Η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ πάτησε «pause», καθώς αποφάσισε να αναβάλει την εφαρμογή των αμοιβαίων δασμών από τις 9 Ιουλίου και να τη μεταθέσει χρονικά για την 1η Αυγούστου.
Έτσι, παραμένει πιθανή η επίτευξη μιας ενδεχόμενης «κατ’ αρχήν συμφωνίας» μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να αποτραπεί περαιτέρω αύξηση των δασμών και να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις. Όμως, εφόσον δεν επιτευχθεί κάποιο deal, η ΕΕ ενδέχεται να αντιμετωπίσει αύξηση των δασμών στο 20%, όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί -ή και ακόμα υψηλότερα, αν η ένταση κλιμακωθεί, υπογραμμίζει ανάλυση της DBRS.
Στο σενάριο αυτό αναμένεται επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε βραδύτερη δημοσιονομική εξυγίανση και μεγαλύτερη δυσκολία στη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ και ιδιαίτερα τις χώρες που ήδη αντιμετωπίζουν οικονομικά ζητήματα και αυξημένες ανάγκες, λόγω του νέου στόχου αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ.
Οι δασμοί Τραμπ ήδη «ματώνουν» τους τέσσερις
Αρχικά ο Τραμπ ανακοίνωσε εκτεταμένους νέους δασμούς κατά την Ημέρα της Απελευθέρωσης, όμως η κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου προέδρου ανέστειλε το σχέδιο στις 9 Απριλίου για 90 ημέρες και επέβαλε προσωρινό δασμό 10% σχεδόν σε όλα τα εισαγόμενα αγαθά, με εξαίρεση τα φαρμακευτικά προϊόντα και τους ημιαγωγούς.
Παρότι τα περισσότερα προϊόντα επιβαρύνθηκαν με δασμό 10%, προϊόντα όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα οχήματα υπέστησαν ακόμη υψηλότερους δασμούς, από 25% έως 50%.
Παρά τις καθυστερήσεις στην πλήρη εφαρμογή των δασμών, τα έσοδα των ΗΠΑ από δασμούς αυξήθηκαν στα 24,18 δισεκατομμύρια δολάρια τον Μάιο.
Το γεγονός αυτό οδήγησε τον συνολικό αποτελεσματικό δασμολογικό συντελεστή των ΗΠΑ στο 8,8% -το υψηλότερο επίπεδο εδώ και χρόνια. Ο αποτελεσματικός συντελεστής ορίζεται ως ο λόγος των εσόδων από δασμούς επί των συνολικών αξιών εισαγόμενων αγαθών.
Οι βασικοί ευρωπαϊκοί εμπορικοί εταίροι κατέγραψαν σημαντικές αυξήσεις στους δασμούς των ΗΠΑ, ιδιαίτερα η Γερμανία, όπου ο αποτελεσματικός συντελεστής έφτασε το 11,4%, κυρίως λόγω της ισχυρής αυτοκινητοβιομηχανίας της. Οι αντίστοιχοι συντελεστές αυξήθηκαν σημαντικά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες: 6,4% στη Γαλλία, 8% στην Ιταλία και 9,2% στην Ισπανία.
Η σημαντική άνοδος των δασμών αποδίδεται εξ ολοκλήρου στα νέα μέτρα που εφαρμόστηκαν μετά τις 9/4. Τους μήνες που προηγήθηκαν της ανακοίνωσης των δασμών, οι εξαγωγές από χώρες της ΕΕ προς τις ΗΠΑ αυξήθηκαν, καθώς οι εταιρείες επιδίωξαν να προλάβουν τα νέα μέτρα. Ωστόσο, στους μήνες μετά την έναρξη εφαρμογής τους, τα επίπεδα εισαγωγών επανήλθαν σε αυτά του προηγούμενου έτους.
