Ελλάδα

Προκλητικός Φάρατζ για τα Γλυπτά του Παρθενώνα: «Αν είχαν παραμείνει στην Ελλάδα, σήμερα δεν θα υπήρχαν»

Τα Γλυπτά του Παρθενώνα παραμένουν στο επίκεντρο στη Βρετανία.
Γλυπτά του Παρθενώνα
Φωτογραφία αρχείου

«Αν τα Γλυπτά του Παρθενώνα είχαν μείνει στην Ελλάδα, σήμερα δεν θα υπήρχαν», δήλωσε ο επικεφαλής του κόμματος Reform UK, Νάιτζελ Φάρατζ.

Ο Νάιτζελ Φάρατζ, σε δηλώσεις του στη Sun, τόνισε:

«Αν τα Γλυπτά του Έλγιν είχαν παραμείνει στην Ελλάδα, σήμερα δεν θα υπήρχαν.  Το Βρετανικό Μουσείο έχει υπάρξει εξαιρετικός προστάτης κάποιων από τους μεγαλύτερους θησαυρούς του κόσμου και πρέπει να συνεχίσει να είναι».

Το κείμενο στον Στάρμερ με το δεξιό μπλόκο – «Μην τα επιστρέψετε στην Ελλάδα»

Μια εκστρατεία για να αποτραπεί η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα βρίσκεται σε εξέλιξη στη Βρετανία.

Συγκεκριμένα, 34 άτομα, μεταξύ των οποίων η πρώην πρωθυπουργός Λιζ Τρας, υπέγραψαν επιστολή με βαριές αιχμές κατά του Βρετανικού Μουσείου και της κυβέρνησης του Κιρ Στάρμερ.

Στην επιστολή καταγγέλλουν «μυστική και επιταχυνόμενη εκστρατεία» για την επιστροφή των Μαρμάρων και απειλούν ακόμη και με νομικές ενέργειες, ώστε να μπλοκάρουν οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.

Σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ του Sky News, η επιστολή αποκαλύπτει ότι εξετάζεται ακόμα και νομική προσφυγή για να εμποδιστούν μελλοντικές συζητήσεις ανάμεσα στη βρετανική κυβέρνηση και το Βρετανικό Μουσείο σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών.

Εκτός της Τρας, μεταξύ των υπογραφόντων συγκαταλέγονται ο ιστορικός δρ. Ντέιβιντ Στάρκι και ο σερ Τζον Ρέντγουντ.

Στην επιστολή τους καταγγέλλουν ότι το Βρετανικό Μουσείο συμμετέχει σε «μυστική» και «εντατική εκστρατεία» για την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.

Το έγγραφο, το οποίο απευθύνεται στον Στάρμερ, τη νέα υπουργό Πολιτισμού Λίζα Νάντι και το Διοικητικό Συμβούλιο του Βρετανικού Μουσείου, ζητά «ουσιαστική μεταρρύθμιση» και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ζητηθεί από ορισμένα μέλη του συμβουλίου να επανεξετάσουν τη θέση τους.

Παράλληλα, απαιτεί να σταματήσουν οι διαπραγματεύσεις για την επιστροφή των Γλυπτών, προειδοποιώντας για πιθανές νομικές κινήσεις.

Οι υπογράφοντες κατηγορούν το μουσείο και την κυβέρνηση για «μυστικές διαπραγματεύσεις» στο πλαίσιο μιας οργανωμένης προσπάθειας απομάκρυνσης των Γλυπτών από τη Βρετανία.

Παράλληλα, υπογραμμίζουν ότι «διατηρούν το δικαίωμα να ζητήσουν νομικές συμβουλές για την προστασία των συμφερόντων του βρετανικού λαού» και δεν αποκλείουν ακόμη και την «έκδοση διατάγματος για την αναστολή οποιασδήποτε εν εξελίξει ή μελλοντικής διαπραγμάτευσης, έως ότου το κοινό ενημερωθεί πλήρως».

