Πέθανε εχθές, Τετάρτη 10 Απριλίου, σε ηλικία 76 ετών ο διάσημος πρώην παίκτης ποδοσφαίρου και ηθοποιός, O.J. Simposon.
Ο διάσημος παίκτης του NFL έγινε παγκοσμίως γνωστός από την υπόθεση δολοφονίας της συζύγου του και του συντρόφου της, τον Ιούνιο του 1994. Η υπόθεση αυτή έμεινε στην ιστορία ως μια από τις πιο προβεβλημένες δίκες όλων των εποχών.
Σύμφωνα με προ ολίγου ανακοίνωση της οικογένειάς του στο X, ο Simpson πέθανε μετά από μάχη που έδωσε με τον καρκίνο, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται το είδος του καρκίνου από το οποίο έπασχε, ή το χρονικό διάστημα από την διάγνωσή του.
«Στις 10 Απριλίου, ο πατέρας μας, Orenthal James Simpson, υπέκυψε μετά από μάχη του με τον καρκίνο. Ήταν περιτριγυρισμένος από τα παιδιά και τα εγγόνια του. Κατά την περίοδο αυτής της μετάβασης, η οικογένειά του σας ζητά να σεβαστείτε τις ευχές τους για ιδιωτικότητα και ευγένεια. – Η οικογένεια Simpson», αναφέρει η ανάρτηση.
Το χρονικό μιας προβληματικής σχέσης που οδήγησε στην στυγερή δολοφονία
Η Nicole γνώρισε τον 30χρονο, τότε, O.J. όταν ήταν μόλις 18 ετών και δούλευε ως σερβιτόρα σε ένα νυχτερινό κέντρο του Μπέβερλι Χιλς.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε τον Φεβρουάριο του 1979, πριν ακόμα βγει το διαζύγιο του Αμερικανού άσσου με την πρώτη του σύζυγο, Marguerite, η οποία εκείνη την περίοδο ήταν ακόμα έγκυος στην κόρη τους.
Όπως φαίνεται μέσα από μαρτυρίες της ίδιας της Nicole αλλά και από αναφορές των αρχών, ο Simpson ήταν σωματικά και λεκτικά κακοποιητικός. Ο ίδιος είχε μάλιστα συλληφθεί με την κατηγορία της ενδοοικογενειακής κακοποίησης, την οποία δεν αρνήθηκε.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, η Nicole τελικά απέσυρε τις μηνύσεις που του είχε κάνει, μετά από πίεση που δέχτηκε από την οικογένειά της, καθώς ο O.J. προσέφερε μια μεγάλη επιχειρηματική ευκαιρία στον πατέρα της. Η ευκαιρία αυτή θα ήταν οικονομικά προσοδοφόρα για την οικογένεια και έτσι η νεαρή γυναίκα πιέστηκε να συμφιλιωθεί με τον κακοποιητικό σύζυγό της. Το ζευγάρι απέκτησε συνολικά 2 παιδιά.
Το 1992 τελικά η Nicole υπέβαλε αίτηση διαζυγίου. Ακολούθησαν πολλά περιστατικά και πισωγυρίσματα: ο O.J. της αποκάλυψε ότι είχε εξωσυζυγικές σχέσεις με μια άλλη γυναίκα, άρχισε να απειλεί και πάλι την Nicole, όμως στην πορεία τα ξαναβρήκαν.
Η οριστική «αυλαία» στην σχέση τους έπεσε όταν η ίδια αποφάσισε να εγκαταλείψει το σπίτι τους, αρκετούς μήνες μετά από ένα περιστατικό κατά την διάρκεια του οποίου ο Simpson απείλησε την Nicole, η οποία τελικά κάλεσε την αστυνομία.
Η πολύκροτη υπόθεση «O.J. Simpson»
Τον Ιούνιο του 1994 και σε ηλικία μόλις 35 ετών, η Nicole Brown Simpson, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου, μαζί με τον σύντροφό της, Ronald Goldman, στο Λος Άντζελες. Σχεδόν αμέσως, ο OJ Simpson κατηγορήθηκε για την δολοφονία των δύο εραστών και σύντομα ξεκίνησε μια πολύκροτη δίκη που διήρκεσε συνολικά 11 μήνες.
Αν και οι εισαγγελείς υπεστήριξαν ότι ο Simpson ενοχοποιήθηκε από ένα σημαντικό αριθμό ιατροδικαστικών αποδεικτικών στοιχείων, αθωώθηκε τελικά και για τις δύο κατηγορίες της δολοφονίας στις 3 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Οι σχολιαστές συμφωνούν ότι η υπεράσπιση αξιοποίησε τον θυμό της αφροαμερικανικής κοινότητας της πόλης προς την αστυνομία, που είχε υπόβαθρο φυλετικής προκατάληψης, για να πείσει την πλειονοψηφία των Μαύρων ενόρκων να αθωώσει τον Simpson. Η δίκη χαρακτηρίζεται συχνά ως η δίκη του αιώνα λόγω της διεθνούς δημοσιότητάς της και έχει χαρακτηριστεί ως η «πιο δημοσιοποιημένη» ποινική δίκη στην ανθρώπινη ιστορία.[8]
Μετά από ανάκριση από αστυνομικούς ντετέκτιβ, ο Simpson κατηγορήθηκε επισήμως για τις δολοφονίες στις 17 Ιουνίου, αφού οι ερευνητές βρήκαν ένα αιματοβαμμένο γάντι στην κατοχή του. Αφού δεν παραδόθηκε στον συμφωνημένο χρόνο, ακολούθησε ένα ανθρωποκυνηγητό, το οποίο μάλιστα μεταδόθηκε σε ζωντανή μετάδοση και παρακολούθησαν περίπου 95 εκατ. άνθρωποι.
Μετά τη δίκη, ο πατέρας της Nicole υπέβαλε πολιτική αγωγή κατά του Simpson . Στις 4 Φεβρουαρίου 1997, η επιτροπή βρήκε ομόφωνα τον Simpson υπεύθυνο για τους δύο θανάτους. Στην οικογένεια Goldman επιδικάστηκαν αποζημιώσεις και αποζημιώσεις συνολικού ύψους 33,5 εκατομμυρίων δολαρίων (61,1 εκατομμύρια δολάρια σε δολάρια 2022). Το 2000, ο Simpson έφυγε από την Καλιφόρνια για τη Φλόριντα, μια από τις λίγες πολιτείες όπου προσωπικά περιουσιακά στοιχεία όπως σπίτια και συντάξεις δεν μπορούν να κατασχεθούν για την κάλυψη υποχρεώσεων που σε άλλες πολιτείες.