Ο Τίρσο «TJ» Ντομίνγκεζ, ο πιλότος που μετέφερε τόνους κοκαΐνης για λογαριασμό του διαβόητου Κολομβιανού βαρόνου, Πάμπλο Εσκομπάρ, σπάει για πρώτη φορά τη σιωπή του. Στο νέο podcast Cocaine Air, αποκαλύπτει πώς κατέληξε να πετά με στόλο 30 αεροπλάνων, να έχει 30 Λαμποργκίνι και να πληρώνεται σε ναρκωτικά αξίας δεκάδων εκατομμυρίων.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία ενός ανθρώπου που όπως λέει δεν δοκίμασε ποτέ τα ναρκωτικά που μετέφερε, αλλά έγινε βασικός παίκτης στην πιο αιματοβαμμένη αυτοκρατορία ναρκωτικών της ιστορίας.
Ο Τίρσο «TJ» Ντομίνγκεζ, όπως αποκάλυψε, αρχικά είχε απορρίψει την πρόταση του διαβόητου Κολομβιανού βαρόνου ναρκωτικών, επειδή ήδη κέρδιζε $4 εκατομμύρια τον μήνα πετώντας για ανταγωνιστή του. Ωστόσο, όπως αφηγείται στο νέο podcast – στην πρώτη του συνέντευξη από τότε που συνελήφθη στη βίλα του στη Φλόριντα το 1988 – ο Ντομίνγκεζ άλλαξε γνώμη όταν ο Εσκομπάρ του προσέφερε μισθό πέντε φορές μεγαλύτερο, δηλαδή, $20 εκατομμύρια τον μήνα.
«Είχα 30 Λαμποργκίνι και ντυνόμουν στην εντέλεια», λέει ο Ντομίνγκεζ στο Cocaine Air. «Μου έφερναν αυτοκίνητο στο χρώμα του πουκαμίσου που είχα διαλέξει να φορέσω εκείνη την ημέρα».
Η συνέντευξη που παραχώρησε στον παρουσιαστή Τζόναθαν Γουόλτον – έπειτα από περισσότερα από δώδεκα χρόνια στη φυλακή για διακίνηση ναρκωτικών και ξέπλυμα χρήματος – προσφέρει μια ωμή, και από πρώτο χέρι μαρτυρία για το τι ωθεί κάποιον να συνεργαστεί με έναν από τους πιο διαβόητους εγκληματίες του κόσμου.
Ο Εσκομπάρ ευθύνεται για δολοφονίες, απαγωγές και βομβιστικές επιθέσεις, μέχρι που σκοτώθηκε από ειδικές δυνάμεις της Κολομβίας το 1993.
Από τον θάνατο του πατέρα του στα ναρκωτικά
Ο Ντομίνγκεζ εμπλέχθηκε στη διακίνηση ναρκωτικών στα τέλη της δεκαετίας του ’70, μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του – εργολάβου στο επάγγελμα – από καρκίνο, εν μέσω της κατασκευής ενός εργοστασίου ζάχαρης στην Αϊτή. Ήταν μόλις 20 χρονών και σύντομα εξαπατήθηκε από δύο τραπεζίτες του Μαϊάμι, χάνοντας $100.000 και αδυνατώντας να λάβει το δάνειο $14 εκατομμυρίων που είχε ήδη εξασφαλίσει ο πατέρας του.
Απελπισμένος για το κεφάλαιο που έχασε, έμαθε να πιλοτάρει αεροπλάνα και ξεκίνησε να μεταφέρει μαριχουάνα παράνομα από τις Μπαχάμες και την Κολομβία στις ΗΠΑ. Η πρώτη φορά που πέταξε κοκαΐνη ήταν εξαναγκαστικά, αφού έχασε ένα φορτίο μαριχουάνας $800.000 και απειλήθηκε με θάνατο από τους προμηθευτές του. Για να καλύψει τη ζημιά, έκανε μία πτήση με κοκαΐνη – και έλαβε $1 εκατομμύριο.
Από τότε, άρχισε να το κάνει επαγγελματικά. «Ποτέ δεν ήθελα να μπλέξω με την κοκαΐνη, γιατί αυτοί ήταν οι “κακοί” – αυτοί που σκότωναν», λέει. «Δεν εγκρίνω τα ναρκωτικά. Δεν έχω δοκιμάσει ποτέ. Ήμουν ένα θύμα απάτης που με οδήγησε σε αυτόν τον δρόμο που κατέληξα».
