Αυτό σημειώνει στο εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του ο Maxim Samorukov στην ιστοσελίδα του Carnegie Μόσχας. Ποιο είναι το αναπόφευκτο; Η ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ....
Το άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Carnegie Μόσχας με τίτλο «Η γλύκα μιας αναμφισβήτητης απώλειας. Τι θα κοστίσει στη Ρωσία η ένταξη της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ» πραγματεύεται την πολιτική της Μόσχας στο Μακεδονικό ζήτημα και ιδιαίτερα όσον αφορά το τελευταίο στάδιο με την Συμφωνία των Πρεσπών. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Maxim Samorukov «η Ρωσία σε αυτό το ειδύλλιο θα πάρει το ρόλο μιας κακής νεράιδας, που προσπάθησε να χαλάσει σε όλους τη γιορτή από καθαρή κακία, αλλά απέτυχε».
«Οι κρίσιμες δηλώσεις του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, τα στοχευμένα δημοσιεύματα στο Sputnik, η ύποπτη δραστηριότητα στα κοινωνικά δίκτυα και η επίσκεψη στο Κρεμλίνο του Προέδρου Ιβανόφ που ήταν στενός εταίρος του Γκρουέφσκι - όλα αυτά αποδείχθηκαν αρκετά, προκειμένου η Δύση να δει στη Μακεδονία μαζική ρωσική παρέμβαση με στόχο να αλλάξει τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας» τονίζει ο ρώσος αρθρογράφος επιρρίπτοντας ουσιαστικά την ευθύνη για την διόγκωση του θέματος στην λανθασμένη στάση της Μόσχας.
Στο άρθρο περιγράφει ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης τόσο στα Σκόπια όσο και στην Αθήνα μπορεί να εναντιώθηκαν στην Συμφωνία των Πρεσπών αλλά μόνο επικοινωνιακά αφού στην ουσία όταν θα έρθουν στην εξουσία θα εφαρμόσουν τη συμφωνία αυτή.
«Η Μόσχα, υποστηρίζοντας τους αντιπάλους της συμφωνίας, ενεπλάκη στην εσωτερική πολιτική των δύο χωρών και συνδέθηκε στενά, όχι απλά με μία από τις πλευρές, αλλά με την πλευρά που έχανε και η οποία χρειάζεται τη ρωσική βοήθεια μόνο όσο χάνει» υποργαμμίζει ο αναλυτής σε ένα άρθρο όπου φυσικά χρησιμοποιεί την πάγια τακτική της Μόσχας να ονομάζει τα Σκόπια ως σκέτη Μακεδονία!.
Αναλυτικά το άρθρο
Τα διεθνή ΜΜΕ θα γράψουν για νέα ήττα της Ρωσίας, ότι το ΝΑΤΟ, έχοντας ξεπεράσει τη ρωσική αντίσταση, επεκτείνεται ξανά στα Βαλκάνια και εντάσσει στις τάξεις του τη Μακεδονία. Οι Μακεδόνες θα υπογράψουν επίσημα στις Βρυξέλλες το πρωτόκολλο για την ένταξη στη συμμαχία και πλέον θα έχουν μείνει μόνο τυπικές διαδικασίες: θα πρέπει να συγκεντρωθούν οι υπογραφές και των 29 χωρών του ΝΑΤΟ. Μάλιστα, η Ελλάδα, με την οποία υπήρχαν τα περισσότερα προβλήματα, θα βάλει συμβολικά την υπογραφή της πρώτη.
Η Ρωσία σε αυτό το ειδύλλιο θα πάρει το ρόλο μιας κακής νεράιδας, που προσπάθησε να χαλάσει σε όλους τη γιορτή από καθαρή κακία, αλλά απέτυχε. Και όπως και στο παραμύθι, στην ιστορία με τη Μακεδονία και το ΝΑΤΟ, το ευτυχές τέλος ήταν προφανές από την αρχή. Αλλά η Ρωσία -όπως και να έχει - προτίμησε να επιλέξει μια αναμφισβήτητα χαμένη στάση και για αρκετά χρόνια εξηγούσε πεισματικά σε όλους πως αυτή η αναπόφευκτη απώλεια θα την ταπεινώσει και θα την προσβάλει.
Η ανακάλυψη της Μακεδονίας
Η ιστορία με την ένταξη της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ έδειξε ότι η αντιπαράθεση με τη Δύση καθίσταται πολύτιμη για τη Ρωσία, ανεξάρτητα από το ποια θα είναι τα αποτελέσματα στην περιοχή. Δεν την ενδιαφέρει να υπολογίσει τις απώλειες και τα οφέλη για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση: όταν υπάρχει η δυνατότητα να έρθει σε αντιπαράθεση - πρέπει να το κάνει. Ας είναι μάταιη η αντίθεση, ας ενοχλεί τους πάντες και ας βλάπτει τα ρωσικά συμφέροντα. Όλα αυτά δεν έχουν σημασία: όσο πιο μάταια είναι η ιδέα, τόσο πιο γλυκιά θα είναι - σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι - η ήττα που επέβαλε η ίδια στον εαυτό της.