Τη σύνταξη της επιστολής ανέλαβε η συντηρητική εκστρατεία Great British PAC, με επικεφαλής την ακτιβίστρια Κλερ Μπούλιβαντ και τον πρώην αναπληρωτή συν-ηγέτη του κόμματος των Μεταρρυθμιστών Μπεν Χαμπίμπ.

Το κείμενο της επιστολής:

«Πρέπει να αντισταθούμε στον πειρασμό να διαστρεβλώσουμε την πορεία της ιστορίας για πολιτικούς και ιδεολογικούς λόγους. Τα ιστορικά γεγονότα, όπως η απομάκρυνση των Μαρμάρων, συνέβησαν για συγκεκριμένους πολιτιστικούς λόγους τους οποίους έχουμε καθήκον να σεβαστούμε και να κατανοήσουμε. Το συναίσθημα δεν πρέπει να υπερισχύσει του καθήκοντος.

Οι επίτροποι των δημόσιων θεσμών έχουν νομικές και θεσμικές υποχρεώσεις απέναντι στον βρετανικό λαό, όχι απέναντι σε ξένες κυβερνήσεις με τις οποίες ενδέχεται να έχουν ιδιωτικές συμπάθειες. Οι υποχρεώσεις αυτές περιλαμβάνουν διαφάνεια, διαβούλευση και, πάνω απ’ όλα, πίστη στο νόμο.

Αντί γι’ αυτό, γινόμαστε μάρτυρες μυστικών διαπραγματεύσεων, καθοδηγούμενων από ιδεολογία και προσωπικές φιλοδοξίες. Δεν έχει υπάρξει εθνική διαβούλευση, παρά τους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου, οι οποίοι βασίζονται σε επιλεκτικές δημοσκοπήσεις όπως οι πρόσφατες έρευνες της YouGov. Αυτές οι στιγμιαίες απεικονίσεις της κοινής γνώμης δεν υποκαθιστούν τον ενδελεχή δημοκρατικό έλεγχο. Ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς απαιτούν πιο αυστηρές, τεκμηριωμένες και συμμετοχικές διαδικασίες.

Δεν έχει υπάρξει κοινοβουλευτικός έλεγχος και δεν υπάρχει δημόσια εντολή για την αποσυναρμολόγηση ενός από τα σημαντικότερα πολιτιστικά κειμήλια της Βρετανίας. Ακόμα πιο σοβαρά, η μυστικότητα αυτή ενδέχεται να συνιστά παραβίαση των θεσμικών καθηκόντων που οι επίτροποι των μουσείων οφείλουν προς το κοινό.

Σύμφωνα με μακροχρόνιες αρχές δικαίου και εντιμότητας, οι θεσμικοί διαχειριστές έχουν υποχρέωση να ενεργούν με διαφάνεια και προς το συμφέρον των δικαιούχων τους. Το να διαπραγματεύεται κανείς την απομάκρυνση πολιτιστικής περιουσίας που τελεί υπό θεσμική διαχείριση – ιδιαίτερα υπό συνθήκες αδιαφάνειας, ξένης επιρροής και πολιτικών πιέσεων – εγκυμονεί σαφή και επιδεκτική νομικής αγωγής παραβίαση καθήκοντος.

Υπάρχει πλούσια νομολογία που επιβεβαιώνει ότι οι θεσμικοί διαχειριστές οφείλουν να ενημερώνουν και να προειδοποιούν ενεργά τους δικαιούχους για οποιαδήποτε ενέργεια που ενδέχεται να μην εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Αυτό δεν έχει συμβεί. Συνεπώς, υποστηρίζουμε ότι οποιαδήποτε συζήτηση, διαπραγμάτευση ή διευθέτηση που έχει ήδη πραγματοποιηθεί χωρίς πλήρη δημόσια διαφάνεια είναι επιβαρυμένη και πρέπει να θεωρηθεί άκυρη.

Η αναμόρφωση της διακυβέρνησης είναι αναγκαία. Ορισμένοι επίτροποι ίσως χρειαστεί να επανεξετάσουν τη θέση τους. Τουλάχιστον, οποιαδήποτε περαιτέρω δραστηριότητα σε αυτόν τον τομέα πρέπει να διακοπεί εν αναμονή μιας επίσημης δημόσιας έρευνας και ανεξάρτητης νομικής εξέτασης.

Διατηρούμε το δικαίωμα να ζητήσουμε νομικές συμβουλές για τον καλύτερο τρόπο προστασίας των συμφερόντων του βρετανικού λαού, υπό την ιδιότητά του ως δικαιούχου του θεσμικού καταπιστεύματος του Μουσείου, περιλαμβανομένης της προσφυγής για έκδοση ασφαλιστικών μέτρων που θα αναστείλουν οποιαδήποτε εν εξελίξει ή μελλοντική διαπραγμάτευση μέχρις ότου οι δικαιούχοι έχουν πλήρως ενημερωθεί και δεόντως προειδοποιηθεί για τους πιθανούς κινδύνους και τις αρνητικές συνέπειες τέτοιων ενεργειών.

Το Βρετανικό Μουσείο δεν είναι ιδιωτικό ίδρυμα. Οι επίτροποί του δεν μπορούν να ενεργούν ως “φιλόσοφοι-βασιλείς”, αναθεωρώντας την ιστορία και το νόμο στο όνομα μιας μόδας εξιλέωσης. Καλούμε συνεπώς το Κοινοβούλιο, την Κυβέρνηση και το Διοικητικό Συμβούλιο του Βρετανικού Μουσείου να αναστείλουν κάθε συζήτηση περί μεταβίβασης, μόνιμου δανεισμού ή αποδέσμευσης των Μαρμάρων του Έλγιν μέχρι να πραγματοποιηθεί πλήρης δημόσια επανεξέταση.

Δεν πρόκειται μόνο για τα Μάρμαρα του Έλγιν. Πρόκειται για το μέλλον κάθε αντικειμένου σε κάθε μουσείο της Βρετανίας. Αν η πολιτική μόδα και η ξένη χρηματοδότηση μπορούν να διαβρώσουν τις νομικές μας ασφαλιστικές δικλείδες μία φορά, μπορούν να το κάνουν ξανά.

Δεν θα μείνουμε αμέτοχοι καθώς αυτό το μέλλον διακυβεύεται».

Γλυπτά του Παρθενώνα: Το νομικό πλαίσιο

Ο νόμος του 1963 που διέπει το Βρετανικό Μουσείο απαγορεύει την οριστική παραχώρηση αντικειμένων όπως τα Γλυπτά του Παρθενώνα.

Εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης διευκρίνισε ότι «δεν υπάρχουν σχέδια για τροποποίηση του νόμου που θα επέτρεπε τη μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών», τονίζοντας ότι η ευθύνη για τις αποφάσεις που αφορούν τη διαχείριση και τη φροντίδα των συλλογών, συμπεριλαμβανομένων πιθανών δανεισμών, ανήκει στο διοικητικό συμβούλιο του μουσείου.

Μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων τον περασμένο Μάιο, ο τότε υφυπουργός Πολιτισμού Κρις Μπράιαντ, ξεκαθάρισε: «Δεν υπάρχει καμία πρόθεση να αλλάξει ο νόμος» και υπογράμμισε ότι με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο, δεν είναι δυνατός ούτε μόνιμος, ούτε επ’ αόριστον δανεισμός των Γλυπτών.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου και πρώην υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν είχε δηλώσει στο podcast Political Currency ότι η επίτευξη συμφωνίας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα «παραμένει αρκετά μακρινή».

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Αλιβέρι Εύβοιας: Σύλληψη ενός υπόπτου για τη μεγάλη φωτιά - Κάηκε πολυχώρος διασκέδασης (Εικόνες, Βίντεο)