Ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ανακοίνωσε ότι θα μεταβεί αυτή την Πέμπτη στην Τουρκία και θα περιμένει – αν γίνει η συνάντηση θα είναι η πρώτη από την έναρξη του πολέμου– τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, σε μια προσπάθεια επανεκκίνησης της διπλωματίας και ενδεχόμενης ειρηνευτικής συμφωνίας.
Η δήλωση του Ζελένσκι έγινε μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα X (πρώην Twitter), όπου ξεκαθάρισε:
«Θα περιμένω τον Πούτιν στην Τουρκία την Πέμπτη. Προσωπικά. Ελπίζω αυτή τη φορά οι Ρώσοι να μην ψάξουν για δικαιολογίες».
Αν η συνάντηση πραγματοποιηθεί, θα είναι η πρώτη κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο ηγετών από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πριν από τρία και πλέον χρόνια.
Το παρασκήνιο
Μόλις λίγες ώρες πριν, ο Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε «άμεση και άνευ όρων κατάπαυση πυρός για 30 ημέρες» και προειδοποίησε με κυρώσεις αν δεν τηρηθεί. Το Σάββατο, είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ζελένσκι και ηγέτες του ΝΑΤΟ, οι οποίοι δήλωσαν έτοιμοι να στηρίξουν την πρόταση.
Η πρόταση αυτή θεωρήθηκε ένα «άνοιγμα» για διάλογο. Αν και ο Πούτιν απέρριψε την άμεση κατάπαυση πυρός, απάντησε πως είναι έτοιμος για απευθείας διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία στην Κωνσταντινούπολη την Πέμπτη.
Παρά την αρχική απόρριψη του παγώματος των συγκρούσεων, ο Πούτιν δείχνει να κρατά το διπλωματικό χαρτί της συνάντησης.
Η πρωτοβουλία για εκεχειρία και διαπραγμάτευση είχε τη στήριξη 30 χωρών, μεταξύ των οποίων και η Βρετανία, με τον Κιρ Στάρμερ να δηλώνει πως «αν ο Πούτιν θέλει ειρήνη, ας δεχτεί την πρόταση για 30 ημέρες παύση πυρός». Ωστόσο, η στάση του Τραμπ δημιούργησε αμφιβολίες για τη συνοχή της Δύσης. Σε ανάρτησή του, φάνηκε να ευθυγραμμίζεται με την πρόταση του Πούτιν για άμεσες διαπραγματεύσεις, γεγονός που –όπως παρατηρούν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι– αποδυναμώνει την πίεση προς τη Μόσχα.
Η κίνηση του Ζελένσκι να ταξιδέψει στην Τουρκία, ανεξαρτήτως της τελικής απόφασης της Μόσχας, εκλαμβάνεται ως απόπειρα να κερδίσει το ηθικό και διπλωματικό πλεονέκτημα. Όμως, πολλοί φοβούνται ότι ο Πούτιν ενδέχεται να χρησιμοποιεί τις διαπραγματεύσεις για να κερδίσει χρόνο ή να αποδυναμώσει την ευρωπαϊκή ενότητα.
Η Ευρώπη, όπως σημειώνει δυτικός διπλωμάτης, «πλησιάζει στο σημείο αλήθειας», όπου ίσως χρειαστεί να δράσει μόνη της – αν δεν μπορεί πια να βασίζεται στις ΗΠΑ.