Κόσμος

Γιατί ο Τραμπ θα κερδίσει στον εμπορικό πόλεμο – Ανάλυση Le Monde

Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να προκάλεσε χάος στις αγορές όμως η νέα κανονικότητα αποφέρει έσοδα δισεκατομμυρίων στις ΗΠΑ.
ΤΡΑΜΠ, TRUMP
AP Photo/Julia Demaree Nikhinson

Για πολλούς οικονομολόγους στις ΗΠΑ, η επιβολή «τιμωρητικών» δασμών την άνοιξη φαίνεται να δίνει τη θέση της σε μια νέα παγκόσμια τάξη, όπου δασμοί 10-15% (αδιανόητοι πριν από έναν χρόνο), αποτελούν τη νέα κανονικότητα που «εφάρμοσε» ο Ντόναλντ Τραμπ και αποφέρουν δισεκατομμύρια δολάρια στο Υπουργείο Οικονομικών της χώρας.

Όταν ο Τραμπ αποφάσισε, στις αρχές της άνοιξης, να αναστείλει τους μονομερείς δασμούς του, έχοντας ήδη προκαλέσει πανικό στις αγορές, οι «Financial Times» τον χαρακτήρισαν ειρωνικά «TACO» (από το “Trump Always Chickens Out”, δηλαδή «Ο Τραμπ πάντα κάνει πίσω») – σχόλιο που δημοσιεύθηκε στις αρχές Μαΐου.

Ο χαρακτηρισμός εξόργισε τον πρόεδρο των ΗΠΑ. «Είναι ένα μοχθηρό σχόλιο», απάντησε το Οβάλ Γραφείο όταν ρωτήθηκε, ενώ προκάλεσε το γέλιο παγκοσμίως, όπως αναφέρει η Le Monde.

«Ο Τραμπ κερδίζει τον εμπορικό του πόλεμο»

Όμως στις 15 Ιουλίου, ο αρθρογράφος της Wall Street Journal, Γκρεγκ Ίπ, έδωσε μια λιγότερο χιουμοριστική αλλά καίρια απάντηση: «Ξεχάστε το TACO. Ο Τραμπ κερδίζει τον εμπορικό του πόλεμο».

Το ζητούμενο δεν είναι η υπεράσπιση της εμπορικής πολιτικής του κ. Τραμπ – ακόμα και η WSJ την έχει χαρακτηρίσει ως «τον πιο ανόητο πόλεμο της Ιστορίας» – αλλά το αν ο πρόεδρος επιτυγχάνει τους στόχους που έχει θέσει.

Τονίζεται πως την Κυριακή 27 Ιουλίου, η πρόεδρος της ΕΕ, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, συναντά τον Αμερικανό πρόεδρο στη Σκωτία, με στόχο μια συμφωνία πριν την προθεσμία της 1ης Αυγούστου, ώστε να αποτραπεί η επιβολή μονομερών δασμών 30% κατά της Ευρώπης.

Ο Γκρεγκ Ίπ υπενθυμίζει την πρόθεση του Τραμπ, δηλαδή την επιβολή όσο το δυνατόν υψηλότερων δασμών, για την προστασία της αμερικανικής βιομηχανίας και για τη χρηματοδότηση μέρους ή και ολόκληρου του φόρου εισοδήματος.

Η χρήση των δασμών ως διαπραγματευτικό εργαλείο προβλήθηκε από τον υπουργό Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, ως καθησυχαστικό μήνυμα προς τους εταίρους των ΗΠΑ, όμως για τον Τραμπ αυτό δεν είναι η προτεραιότητα.

Ντόναλντ Τραμπ Λευκός Οίκος
AP | Alex Brandon

Η αλλαγή των διαπραγματεύσεων και οι «οχυρωμένες» ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ έχουν οχυρωθεί: οι δασμοί βρίσκονται πλέον γύρω στο 20% επί των εισαγωγών, έναντι μόλις 2,4% το 2024, σύμφωνα με τον δείκτη του Budget Lab του Πανεπιστημίου Yale – το υψηλότερο επίπεδο από το 1911 ή το 1933, ανάλογα με τη μέθοδο υπολογισμού. Η εκτίμηση αυτή έγινε μετά τη συμφωνία με την Ιαπωνία στις 22 Ιουλίου και πριν από την ευρωπαϊκή.

Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ έχει αλλάξει το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων: η γενική γραμμή δασμών 10% δεν συζητείται καν για μείωση – παρέμεινε και στη συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο τον Μάιο – ενώ η ανακοίνωση περιορισμένων δασμών 15% με την Ιαπωνία έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις αγορές. Αυτό το 15% αποτελεί πλέον τη «νέα κανονικότητα» για την Ευρώπη.

Όσοι χαίρονται που είναι μικρότερο από την απειλή των 30%, αποδέχονται στην ουσία τον εκβιασμό και ξεχνούν ότι πριν έναν χρόνο το 15% θα φάνταζε καταστροφικό.

Οι δασμοί αποφέρουν έσοδα. Από την αρχή του έτους, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών έχει συγκεντρώσει περίπου 100 δισ. δολάρια (85,1 δισ. ευρώ) – υπερδιπλάσια σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2024. Μόνο τον Ιούνιο, τα έσοδα ανήλθαν στα 27 δισ. δολάρια – τετραπλάσια του Ιουνίου 2024.

Ο Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter): «Πάμε ολοταχώς για τα 300 δισ. δολάρια φέτος. Αυτό αντιστοιχεί σχεδόν στο 1% του ΑΕΠ. Έτσι θα διορθώσουμε τη δημοσιονομική καταστροφή που κληρονομήσαμε».

Η εμπορική αυτή σύγκρουση επιβραδύνει την ανάπτυξη, χωρίς να προκαλεί ύφεση – τουλάχιστον μέχρι στιγμής. Αναμένεται κόστος 0,8% του ΑΕΠ το 2025 και 0,44% ετησίως τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με το Budget Lab. Παρόμοια είναι και η ανάλυση του ΟΟΣΑ, που υποβάθμισε τις προβλέψεις για την ανάπτυξη των ΗΠΑ από 2,2% σε 1,6% για το 2025 (από 2,8% το 2024).

«Πολλές προβλέψεις ύφεσης βασίζονταν σε δασμούς 145% στην Κίνα κ.λπ. Αλλά ένα μισό ποσοστιαίο σημείο του ΑΕΠ είναι σοβαρή υπόθεση», σχολίασε ο καθηγητής του Harvard, Τζέισον Φέρμαν, στις αρχές Ιουλίου στο Χ.

Το σχετικά περιορισμένο πλήγμα εξηγείται από το ότι η αμερικανική οικονομία είναι κατά 80% οικονομία υπηρεσιών – λιγότερο επηρεαζόμενη από δασμούς. Οι δασμοί πλήττουν κυρίως την παλαιά βιομηχανία: ατσάλι, αυτοκινητοβιομηχανία, αεροναυπηγική (ιδιαίτερα ενσωματωμένη μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης) και καταναλωτικά αγαθά.

Οι επενδύσεις που κατέρρευσαν τον Απρίλιο λόγω της αβεβαιότητας που προκάλεσε ο Τραμπ ανακάμπτουν, σύμφωνα με τη Fed της Φιλαδέλφειας. Οι επιχειρήσεις προσαρμόζονται στο «χάος Τραμπ», που «ήρθε για να μείνει», και στρέφονται στην τεχνητή νοημοσύνη.

Η νέα πολιτική είναι πιο σταθερή από την πρώτη θητεία (2017-2021), όπου κυριαρχούσαν οι αμοιβαίοι συμβιβασμοί και οι υπαναχωρήσεις. Αιτία; Οι περισσότερες χώρες – πλην Κίνας και Καναδά – δεν αντέδρασαν επιθετικά στις επιβολές Τραμπ και δείχνουν τάσεις υποχώρησης. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν απέφυγε μέχρι στιγμής τις σκληρές απαντήσεις του προκατόχου της, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.

«Οι ΗΠΑ έχουν λιγότερα να χάσουν»

Ο εμπορικός πόλεμος είναι ασύμμετρος: οι ΗΠΑ έχουν λιγότερα να χάσουν. Όπως σημείωσε ο Φέρμαν τον Μάρτιο, «οι εμπορικοί περιορισμοί πλήττουν τον Καναδά πολύ περισσότερο από τις ΗΠΑ», επειδή οι καναδικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αντιστοιχούν στο 18% του ΑΕΠ, ενώ οι αντίστοιχες αμερικανικές μόλις στο 1% του ΑΕΠ των ΗΠΑ.

Ο Τραμπ θέλει να προστατεύσει τον καταναλωτή-ψηφοφόρο. Όταν η Walmart προειδοποίησε τον Μάιο ότι θα αυξήσει τις τιμές λόγω των δασμών, ο πρόεδρος ξέσπασε στο Truth Social: «Από τη Walmart μέχρι την Κίνα, θα πρέπει, όπως λέμε, να ΦΑΝΕ ΤΟΥΣ ΔΑΣΜΟΥΣ και να μη χρεώσουν τίποτα στους πολύτιμους πελάτες τους».

