Η νέα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ για τους δασμούς, που υπεγράφη στο γκολφ κλαμπ του Ντόναλντ Τραμπ στη Σκωτία, προκαλεί έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη και μάλιστα στις ισχυρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Ιταλία. Παρότι το deal απέτρεψε την επιβολή δασμών 30% από την 1η Αυγούστου, η συμφωνία προβλέπει επιβάρυνση 15% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές – πάνω από τριπλάσια από το μέσο όρο 4,8% που ίσχυε έως τώρα.
Οι δασμοί πλήττουν ιδιαίτερα την αυτοκινητοβιομηχανία, τον χάλυβα και τον φαρμακευτικό τομέα, ενώ αναλυτές χαρακτηρίζουν τη συμφωνία «νίκη του Τραμπ» και «ασύμμετρη παραχώρηση» εκ μέρους της ΕΕ.
Τι προβλέπει η συμφωνία
Η συμφωνία προβλέπει την επιβολή δασμών 15% σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ – συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων – και αποτρέπει την εφαρμογή τιμωρητικών δασμών 30% που είχε απειλήσει να επιβάλει ο Τραμπ αν δεν υπήρχε συμφωνία έως την 1η Αυγούστου. Ωστόσο, η συμφωνία απέχει πολύ από τον στόχο του μηδενισμού δασμών που είχε αρχικά προτείνει η ΕΕ.
Οι ευρωπαίοι εξαγωγείς προς τις ΗΠΑ πλέον θα αντιμετωπίζουν μέσο δασμό υπερτριπλάσιο από τον σημερινό 4,8%, ενώ οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται για τον χάλυβα (που επί του παρόντος διατηρεί δασμό 50%), τον τομέα της αεροπορίας και τις μελλοντικές επιβαρύνσεις στις εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων.
Αντιδράσεις σε Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία – «Μαύρη ημέρα υποταγής»
Η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ έχει προκαλέσει σφοδρή κριτική στην ΕΕ, με ηγετικά στελέχη του επιχειρηματικού κόσμου της Γερμανίας και από υπουργό της γαλλικής κυβέρνησης.
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Φρανσουά Μπαϊρού, χαρακτήρισε τη συμφωνία «μαύρη μέρα» για την Ένωση, λέγοντας ότι η Ευρώπη υποτάχθηκε στις ΗΠΑ. «Είναι μαύρη μέρα όταν μια συμμαχία ελεύθερων λαών αποφασίζει να υποταχθεί», έγραψε στην πλατφόρμα Χ. Ο δε υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γαλλίας, Μπενζαμέν Αντάντ, έκανε λόγο για μια συμφωνία που παρέχει «προσωρινή και ανισόρροπη σταθερότητα».
Accord Van der Leyen-Trump : c'est un jour sombre que celui où une alliance de peuples libres, rassemblés pour affirmer leurs valeurs et défendre leurs intérêts, se résout à la soumission.
— François Bayrou (@bayrou) July 28, 2025
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος από την ανάληψη της ηγεσίας προσπαθεί να αναπτύξει στενές σχέσεις με τον Τραμπ, έσπευσε γρήγορα να επιδοκιμάσει το deal, υποστηρίζοντας πως με αυτό αποφεύχθηκε μια «αχρείαστη κλιμάκωση στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις» και απετράπη ένας ενδεχομένως καταστροφικός εμπορικός πόλεμος.
Ωστόσο κορυφαίοι παράγοντες της γερμανικής βιομηχανίας δεν συμμερίζονται τη θέση του. Η ισχυρή Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «σοβαρά επιζήμια», ενώ ο Σύνδεσμος Χημικής Βιομηχανίας (VCI) δήλωσε ότι τα ποσοστά δασμών παραμένουν «υπερβολικά υψηλά». Επιπλέον, είναι σαφές ότι ο αμερικανικός δασμός 15% στα αυτοκίνητα θα επιβαρύνει τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες βρίσκονται εν μέσω μετασχηματισμού, επηρεάζοντας αρνητικά τις πωλήσεις και τα κέρδη τους, ενώ ήδη πιέζονται σημαντικά από τον ανταγωνισμό, κυρίως λόγω της «επέλασης» της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Η πρόεδρος της ένωσης της αυτοκινητοβιομηχανίας VDA, Χίλντεγκαρντ Μίλερ, δήλωσε πως είναι «θεμελιωδώς θετικό» το ότι επιτεύχθηκε ένα γενικό πλαίσιο συμφωνίας, προειδοποίησε όμως για το τεράστιο κόστος που θα ακολουθήσει.