Πριν από δέκα χρόνια, όταν δεν υπήρξαν προβλήματα με την ένταξη της Αλβανίας και της Κροατίας στο ΝΑΤΟ, στην πραγματικότητα, χωρίς ρωσική ανάμειξη, λίγοι θα μπορούσαν να φανταστούν ότι με την Μακεδονία τα πράγματα θα εξελίσσονταν διαφορετικά. Σε αυτή τη χώρα, η Ρωσία δεν είχε ποτέ ιδιαίτερα συμφέροντα ή μοχλούς επιρροής.
Ήταν δύσκολο για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ να δουν μια απειλή στις δύο δεκάδες βενζινάδικα της ρωσικής Lukoil ή στο θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο, που είναι καταχωρημένο σε εταιρείες του φυγά γερουσιαστή Lebedev. Η Μακεδονία είχε ήδη διαχωριστεί από τα ρωσικά σύνορα με μια ευρεία ζώνη χωρών του ΝΑΤΟ. Το αφήγημα της Σλαβικής ή Ορθόδοξης αδελφότητας δεν είχε εφαρμοστεί για τους Μακεδόνες . Ακόμη και οι «παραδοσιακοί ιστορικοί δεσμοί» από τον 19ο αιώνα, που η Ρωσία έχει σχεδόν με όλες τις χώρες των Βαλκανίων, απουσίαζαν στην περίπτωση της Μακεδονίας. Εκείνη την περίοδο δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί η μακεδονική εθνική ιδέα.
Η Μακεδονία ήταν για τη Ρωσία μια μακρινή και σχεδόν άγνωστη χώρα, η οποία, το πολύ-πολύ, θα μπορούσε να γίνει ένας από τους συμμετέχοντες στον αγωγό South ή στον Turkish Stream. Και ίσως να μην μπορούσε να γίνει, καθώς το μέγεθος της αγοράς μιας φτωχής χώρας με πληθυσμό δύο εκατομμυρίων δεν θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά.
Αλλά το 2014, η ουκρανική κρίση επιδείνωσε τις σχέσεις με τη Δύση, ενώ το 2015, στη Μακεδονία ξεκίνησαν μαζικές διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης του Νικολά Γκρουέφσκι. Αυτή η σύμπτωση αποδείχθηκε αρκετή προκειμένου η Μόσχα να ενεργοποιήσει ένα παλιό αντανακλαστικό και να αποφασίσει να ταχθεί υπέρ του επί ετών πρωθυπουργού και ενάντια στην πορτοκαλί επανάσταση. Η ρωσική ηγεσία δεν ανησύχησε ούτε καν για το γεγονός ότι η ΕΕ στις αναφορές της επαινούσε κάθε χρόνο τον Γκρουέφσκι ως επιτυχημένο φιλοδυτικό μεταρρυθμιστή, ενώ ο πρωθυπουργός της Μακεδονίας και το κόμμα του VMRO-DPNE ήταν σταθεροί υποστηρικτές της ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Φυσικά, στην περίπτωση της μακρινής Μακεδονίας, δεν υπήρξε κουβέντα ούτε για δάνεια έκτακτης ανάγκης, ούτε για επιχειρήσεις του στρατού, ούτε για καταφύγιο στον Γκρουέφσκι κοντά στο Ροστόφ. Αλλά αυτό δεν ήταν απαραίτητο σε μια ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα, εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης και της νίκης του Τραμπ. Οι κρίσιμες δηλώσεις του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, τα στοχευμένα δημοσιεύματα στο Sputnik, η ύποπτη δραστηριότητα στα κοινωνικά δίκτυα και η επίσκεψη στο Κρεμλίνο του Προέδρου Ιβανόφ που ήταν στενός εταίρος του Γκρουέφσκι - όλα αυτά αποδείχθηκαν αρκετά, προκειμένου η Δύση να δει στη Μακεδονία μαζική ρωσική παρέμβαση με στόχο να αλλάξει τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας.
