Έχουν περάσει σχεδόν τρεις μήνες από όταν ξέσπασε το Huaweigate, ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που έχουν έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, όμως ο αντίκτυπος των αποκαλύψεων βαίνει αμείωτος. Βάσει όσων έχουν γίνει έως τώρα γνωστά, οι Βελγικές αρχές, ερευνούν αν περίπου 15 Ευρωβουλευτές δωροδοκήθηκαν από τον κινέζικο κολοσσό, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά του.
Κι ενώ αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον η εξέλιξη των ερευνών, αξιοσημείωτο είναι ότι οι κεντρικοί φορείς της ΕΕ δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να μειώσουν τα φαινόμενα διαφθοράς μέσω λόμπινγκ.
Η επιστολή
Όπως αποκαλύφθηκε στα τέλη του περασμένου Μαρτίου από το Politico, το οποίο επικαλείται δικαστικά έγγραφα, τους τελευταίους μήνες, υπάρχει ανοιχτή έρευνα Βέλγων εισαγγελέων προκειμένου να διαπιστωθεί αν περίπου 15 πρώην ή νυν ευρωβουλευτές έλαβαν παράνομα χρήματα από τη Huawei. Αυτή η φερόμενη δωροδοκία, σύμφωνα με την έρευνα των βελγικών αρχών, αφορά μεταξύ άλλων, ανοιχτή επιστολή που υπέγραψαν οι συγκεκριμένοι ευρωβουλευτές, όπου υπερασπίζονταν τα συμφέροντα του κινεζικού κολοσσού.
Η επίμαχη επιστολή στάλθηκε τον Φεβρουάριο του 2021 από οχτώ ευρωβουλευτές, σε τρεις επιτρόπους της ΕΕ. Μεταξύ άλλων, οι ευρωβουλευτές υποστήριζαν ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις δεν θα πρέπει να εμποδίσουν την ανάπτυξη εξοπλισμού 5G στην Ευρώπη. Και μπορεί να μην υπήρχε ονομαστική αναφορά της Huawei, εντούτοις, οι βελγικές αρχές φαίνεται πως θεωρούν ότι η επιστολή εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της κινεζικής πολυεθνικής. Κι αυτό επειδή πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εφαρμόζουν μέτρα τα οποία επιχειρούν να περιορίσουν τη χρήση κινεζικού εξοπλισμού από τους τηλεπικοινωνιακούς φορείς, με το επιχείρημα του κινδύνου κατασκοπείας ή ακόμη και πιθανής οικονομικής εξάρτησης από την Κίνα.
«Προώθηση ιδιωτικών εμποριών συμφερόντων»
Οι Βέλγοι εισαγγελείς εξετάζουν μεταξύ άλλων κατά πόσο υπήρξε «διαφθορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», που «ωφέλησε την Huawei». Οι ανακριτές εξετάζουν «υπερβολικά δώρα» ή «αμοιβές για ανάληψη πολιτικών θέσεων», που έλαβαν χώρα από το 2021 έως το τέλος του 2024.
Βάσει πρόσφατης ανακοίνωσης των Βέλγων εισαγγελέων, σε αυτά τα «υπερβολικά δώρα», συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων «αμοιβή για λήψη πολιτικών θέσεων, υπερβολικά δώρα όπως φαγητό και έξοδα ταξιδιού και τακτικές προσκλήσεις σε ποδοσφαιρικούς αγώνες… με σκοπό την προώθηση καθαρά ιδιωτικών εμπορικών συμφερόντων στο πλαίσιο πολιτικών αποφάσεων…».
Άρση ασυλίας
Στα τέλη του περασμένου Μαΐου, οι βελγικές αρχές ζήτησαν επίσημα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την άρση ασυλίας πέντε ευρωβουλευτών με αφορμή την έρευνα για διαφθορά και άσκηση επιρροής που σχετίζεται με την κινεζική εταιρεία τεχνολογίας. Το αίτημα έγινε δεκτό, ενώ ακολούθησε αίτημα των αρχών για άρση ασυλίας δύο επιπλέον ευρωβουλευτών.
Ορισμένοι ευρωβουλευτές επιβεβαίωσαν ότι υποβλήθηκε αίτημα για την άρση της ασυλίας τους. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τον Ιταλό ευρωβουλευτή Σαλαβατόρ ντε Μέο (ΕΛΚ), τον Μαλτέζο ευρωβουλευτή Ντάνιελ Ατάρντ (S&D) και τον Βούλγαρο ευρωβουλευτή Νίκολα Μίντσεφ (Renew Europe). Σημειώνεται πως δεν έχει ασκηθεί κατηγορία εναντίον κανενός από τους εμπλεκόμενους ευρωβουλευτές.
