αφού θα έχει χρόνο να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του και να εξαπολύσει νέα επίθεση στον Πριγκόζιν και την ομάδα του.
Αλλά σε κάθε περίπτωση, ένα τέτοιο σοκ δεν θα μείνει χωρίς συνέπειες για τη Ρωσία.