Στιγμές τρόμου έζησε ένας Έλληνας πολίτης στο Ιράν, όταν πύραυλοι του Ισραήλ άρχισαν να πέφτουν λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι όπου ζούσε με την Ιρανή σύζυγό του και τα τρία παιδιά τους.
«Δεν υπήρχε καμία επικοινωνία, δεν υπήρχαν σειρήνες, δεν υπήρχε τίποτα. Τίποτα. Απλώς άκουγες να σε βομβαρδίζουν», περιέγραψε στην ΕΡΤ, μεταφέροντας τον πανικό και την απόγνωση που βίωσε.
Ο ίδιος κατήγγειλε τη φίμωση και την καταστολή που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας: «Η κυβέρνηση σκοτώνει τον ίδιο της τον λαό. Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου. Αν μάθουν ότι μεταφέρεις πληροφορίες για το τι συμβαίνει, η κατάσταση γίνεται επικίνδυνη».
Η οικογένεια κατάφερε, με μεγάλες δυσκολίες, να εγκαταλείψει τη χώρα και να περάσει στο Αζερμπαϊτζάν, αφήνοντας πίσω συγγενείς και φίλους, για τους οποίους αγωνιούν καθημερινά.
«Ξυπνήσαμε στις 2-3 τα ξημερώματα και ακούγαμε πυραύλους και μαχητικά να πετούν χαμηλά. Ένας πύραυλος έπεσε 100-150 μέτρα από εμάς. Χτύπησε έναν ουρανοξύστη και διέλυσε τους εννέα τελευταίους ορόφους. Το χτύπημα το αισθανθήκαμε έντονα», είπε.
Το κτίριο που επλήγη ήταν ο ουρανοξύστης Jahan Kodak, από τα πρώτα σημεία που δέχθηκαν επίθεση, ήταν ορατός από το παράθυρό τους.
«Πήγαμε εκεί. Είχαν σπάσει τα τζάμια σε όλα τα γύρω κτίρια, οι τοίχοι είχαν ραγίσει. Πολύς κόσμος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Το shock wave – το ωστικό κύμα – το ένιωθες ξανά και ξανά και ξανά».
Όπως τόνισε, στο Ιράν δεν υπάρχουν καταφύγια και ότι όσο συνεχίζονταν οι επιθέσεις, η πρόσβαση σε κάθε μορφή επικοινωνίας γινόταν όλο και πιο δύσκολη.
«Το ίντερνετ κοβόταν κάθε μέρα και περισσότερο. Έριχναν ιστοσελίδες, μπλόκαραν συστήματα. Στο τέλος δεν είχε μείνει τίποτα. Δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε ούτε στην Ελλάδα, ούτε πουθενά. Μόνο εσωτερικά, με απλές γραμμές, κι αυτές με δυσκολία».
Μαζί με άλλους δέκα Έλληνες, η οικογένεια ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής με δύο οδηγούς από την πόλη Τσαλούς του βόρειου Ιράν, με κατεύθυνση την Τεχεράνη. Χρειάστηκαν οκτώ ώρες και τέσσερις ελέγχους σε στρατιωτικά μπλόκα, για να φτάσουν στην πρεσβεία.
Από εκεί, ξεκίνησε η διαδρομή προς την Ασταρά και τα σύνορα με το Αζερμπαϊτζάν, όπου η ταλαιπωρία συνεχίστηκε, καθώς ο έλεγχος διαβατηρίων διήρκεσε έξι ολόκληρες ώρες.
«Είμαστε ανακουφισμένοι που φύγαμε, αλλά φοβόμαστε για όσους μείνανε πίσω. Δεν έχουμε καμία επαφή. Η αγωνία για τους ανθρώπους μας στο Ιράν μάς πνίγει».