Συλλήψεις
Παράλληλα, τουλάχιστον οχτώ άτομα κατηγορούνται από τη βελγική εισαγγελία -συμπεριλαμβανομένου ενός από τα πλέον υψηλόβαθμα στελέχη της Huawei στην Ευρώπη- για ενεργό διαφθορά, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και εγκληματική οργάνωση, έπειτα από σειρά επιδρομών που πραγματοποιήθηκαν σε Βέλγιο, Γαλλία και Πορτογαλία. Στους κατηγορουμένους συμπεριλαμβάνονται τρεις επιπλέον εργαζόμενοι της Huawei.
Στις αρχές του περασμένου Απριλίου, η Huawei ανακοίνωσε πως απέλυσε δύο υπαλλήλους και έθεσε σε διαθεσιμότητα έναν τρίτο, για τη φερόμενη εμπλοκή τους στην υπόθεση.
«Προσφέρθηκε ένα ποσό 15.000 ευρώ»
Όπως αναγράφεται στο ένταλμα σύλληψης των συγκεκριμένων προσώπων, το οποίο επίσης αποκάλυψε το Politico, «στον συντάκτη της επιστολής 5G προσφέρθηκε ένα ποσό 15.000 ευρώ, ενώ σε κάθε προσυπογράφοντα προσφέρθηκαν 1.500 ευρώ… Αυτή η συναλλαγή ή η προτεινόμενη συναλλαγή φέρεται να έχει εγκριθεί από τα κινεζικά στελέχη της Huawei, ιδίως από τον… διευθυντή του γραφείου των Βρυξελλών».
«Δεν υπέγραψα ποτέ»
Ορισμένοι από τους εμπλεκόμενους ευρωβουλευτές, αρνούνται ότι υπέγραψαν την επιστολή, είτε υποστηρίζουν πως δεν θυμούνται αν όντως την υπέγραψαν. Είναι ενδεικτικό, ότι ο Ρουμάνος πρώην συντηρητικός ευρωβουλευτής Κρίστιαν Σίλβιου Μπουσό ανέφερε πως δεν συναίνεσε ποτέ στην υπογραφή και ότι δεν βρήκε «καμία αλληλογραφία σχετικά με αυτήν την επιστολή».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο πρώην Ιταλός σοσιαλδημοκράτης ευρωβουλευτής Τζουσέπε Φεραντίνο, ο οποίος δήλωσε πως «είμαι βέβαιος ότι δεν υπέγραψα ποτέ τέτοιες επιστολές».
Παράλληλα, ο Ιταλός συντηρητικός ευρωβουλευτής Χέρμπερτ Ντόρφμαν σχολίασε πως το κείμενο ήταν ιδέα του Ιταλού ευρωβουλευτή Φούλβιο Μαρτουτσιέλο και ότι δεν θα υπέγραφε την επιστολή εφόσον γνώριζε ότι σχετιζόταν με την Huawei.
Από την πλευρά του, ο Ρουμάνος συντηρητικός ευρωβουλευτής Ντάνιελ Μπούντα, ανέφερε πως «η υποστήριξή μου προήλθε αποκλειστικά από ανησυχίες για την αγροτική ψηφιακή υποδομή που δεν επηρεάστηκε από εξωτερικά μέρη».
Έβαλαν κοριό σε γήπεδο
Εντυπωσιακός πάντως είναι και ο τρόπος με τον οποίο οι βελγικές αρχές κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν στοιχεία. Όπως αναγράφεται σε πρόσφατο δημοσίευμα του Politico, Βέλγοι πράκτορες ασφαλείας, έβαλαν κοριό σε ένα εταιρικό θεωρείο στο ποδοσφαιρικό γήπεδο της βελγικής ομάδας Άντερλεχτ. Το συγκεκριμένο θεωρείο χρησιμοποιούνταν από τη Huawei «για να συνομιλεί με μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».
Οι Βέλγοι πράκτορες «άκουσαν επίσης άλλες συνομιλίες που αφορούσαν έναν από τους κορυφαίους λομπίστες της Huawei, μεταξύ άλλων και στο αυτοκίνητό του».
Όπως αναγράφεται στο Politico, «ο λόγος για τον οποίο η εταιρεία μίσθωσε το θεωρείο, ήταν προκειμένου να κάνει τις πρώτες επαφές με τους πολιτικούς και να προσπαθήσει να τους “λαδώσει”, σύμφωνα με ένας από τους ανθρώπους που γνωρίζουν την έρευνα».
Ο συγκεκριμένος λομπίστας κατάφερε να φέρει στο θεωρείο «νεοεκλεγμένους ευρωβουλευτές, προσκαλώντας πρώτα τους βοηθούς τους. Στη συνέχεια, οι προσκλήσεις επεκτάθηκαν σε νομοθέτες από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών ομάδων, καθώς και σε πρώην ευρωβουλευτές και άλλους αξιωματούχους της ΕΕ, δήλωσαν δύο από τους ανθρώπους που βρίσκονται στην έρευνα».