►Ο Τραμπ κέρδισε το μπρα ντε φερ με την ΕΕ: Πίσω ολοταχώς για τον φόρο στις Big Tech
Ελάχιστοι κατάφεραν να εξασφαλίσουν συμφωνία
Στη διάρκεια του τριμήνου που έδωσε ο Τραμπ, μόνο ελάχιστες χώρες εξασφάλισαν συμφωνίες με τις ΗΠΑ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βιετνάμ, ενώ υπήρξε και προσωρινή ανακωχή με την Κίνα. Όμως, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε υψηλούς δασμούς και για την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, μεταξύ άλλων χωρών.
Η Ευρώπη επιδιώκει μια «κατ’ αρχήν συμφωνία» για να αποτρέψει τις αρνητικές συνέπειες των απειλούμενων δασμών και να μειώσει την αβεβαιότητα. Παρά τη θετική ειδησεογραφία, προσομοιώθηκε από την DBRS το ενδεχόμενο μιας κατάστασης όπου δεν θα υπάρξει συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ, και οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν στην επιβολή δασμών 20%, ενώ η ΕΕ θα απαντήσει με επιπλέον 5% στους εισαγόμενους αμερικανικούς δασμούς.
►Ετοιμάζει «γράμμα» στην ΕΕ ο Τραμπ – «Σήμερα ή αύριο θα μάθουν για τους δασμούς»
Τι θα συμβεί στις τέσσερις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες
Η παρούσα ανάλυση επικεντρώνεται στις τέσσερις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρώπης -Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία. Οι χώρες αυτές ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σημαντικές πιέσεις στο ΑΕΠ τους μεσοπρόθεσμα, σε περίπτωση που οι δασμοί αυξηθούν στο 20% σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η συνολική οικονομική απώλεια έως το 2027 ενδέχεται να φτάσει το 0,8% του ΑΕΠ για τη Γερμανία, 0,6% για την Ιταλία και τη Γαλλία, και 0,4% για την Ισπανία. Η μεγαλύτερη επίδραση αναμένεται την περίοδο 2026-2027, ενώ στη συνέχεια το αρνητικό αποτύπωμα στο ΑΕΠ προβλέπεται να σταθεροποιηθεί.
Συνολικά, η αύξηση των δασμών εκτιμάται ότι θα περιορίσει τη δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως κατά τα έτη 2025 και 2026, ενώ ενδέχεται να προκαλέσει πρόσθετες πιέσεις στους κρατικούς προϋπολογισμούς των εν λόγω χωρών.
Παρά τις προκλήσεις, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που μπορούν να μετριάσουν τις επιπτώσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ικανότητα να στηρίζει τα κράτη-μέλη της απέναντι σε εξωτερικά σοκ, ιδίως τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να διαθέτει περιθώρια περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, ανάλογα με το μέγεθος των επιπτώσεων στους τιμολογιακούς δείκτες και την έκταση των αντιποίνων.
Σε εθνικό επίπεδο, η Γερμανία έχει περιθώρια δημοσιονομικής ευελιξίας και προγραμματισμένες επενδύσεις σε υποδομές και άμυνα, που μπορούν να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπειες. Αντίστοιχα, η Ιταλία και η Γαλλία -λόγω της σημαντικής παρουσίας τους στην αμερικανική αγορά- εξάγουν υψηλής ποιότητας προϊόντα, τα οποία ενδέχεται να αποδειχθούν πιο ανθεκτικά σε ενδεχόμενες δασμολογικές επιβαρύνσεις.
Τέλος, αναμένεται πως οι κυβερνήσεις θα παρέμβουν με μέτρα στήριξης για να αμβλύνουν το οικονομικό πλήγμα. Ωστόσο, ο συνδυασμός τέτοιων μέτρων με την αύξηση των αμυντικών δαπανών ενδέχεται να επιβραδύνει την πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης, καθιστώντας δυσκολότερη τη μείωση των ελλειμμάτων και τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους.