Η Αλβανία ψηφίζει σήμερα, Κυριακή 11 Μαΐου, σε εκλογές με φόντο έντονη πολιτική πόλωση και διεθνές ενδιαφέρον.
Οι κάλπες άνοιξαν σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία, καθώς η αναμέτρηση μεταξύ του πρωθυπουργού Έντι Ράμα και του ιστορικού ηγέτη της αντιπολίτευσης, Σαλί Μπερίσα, εξελίσσεται υπό τη βαριά σκιά της αμερικανικής επιρροής – και ειδικότερα του περιβάλλοντος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή ανέφερε ότι ως τις 14:00 η συμμετοχή ανερχόταν στο 29,53%, πιο χαμηλά σε σύγκριση με τις τελευταίες εκλογές, οπότε την ίδια ώρα το ποσοστό προσέλευσης ήταν 35,63%.
Τα τοπικά μέσα ενημέρωσης εκφράζουν φόβους ότι η αποχή μπορεί να ξεπεράσει το 50%, εγείροντας ερωτήματα για τη νομιμοποίηση της διαδικασίας.
►Επεισοδιακές οι εκλογές στην Αλβανία με καταγγελίες για νοθείες
Ο Ρεπουμπλικανός στρατηγός που καθοδήγησε την πολιτική ανάκαμψη του Τραμπ το 2024 βοηθά τώρα το Δημοκρατικό Κόμμα της Αλβανίας να οργανώσει μια εντυπωσιακή εκστρατεία με στόχο την επιστροφή του Μπερίσα στην εξουσία.
Ο Κρίστοφερ ΛαΤσιβίτα, στενός σύμβουλος της εκστρατείας Τραμπ, στηρίζει τον Μπερίσα, ο οποίος επιδιώκει πολιτική αναγέννηση παρά τις κατηγορίες περί διαφθοράς. Όπως δήλωσε στο Politico ο εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Κόμματος, Άλφρεντ Λέλα, «ο Κρις ΛαΤσιβίτα συμβουλεύει δύο μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες, σε δύο διαφορετικές χώρες… τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Σαλί Μπερίσα».

Την ίδια ώρα, ο Έντι Ράμα διατηρεί στενές σχέσεις με δυτικούς συμβούλους, όπως ο Άλαστερ Κάμπελ και ο Τόνι Μπλερ, ενώ προσφάτως παρέδωσε ένα από τα πιο προσοδοφόρα αναπτυξιακά έργα στη χώρα στον Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρό του Τραμπ.
Ο Ράμα, σε συνέντευξή του στο Bloomberg, είχε δηλώσει ότι θεωρεί τον Τραμπ «καλό για όλους», προσθέτοντας ότι «ο Θεός τον έσωσε» μετά την απόπειρα δολοφονίας του το 2024, «όχι μόνο για να κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά… αλλά και για να κάνει την Ευρώπη να ξυπνήσει και να συνεννοηθεί».
Με τον ΛαΤσιβίτα να δίνει το σύνθημα «να κάνουμε την Αλβανία μεγάλη ξανά» και τον Κούσνερ να επεκτείνει τις μπίζνες του στην περιοχή, η εκλογική μάχη γίνεται και σημείο αντιπαράθεσης δύο κόσμων, εντός και εκτός Αλβανίας. Η σημερινή αναμέτρηση ενδέχεται να σηματοδοτήσει το τέλος της 12χρονης διακυβέρνησης των Σοσιαλιστών, ή να επιβεβαιώσει την ισχύ του Ράμα.
Οι αναλυτές πάντως δεν αποκλείουν έκπληξη, λόγω της ψήφου της διασποράς και της χαμηλής αξιοπιστίας των γκάλοπ.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν Ράμα αλλά ο προβληματισμός παραμένει

Αν και οι δημοσκοπήσεις δίνουν σαφές προβάδισμα στον 60χρονο Έντι Ράμα έναντι του 80χρονου Σαλί Μπερίσα, η κόπωση των ψηφοφόρων, κυρίως των νεότερων, απέναντι στις δύο κυρίαρχες πολιτικές μορφές είναι αισθητή.