«Δεν ήμουν ενήμερος»
Ο Ντάνιελ Ατάρντ, ένας από τους ευρωβουλευτές για τους οποίους έχει ζητηθεί η άρση της ασυλίας τους, παρακολούθησε αγώνα της Άντερλεχτ από το συγκεκριμένο θεωρείο. Όπως δήλωσε, «δεν ήμουν ενήμερος ότι η πρόσκληση προερχόταν από κάποια εταιρεία…».
Από την πλευρά του, ο ευρωβουλευτής Νίκολα Μίντσεφ που επίσης παρευρέθηκε στο θεωρείο, ανακοίνωσε ότι ενημερώθηκε από τον βοηθό του, πως «ένας φίλος και γείτονας» τον προσκάλεσε να παρακολουθήσει έναν αγώνα τον Οκτώβριο του 2024.
Απαγόρευση επαφών
Τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί για τη Huawei, καθώς στα τέλη του περασμένου Απριλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε πως δεν θα συναντάται πλέον με οργανώσεις που ασκούν λόμπινγκ για λογαριασμό της κινεζικής εταιρείας. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκάλεσε έντονους τριγμούς, καθώς η κινέζικη πολυεθνική, έχει μεγάλο αποτύπωμα λόμπι που καλύπτει πληθώρα τομέων, από την τεχνολογία έως την αυτοκινητοβιομηχανία και την ενέργεια. Αρκετές εταιρείες και φορείς που εκπροσωπούσαν την Huawei, την έχουν ήδη εγκαταλείψει.
Κι αυτό ενώ η Επιτροπή έχει απαγορεύσει ήδη από τον περασμένο Μάρτιο «επαφές και συναντήσεις» με αξιωματούχους της Huawei τον περασμένο Μάρτιο.
Νομικά κενά
Πάντως, έπειτα από σχετικό αίτημα που έλαβε, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, απέστειλε επιστολή στους ευρωβουλευτές, όπου σύμφωνα με το Euractiv, απέκλεισε το ενδεχόμενο να επισπεύσει την αναθεώρηση του μητρώου λόμπι της ΕΕ.
Το επίμαχο αίτημα των ευρωβουλευτών κοινοποιήθηκε μετά την έναρξη των ερευνών από τις Βελγικές αρχές, καθώς βάσει του ίδιου δημοσιεύματος, οι ίδιοι «είχαν προειδοποιήσει ότι το μητρώο διαφάνειας απέτυχε να ρυθμίσει τις πρεσβείες και τους μη εγγεγραμμένους λομπίστες, δημιουργώντας κενά στην εποπτεία». Σύμφωνα με πληθώρα ευρωβουλευτών, θα πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια αναφορικά με το λόμπινγκ από χώρες εκτός της ΕΕ.
Ήταν ενήμερη η OLAF
Σημειώνεται πως έντονη είναι η κριτική που ασκείται εναντίον και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο διευθυντής της OLAF, Βίλε Ιτάλα, υπερασπίστηκε την απόφασή του να μην ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τις φερόμενες πρακτικές άσκησης πίεσης της Huawei στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κι αυτό μολονότι είχε δοθεί μια σχετική πληροφορία στην OLAF, ήδη από το 2022.
Μάλιστα, ο ίδιος σχολίασε ότι η OLAF λαμβάνει περισσότερες από 4.000 αντίστοιχες πληροφορίες ετησίως και πως η συγκεκριμένη που εστάλη σχετικά με τη Huawei, δεν είχε λεπτομέρειες και εστάλη δύο χρόνια μετά το φερόμενο αδίκημα.
Σύμφωνα πάντως με όσα ανέφερε ο διευθυντής της οργάνωσης «Διεθνής Διαφάνεια Ευρώπης», Νικ Αιόσα, η αρχική πληροφορία κοινοποιήθηκε από τους ίδιους σχετικά με την επίμαχη επιστολή. Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, «δεδομένου ότι το είχαμε θέσει επίσης διμερώς σε μια συνάντηση που είχαμε με τον Ιτάλα στις 20 Δεκεμβρίου 2022, είχαν τη δυνατότητα (σ.σ. η OLAF) να επικοινωνήσουν μαζί μας για να αναζητήσουν περισσότερες πληροφορίες».
«Επιρρεπείς στη δωροδοκία»
Πάντως, σύμφωνα με το Politico, η πολύκροτη αυτή υπόθεση, -η εξέλιξη της οποίας αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, «συνδυάζει ανησυχίες σχετικά με την εμβέλεια της Κίνας στην ευρωπαϊκή πολιτική και το πόσο επιρρεπείς είναι οι νομοθέτες της ΕΕ στη δωροδοκία και τις ύποπτες πρακτικές άσκησης πίεσης, ακόμη και μετά από μια σειρά παρόμοιων σκανδάλων».
Όπως άλλωστε σημειώνεται σε άλλο ρεπορτάζ του Politico, «η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ένα πρόβλημα και δεν είναι σαφές αν κάποιος θέλει να κάνει κάτι σχετικά με αυτό».