Ποιος όμως πληρώνει τελικά το κόστος; Η WSJ γράφει: «Οι φόροι του Τραμπ πληρώνονται από τις αμερικανικές επιχειρήσεις», εκτιμώντας ότι αυτές απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους – αν και ήδη αρχίζουν να υποφέρουν.

Η General Motors επηρεάστηκε με ζημία 1,1 δισ. δολάρια το β΄ τρίμηνο, η RTX (αεροναυπηγική & άμυνα) με 850 εκατ. δολάρια, ενώ η Nike —που κατασκευάζει προϊόντα της στην Ασία— ανακοίνωσε ζημία 1 δισ. δολαρίων.

Ο επιμερισμός του βάρους είναι υπό διαπραγμάτευση: σύμφωνα με την Goldman Sachs, αρχές Ιουλίου, το κόστος επιμερίζεται σε 70% στους καταναλωτές, 15% στις αμερικανικές επιχειρήσεις και 15% στις ξένες. Η Fed δείχνει μικρότερο κόστος για τους καταναλωτές: 49% για αυτούς, 39% για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και 12% για τους ξένους εισαγωγείς.

Οι ξένες εταιρείες δείχνουν τάσεις παράδοσης. Η πίεση προς τις κυβερνήσεις τους να επιτύχουν συμφωνία με τον Τραμπ είναι έντονη. Ο Μπερνάρ Αρνό (LVMH) και ο Όλιβερ Μπλουμ (Volkswagen) ηγούνται της προσπάθειας.

Η VW έχασε 1,3 δισ. ευρώ το β΄ τρίμηνο και προτείνει «τεράστιες επενδύσεις» στις ΗΠΑ, ώστε να παρακάμψει τις επιβαρύνσεις, προτείνοντας ακόμη και εταιρικές διμερείς συμφωνίες με τις ΗΠΑ.

AP Photo/Markus Schreiber

Οι «χαοτικές συμφωνίες» του Τραμπ και οι αγορές

Οι συμφωνίες του Τραμπ είναι χαοτικές, μη δημοσιευμένες και γεμάτες ασάφειες – και οι αγορές το εκμεταλλεύονται. Μετά τη συμφωνία με την Ιαπωνία, οι μετοχές Toyota και Honda εκτινάχθηκαν κατά 13% και 10% αντίστοιχα. Όχι επειδή εξαιρούνται από τους δασμούς, αλλά επειδή οι δασμοί 15% ήταν μικρότεροι από τους αναμενόμενους 25% και μικρότεροι από εκείνους που ισχύουν για τους Αμερικανούς κατασκευαστές που εισάγουν από Μεξικό, ή χρησιμοποιούν εισαγόμενο ατσάλι/αλουμίνιο.

Οι κατασκευαστές των ΗΠΑ, όπως GM, Ford, Stellantis, διαμαρτύρονται. Όπως λέει ο πρόεδρός τους, Ματ Μπλαντ: «Κάθε συμφωνία που επιβάλλει χαμηλότερο δασμό σε ιαπωνικά οχήματα με ελάχιστο αμερικανικό περιεχόμενο απ’ ό,τι σε οχήματα που κατασκευάζονται στη Βόρεια Αμερική και έχουν υψηλό αμερικανικό περιεχόμενο, είναι κακή συμφωνία για τη βιομηχανία και τους εργάτες μας».

Το συμπέρασμα είναι πως τίποτα δεν είναι σταθερό. Ήδη ΗΠΑ και Ιαπωνία συγκρούονται για την εφαρμογή της συμφωνίας που προέβλεπε 550 δισ. δολάρια ιαπωνικών επενδύσεων.

Ωστόσο, όσο η Wall Street σπάει ρεκόρ και τα επιτόκια παραμένουν συγκρατημένα (4,4% στα 10ετή), ο Τραμπ φαίνεται να κερδίζει — ή τουλάχιστον να επιβάλλει τη δική του άποψη και να αναστατώνει την παγκόσμια οικονομική τάξη.

Η υποχώρησή του τον Απρίλιο δεν σήμαινε το τέλος της ιστορίας, όπως σημειώνει η Le Monde.

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Η άγνωστη «Βοϊδοκοιλιά» της Ηπείρου με κρυστάλλινα νερά