Πολλοί νέοι πολίτες εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για την εναλλαγή προσώπων που κυβερνούν από την πτώση του κομμουνισμού το 1990. «Θα ψηφίσω νέα πρόσωπα, επειδή πολιτικοί όπως ο Ράμα και ο Μπερίσα βρίσκονται στο προσκήνιο εδώ και τρεις δεκαετίες και απλώς εναλλάσσονται», δήλωσε ο 21χρονος Άρμπερ Τσαζίμι.
Αντίστοιχα, μια φοιτήτρια οικονομικών, η Ερίσα, ανέφερε ότι δεν σκοπεύει να συμμετάσχει στις εκλογές, επιλέγοντας τη φυγή στο εξωτερικό. «Σκέφτομαι μόνο το πώς θα φύγω από τη χώρα για να σπουδάσω και μετά να μείνω εκεί, να μην επιστρέψω ποτέ», είπε χαρακτηριστικά.

Η οικονομική πολιτική του Ράμα έχει αποφέρει αποτελέσματα, με την Παγκόσμια Τράπεζα να σημειώνει ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης μεταξύ 2022 και 2024 φθάνει το 4%, χάρη στην ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ και την άνοδο του τουρισμού – επιδόσεις ανώτερες άλλων χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.
Παρόλα αυτά, η διαφθορά συνεχίζει να αποτελεί μια από τις βασικές προκλήσεις. Αναλυτές υπογραμμίζουν ότι εγκληματικές οργανώσεις αποκομίζουν τεράστια κέρδη από τη διακίνηση ναρκωτικών και όπλων, τα οποία επαναπατρίζονται και επενδύονται στον τομέα των κατασκευών και των ακινήτων, λειτουργώντας ως μέσο ξεπλύματος.
Ο ΛαΤσιβίτα προάγει τη ρητορική της «Μεγάλης Αλβανίας»
Σε μια εκδήλωση νωρίτερα φέτος, ο ΛαΤσιβίτα είπε ότι «με μια ακμάζουσα δημοκρατία και αληθινή φιλία με την Αμερική, μπορούμε να κάνουμε την Αλβανία μεγάλη ξανά», λέγοντας ένα μπράβο στο κοινό.
Το Politico αναφέρει ότι έθεσε μια σειρά ερωτήσεων στον ΛαΤσιβίτα σχετικά με τη δουλειά του στην Αλβανία για τον Μπερίσα, αλλά δεν έλαβε απάντηση.

Ο Μπερίσα, τώρα 80 ετών, θεωρείται ευρέως ως ο πατέρας της αλβανικής δημοκρατίας για τον ρόλο του στο κίνημα διαμαρτυρίας που ανέτρεψε το τελευταίο σκληροπυρηνικό κομμουνιστικό καθεστώς της Ευρώπης, το 1992, για να γίνει ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας, σημειώνει το αμερικανικό Μέσο.
Ωστόσο, έγινε στόχος της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν, το 2021, για φερόμενη διαφθορά, πυροδοτώντας 3 χρόνια χάους στο Δημοκρατικό Κόμμα της Αλβανίας, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Μπερίσα εκδιώχθηκε από την Κοινοβουλευτική Ομάδα και τελικά τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό ενόψει μιας έρευνας για δωροδοκία -προτού το δικαστήριο του παραδώσει ξανά τον έλεγχο του κόμματος το 2024.
Ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα θα μπορούσε να κερδίσει περίπου το 48% των ψήφων και οι Δημοκρατικοί υποχωρούν κατά τουλάχιστον 10 ποσοστιαίες μονάδες, η εισαγωγή ψήφων από τη διασπορά για πρώτη φορά και η χαμηλή αξιοπιστία των γκάλοπ μπορεί να οδηγήσει σε έκπληξη.
Το κόμμα που θα κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, σχηματίζει τη νέα κυβέρνηση και επιλέγει τον πρωθυπουργό. Αυτό θα αντιπροσώπευε μια εκπληκτική εκλογική αναγέννηση για τον Μπερίσα, έναν άνθρωπο που κάποτε φαινόταν πολιτικά νεκρός και… θαμμένος.
Όταν ο Μπερίσα μπήκε στη μαύρη λίστα των ΗΠΑ
Μέχρι το 2021, ο Μπερίσα ήταν πρόεδρος, είχε υπηρετήσει δύο θητείες ως πρωθυπουργός και είχε σε μεγάλο βαθμό υποχωρήσει εντός της ιεραρχίας του Δημοκρατικού Κόμματος, προκειμένου να αφήσει την επόμενη γενιά να ηγηθεί.
Στη συνέχεια ήρθε ένα σοκ από το εξωτερικό: οι ΗΠΑ κήρυξαν αυτόν, την κόρη και τον γαμπρό του persona non grata, με τον τότε υπουργό Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, να αναφέρει τη «μεγάλη διαφθορά» ως τον λόγο που τους απαγόρευσαν να εισέλθουν στη χώρα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανέφερε ότι ο Μπερίσα ενεπλάκη στην «κατάχρηση δημόσιων πόρων και παρέμβαση σε δημόσιες διαδικασίες… προς όφελός του και για να εμπλουτίσει τους πολιτικούς του συμμάχους και τα μέλη της οικογένειάς του σε βάρος της εμπιστοσύνης του αλβανικού λαού στους κυβερνητικούς θεσμούς και τους δημόσιους αξιωματούχους».
«Ο κ. Μπερίσα ζήτησε γεγονότα και αποδείξεις, όπως και αρκετοί βουλευτές των ΗΠΑ, αλλά ο υπουργός Μπλίνκεν δεν παρείχε ποτέ ούτε μια απόδειξη», είπε η Λέλα όταν ρωτήθηκε για τον ορισμό.
Η Αλβανία είναι μια σκληρά φιλοαμερικανική χώρα και το να μπει ο ιστορικός ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη μαύρη λίστα των ΗΠΑ, μοιάζει με πολιτική θανατική ποινή για το κόμμα στα μάτια πολλών πολιτών της.

Μέχρι που ανέλαβε δράση ο γκουρού της πολιτικής, ο οποίος ώθησε τον Τραμπ πίσω στον Λευκό Οίκο μετά από μια επιτυχημένη εκστρατεία το 2024, κατά ην οποία ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος κέρδισε και τις επτά πολιτείες των ΗΠΑ, οι οποίες δεν ήταν βέβαιο προς τα πού θα καταλήξουν.
«Ο ΛαΤσιβίτα έχει δηλώσει δημόσια ότι η θέση του Μπερίσα δεν τον πτόησε -τον ενέπνευσε. Συμμετέχει σε μια δύσκολη εκστρατεία, για ένα κόμμα που προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί αφού ωθήθηκε στα όρια της πολιτικής εκτέλεσης», δήλωσε η Λέλα.
Ο Μπερίσα -ένας αρκετά μορφωμένος καρδιολόγος, ο οποίος συνδυάζει ένα διανοητικό υπόβαθρο με μια φλογερή, μαχητική πολιτική- τόνισε ότι η εγχώρια έρευνα διαφθοράς, ήταν μια επίθεση με πολιτικά κίνητρα.
Ξεκίνησε ένα κίνημα διαμαρτυρίας, με διαδηλωτές να βάζουν φωτιά σε λάστιχα έξω από το δημαρχείο των Τιράνων, να καίνε καρέκλες του Κοινοβουλίου και να πυρπολούν ομοιώματα ηγετών του κυβερνώντος κόμματος.
Περιορισμένος στο διαμέρισμά του, στο κέντρο των Τιράνων, ο Μπερίσα σήκωσε ένα μικρόφωνο στον όγδοο όροφο της πολυκατοικίας του και απευθύνθηκε στα πλήθη από το παράθυρο, κάνοντας τακτικές εμφανίσεις μέχρι να απελευθερωθεί από τον κατ’ οίκον περιορισμό τον Σεπτέμβριο του 2024.
Όλοι στην Αλβανία «φλερτάρουν» τον Τραμπ
Ο Ράμα, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία από το 2013, έχει δουλέψει σκληρά για να προσελκύσει τη Δύση -από το να εμφανιστεί στις συναντήσεις στις Βρυξέλλες με φούτερ και αθλητικά παπούτσια, μέχρι να συμπεριφέρεται στους Ευρωπαίους ηγέτες ως βασιλιάδες σε λαμπερά συνέδρια που διοργανώνονται στα Τίρανα.
Χαρισματικός και συχνά σκόπιμα υπερβολικός, έχει δουλέψει σκληρά για να γίνει ο αγαπημένος Αλβανός της Δύσης.
Επίσης, ζήτησε τη βοήθεια υψηλού προφίλ δυτικών συμβούλων, προσλαμβάνοντας τον «στρατηγό» του Εργατικού Κόμματος, Άλαστερ Κάμπελ, το 2012, για να τον βοηθήσει να δημιουργήσει αυτό που κατέληξε να είναι μια συντριπτική νίκη στις εκλογές του 2013. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τόνι Μπλερ, συμμετείχε αργότερα επίσης στη συμβουλευτική ομάδα του Ράμα.
Βέβαια, δεν είναι μόνο οι Δημοκρατικοί (της Αλβανίας) που «φλερτάρουν» τον στενό κύκλο του Τραμπ.
Σε συνέντευξή του τον Απρίλιο στο Bloomberg, ο Ράμα δήλωσε ότι θεωρεί ότι ο Τραμπ είναι «καλός για όλους», δηλώνοντας ότι «ο Θεός τον έσωσε» μετά την απόπειρα δολοφονίας τον Ιούλιο του 2024, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ, «όχι μόνο για να κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά… αλλά και για να κάνει την Ευρώπη να ξυπνήσει και να συνεννοηθεί».
Ο Ράμα παρέδωσε επίσης ένα από τα πιο προσοδοφόρα αναπτυξιακά έργα στη σύγχρονη ιστορία της χώρας στον γαμπρό του Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, συμπεριλαμβανομένης μιας 99χρονης μίσθωσης στο νησί Σαζάν -μια έρημη πρώην βάση στρατιωτικών πληροφοριών στα ανοιχτά της λαμπερής νότιας ακτής της Αλβανίας (γνωστή ως αλβανική Ριβιέρα).
Η Αλβανία με το βλέμμα σταθερά στην ΕΕ
Οι σφοδρές πολιτικές μάχες μεταξύ των Δημοκρατικών του Μπερίσα και των Σοσιαλιστών του Ράμα κινδυνεύουν να παρεμποδίσουν τις ενταξιακές φιλοδοξίες της Αλβανίας στην ΕΕ, το μοναδικό πιο σημαντικό ζήτημα για τους ψηφοφόρους.
«Η συγκρουσιακή προσέγγισή τους είναι αυτή που εμπόδισε τη χώρα να προχωρήσει στο μέγιστο των δυνατοτήτων της και στην πορεία ένταξής της στην ΕΕ», δήλωσε η Βαλμπόνα Ζενέλη, μέλος του Ατλαντικού Συμβουλίου.
«Χρειαζόμαστε ένα νέο κύμα ηγετών και κομμάτων και ένα διάλειμμα από την ψηφοφορία για τον αρχηγό του κόμματος έναντι της ψήφου για πολιτικές πλατφόρμες και πολιτικές», συμπλήρωσε.
Σε αντίθεση με τους περισσότερους Βαλκάνιους γείτονές της, οι οποίοι συνεχίζουν να εμπλέκονται σε δυσεπίλυτες διαμάχες που προκύπτουν από τους πολέμους διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας της δεκαετίας του 1990, η Αλβανία αντιμετωπίζει ελάχιστη έως καθόλου περιφερειακή ή διεθνή αντίθεση για να γίνει μέλος της ΕΕ -και έχει λειτουργήσει σε μεγάλο βαθμό ως σταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή.
Αυτήν τη στιγμή θεωρείται πως η Αλβανία βρίσκεται στην… pole position για ένταξη στην ΕΕ μαζί με τον βόρειο γείτονά της, το Μαυροβούνιο. Στο πλαίσιο αυτό, ο Ράμα να δεσμεύεται να εξασφαλίσει την ένταξη έως το 2030 ως μέρος της πρότασής του στους ψηφοφόρους για τις εκλογές της Κυριακής (11/5).
«Αυτό είναι που με ανησυχεί περισσότερο -μετά τις εκλογές, είναι αν οι διχασμοί στη χώρα θα συνεχίσουν να επιβραδύνουν την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων και τις πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν τελικά να τη βγάλουν από αυτή τη μετακομμουνιστική μεταβατική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και δεκαετίες», σημείωσε η Ζενέλι.