Η πρόταση του Εσκομπάρ που… δεν μπορούσε να αρνηθεί
Η φήμη του ως ενός αξιόπιστου και ικανού πιλότου, τον έφερε στο ραντάρ του Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος τον προσέγγισε προσφέροντάς του δουλειά. Ο Ντομίνγκεζ, γνωστός και ως «Tito», αρχικά αρνήθηκε. Είχε τέσσερις πτήσεις τον μήνα, $1 εκατομμύριο η κάθε μία. Τα χρήματα αυτά του ήταν αρκετά.
«Θα σου πω την αλήθεια – ο Πάμπλο Εσκομπάρ δεν σήμαινε τίποτα για μένα», λέει. «Είχα έπαρση. Νόμιζα ότι μπορούσα να περπατήσω πάνω στο νερό. Έβγαζα $4 εκατομμύρια τον μήνα. Τι πρόβλημα να έχω;»
Ο Εσκομπάρ επανήλθε προσφέροντάς του $5 εκατομμύρια ανά πτήση, δηλαδή συνολικά 20 εκατομμύρια δολάρια τον μήνα. Όπως τόνισε ο Ντομίνγκεζ ήταν μια πρόταση στην δεν μπορούσε να πει όχι. Αργότερα, ο βαρόνος των ναρκωτικών άρχισε να τον πληρώνει απευθείας σε κοκαΐνη, κι έτσι ο Ντομίνγκεζ έγινε και έμπορος: μετέφερε, πούλαγε και ξέπλενε μόνος του. «Έκανα αυτό που κανένας άλλος διακινητής δεν είχε καταφέρει ποτέ», λέει με υπερηφάνεια.
Στο podcast Cocaine Air, διαβάζει ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του Ρομπέρτο Εσκομπάρ – λογιστή και αδελφού του Πάμπλο – στο οποίο αναφέρεται ότι ο «TJ» είχε στόλο 30 αεροπλάνων και ήταν ένας από τους βασικούς μεταφορείς του καρτέλ. Όπως εξηγεί έτσι ακριβώς ήταν η κατάσταση.
Η πτώση του «Βασιλιά των Αιθέρων»
Στο αποκορύφωμα της δύναμής του είχε βίλα, εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, κατασκευαστική, εταιρεία ναυλώσεων, αντιπροσωπεία πολυτελών αυτοκινήτων – και ένα κατοικίδιο πούμα, τον «Top Cat». Όλα όμως τελείωσαν ένα πρωινό του Απριλίου του 1988, όταν πράκτορες με τουφέκια και ελικόπτερα εισέβαλαν στο σπίτι του.
Κατηγορήθηκε – μαζί με 12 συνεργάτες – ότι μεταξύ 1984 και 1985 έφερε στις ΗΠΑ πάνω από πέντε τόνους μαριχουάνα και κοκαΐνης. Οι αρχές κατέσχεσαν πάνω από 20 πολυτελή αυτοκίνητα και πέντε αεροπλάνα αξίας σχεδόν $3 εκατομμυρίων.
Το 1991, παραδέχτηκε την ενοχή του για διακίνηση και ξέπλυμα χρήματος. Καταδικάστηκε σε 13 χρόνια, δύο εκ των οποίων σε απομόνωση, επειδή από το κελί του κατάφερε να αγοράσει ελικόπτερο και να σχεδιάσει την απόδρασή του. «Του είχα πει: “Προσγειώσου στην αυλή και πέτα πάνω απ’ τον φράχτη”», λέει. «Υπήρχε κανάλι εκεί κοντά και είχα αυτοκίνητο να με περιμένει». Τελικά η απόδραση απέτυχε.
Σήμερα, στα 73 του, θεωρεί ότι πλήρωσε το χρέος του στην κοινωνία και δηλώνει πως θέλει να είναι ένας έντιμος επιχειρηματίας. «Αποτυχία είναι μόνο αν τα παρατήσεις», λέει. «Εάν πέσεις… να πέσεις μπροστά. Αυτό σημαίνει ότι ήδη κέρδισες δύο βήματα. Για μένα, το ποτήρι είναι πάντα μισογεμάτο».