Και στη συνέχεια, η λογική των γεγονότων δεν άφησε πλέον περιθώρια ελιγμών. Η Δύση κινητοποιήθηκε για να βοηθήσει τη νέα κυβέρνηση συνασπισμού των Σοσιαλδημοκρατών και των κομμάτων της αλβανικής μειονότητας, όχι μόνο να έρθουν στην εξουσία, αλλά και να επιδείξουν πραγματική πρόοδο στην ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ η Ρωσία, με τις αλλεργίες της σε οποιαδήποτε επέκταση του ΝΑΤΟ, αναγκάστηκε να προσκολληθεί στην τελευταία σύγκρουση που εμπόδιζε την ευρωατλαντική ενσωμάτωση της Μακεδονίας, τη διαμάχη με την Ελλάδα για την ονομασία της χώρας.
Έξοδος στη γεωπολιτική
Όταν η Δύση, προσπαθώντας να δημιουργήσει στα Βαλκάνια τουλάχιστον κάποιο θετικό παράδειγμα, έριξε όλες τις δυνάμεις της στη διαμεσολάβηση μεταξύ Ελλάδας και Μακεδονίας στη διαμάχη για την ονομασία της τελευταίας, η Ρωσία επέλεξε για αυτή τη διευθέτηση μια τακτική που, γενικότερα, δεν συνεπάγεται ενδεχόμενο επιτυχίας. Στην πραγματικότητα, η Μόσχα πρότεινε και στις δύο χώρες να μην λύσουν τίποτα, να αφήσουν τα πάντα ως έχουν και απλά να περιμένουν έως ότου το ζήτημα γίνει όχι τόσο οδυνηρό, λες και τα προηγούμενα 27 χρόνια αναμονής δεν ήταν αρκετά.
Η Συμφωνία των Πρεσπών για τη μετονομασία της Μακεδονίας από απλή σε Βόρεια υπογράφηκε και από τα δύο μέρη της σύγκρουσης - τις κυβερνήσεις τόσο της Ελλάδας, όσο και της Μακεδονίας . Ωστόσο, η Ρωσία συνέχισε να επικρίνει τη Συμφωνία ως απαράδεκτη λόγω του ότι προκαλεί δυσαρέσκεια μεταξύ των εθνικιστών και στις δύο χώρες.
Στη ρωσική κριτική πράγματι υπήρχαν πολλά δίκαια: δεν υπήρξε διευθέτηση με όμορφο τρόπο και κατάφεραν να εφαρμόσουν τη συμφωνία μόνο χάρη στις έντονες πιέσεις της Δύσης. Η συμφωνία έλαβε περισσότερο από το 90% των ψήφων σε δημοψήφισμα στην Μακεδονία, αλλά η συμμετοχή ήταν μόλις 38% αντί του προβλεπόμενου 50%. Το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν ανοικτά χειραγωγικό: δεν γινόταν καν λόγος για τη μετονομασία, ωστόσο υποσχόταν ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ με την έγκριση της συμφωνίας. Για να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό ψήφων στο μακεδονικό κοινοβούλιο, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποσχεθεί αμνηστία σε εκείνους τους αντιπολιτευόμενους που κατηγορήθηκαν ότι συμμετείχαν στις συγκρούσεις στο κοινοβούλιο, όταν την άνοιξη του 2017 τραυματίστηκαν περισσότερα από εκατό άτομα. Να υπογράψει τον νόμο αναγκάστηκε ο Πρόεδρος του κοινοβουλίου, καθώς ο Πρόεδρος της χώρας αρνήθηκε. Ωστόσο, εναντίον του τελευταίου άνοιξε υπόθεση για κατάχρηση του δικαιώματος βέτο και παραβίαση του Συντάγματος.
Η Μακεδονία είναι μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, οπότε εν τέλει όλες οι τυπικότητες ακολουθήθηκαν, ωστόσο, γενικά, η διαδικασία δεν έμοιαζε πολύ με διεθνοτική συμφιλίωση. Ακόμα και στην Ελλάδα, όπου δεν απαιτήθηκε να αλλάξει το Σύνταγμα και, για να εγκριθεί η συμφωνία, χρειαζόταν απλά μια πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, η ψηφοφορία για τη Συμφωνία των Πρεσπών οδήγησε στην κατάρρευση του κυβερνώντος συνασπισμού.
Με τόσες πολλές δυσκολίες, η διευθέτηση θα μπορούσε να πάει πίσω πολλές φορές και να βγει από τις προτεραιότητες της Δύσης, εάν δεν υπήρχε η επίμονη κριτική εκ μέρους της Ρωσίας. Λόγω της επιδεικτικής εχθρότητας της Μόσχας, η Δύση μπορούσε να αποδώσει όλες τις δυσκολίες στην Μακεδονία στο Κρεμλίνο και αποφάσισε να μην υποχωρήσει σε καμία περίπτωση, διότι το κόστος του ζητήματος αυξήθηκε αμέσως από μικρή περιφερειακή χώρα των Βαλκανίων σε αποτυχία στην γεωπολιτική αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Και αυτό το κόστος η Ρωσία το αύξησε μόνη της.
Αναπόφευκτο συν
Ταυτόχρονα, δεν είναι σαφές πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια μακροπρόθεσμη επιτυχία της Ρωσίας ακόμα και με την ευνοϊκότερη εξέλιξη της κατάστασης. Η Μακεδονία χρειάζεται τη συμφωνία προκειμένου να υλοποιήσει το από καιρού όνειρο της για ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, ενώ η Ελλάδα - προκειμένου να προστατευθεί εκ του βορρά από την αυξανόμενη τουρκική επιρροή στη Μακεδονία . Και στις δύο περιπτώσεις, αυτές είναι μη κομματικές προτεραιότητες και δεν θα εξαφανιστούν από την αλλαγή της εξουσίας.
Οι ηγέτες της ελληνικής αντιπολίτευσης λένε ότι μπορεί να μην τους αρέσει η συμφωνία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα την αρνηθούν όταν θα έρθουν στην εξουσία. Οι εθνικιστές από το μακεδονικό VMRO-DPNE, ιδιαίτερα κοντά στον πρώην πρωθυπουργό Γκρουέφσκι, μπορούν τώρα να επικρίνουν τη συμφωνία με όλη τους τη δύναμη και μάλιστα να φλερτάρουν με τη Μόσχα, αλλά επιβεβαιώνουν τακτικά ότι στόχος του κόμματός τους είναι να οδηγήσουν τη Μακεδονία όχι μόνο στην ΕΕ, αλλά και στο ΝΑΤΟ.
Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Μακεδονία, οι τοπικοί πολιτικοί χρειάζονται την κριτική για τη συμφωνία μόνο ως τρόπο να έρθουν στην εξουσία και τότε οι νέοι ηγέτες θα χαρούν να χρεώσουν τις αντιλαϊκές αποφάσεις στους προκάτοχούς τους, να μην επιστρέψουν ποτέ σε αυτήν και να ζήσουν σε μια πιο άνετη πραγματικότητα. Δηλαδή, η Μόσχα, υποστηρίζοντας τους αντιπάλους της συμφωνίας, ενεπλάκη στην εσωτερική πολιτική των δύο χωρών και συνδέθηκε στενά, όχι απλά με μία από τις πλευρές, αλλά με την πλευρά που έχανε και η οποία χρειάζεται τη ρωσική βοήθεια μόνο όσο χάνει.
Η ρωσική κριτική που ασκήθηκε στη Συμφωνία των Πρεσπών δεν περιείχε τίποτα που να θυμίζει έστω και λίγο εναλλακτικές μεθόδους διευθέτησης. Η πρόταση της Μόσχας να επιστρέψουν στο ψήφισμα 845 του ΟΗΕ (του 1993) και να συζητήσουν τη σύγκρουση στο Συμβούλιο Ασφαλείας φαίνεται παράλογη όταν ούτε η Μακεδονία , αλλά ούτε και η Ελλάδα δείχνουν την παραμικρή επιθυμία να μεταφέρουν τις διαπραγματεύσεις τους εκεί. Ωστόσο, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, η Ρωσία έχει το δικαίωμα να ασκεί βέτο, οπότε από τη ρωσική άποψη όλες οι συγκρούσεις πρέπει να εξετάζονται εκεί, ακόμα και αν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες στη σύγκρουση κατάφεραν να συμφωνήσουν και χωρίς αυτό.
Τα αποτελέσματα της συμμετοχής της Ρωσίας στη μακεδονική διευθέτηση είναι λυπηρά. Η Ελλάδα, η οποία δεν απέλασε Ρώσους διπλωμάτες ακόμη και μετά την υπόθεση Σκριπάλ, απέλασε δύο και ανακάλεσε για κάποιο διάστημα τον Πρέσβυ. Η μακεδονική κυβέρνηση βλέπει στο πρόσωπο της Ρωσίας έναν εχθρό, ενώ η μακεδονική αντιπολίτευση δεν σκοπεύει να βασιστεί στη Μόσχα και εξακολουθεί να υποστηρίζει την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η Μακεδονία θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ πολύ πιο γρήγορα από ό, τι ονειρεύονταν μέχρι πρόσφατα. Και όλα αυτά γενικά έχουν μετατραπεί και σε μια πηγή ενόχλησης στις ήδη πολύπλοκες σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση. Η προσπάθεια της Ρωσίας να αντισταθεί στο αναπόφευκτο έφερε μόνο πιο κοντά αυτό το αναπόφευκτο, προσθέτοντας από πάνω την διεθνή ταπείνωση και απώλειες στα συμφέροντα στην περιοχή.