Η γερμανική τράπεζα Berenberg υπογράμμισε ότι η συμφωνία τερματίζει την «παραλυτική αβεβαιότητα», αλλά σημείωσε ότι πρόκειται ξεκάθαρα για νίκη του Τραμπ. «Είναι θετικό ότι υπάρχει συμφωνία. Ωστόσο, σε δύο σημαντικά σημεία, το αποτέλεσμα είναι πολύ χειρότερο από την κατάσταση που υπήρχε πριν ξεκινήσει ο Τραμπ τον νέο γύρο εμπορικών πολέμων στις αρχές του έτους», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg, Χόλγκερ Σμίντινγκ.
«Οι πρόσθετοι δασμοί θα βλάψουν και τις δύο πλευρές. Για την Ευρώπη, η ζημιά θα είναι άμεση. Η συμφωνία είναι ασύμμετρη. Οι ΗΠΑ αύξησαν σημαντικά τους δασμούς τους και εξασφάλισαν και επιπλέον παραχωρήσεις. Ο Τραμπ μπορεί να το παρουσιάσει ως δική του νίκη», τόνισε ο Σμίντινγκ. Η Berenberg υπογράμμισε ότι η συμφωνία θα επηρεάσει την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας, αν και αυτή θα μπορούσε να εξισορροπηθεί από το νέο πακέτο τόνωσης που ενέκρινε πρόσφατα η Bundestag.
Η Ιρλανδία, μία από τις κορυφαίες εξαγωγικές χώρες της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, εξέδωσε ανακοίνωση την Κυριακή στην οποία εξέφρασε την ικανοποίησή της για την «αναγκαία σταθερότητα» που προσφέρει η συμφωνία, εξέφρασε όμως τη «λύπη» της για το βασικό ποσοστό των δασμών.
Ο Ντάνι Μακόι, επικεφαλής της ιρλανδικής επιχειρηματικής ομάδας Ibec, πιο επικριτικός, χαρακτήρισε τη συμφωνία «κακή», λέγοντας ότι η ΕΕ «υποχώρησε». Ο Μακόι κάλεσε την ιρλανδική κυβέρνηση και την ΕΕ να δημιουργήσουν ένα Ταμείο για να υποστηρίξουν τις βιώσιμες επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στις νέες εμπορικές ρυθμίσεις. Εξέφρασε επίσης ανησυχίες για τις ιρλανδικές εταιρείες ότι τα προϊόντα που εισέρχονται στις ΗΠΑ από το Ηνωμένο Βασίλειο θα αντιμετωπίζουν χαμηλότερο δασμό 10% σε σύγκριση με τα προϊόντα που εισέρχονται απευθείας από την ΕΕ.
Η ιταλική τράπεζα UniCredit επίσης σημείωσε πως ο Τραμπ εξασφάλισε τα περισσότερα οφέλη από τη συμφωνία. «Είναι καλή συμφωνία για την ΕΕ; Μάλλον όχι. Το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά ασύμμετρο, καθώς οι αμερικανικοί δασμοί στις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων παραμένουν πολύ υψηλότεροι από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς στους αμερικανικούς», ανέφερε σε ενημερωτική ανακοίνωσή της προς τους πελάτες της.
«Εκτιμώ τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την εποικοδομητική και διαπραγματευτική στάση της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζω αυτή τη συμφωνία εμπορίου, αλλά το κάνω χωρίς ενθουσιασμό», δήλωσε και Ισπανός Πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ. «Δεν πρόκειται για συμφωνία… Ο Ντόναλντ Τραμπ έφαγε την φον ντερ Λάιεν για πρωινό, αυτό συνέβη και το υποψιαζόμασταν ότι θα συμβεί, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι βαρέων βαρών στις διαπραγματεύσεις, ενώ η κυρία πρόεδρος είναι κατηγορία φτερού», τόνισε ο Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπαν.
Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν: «Είναι το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε»
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, θέλοντας να υπερασπιστεί τη συμφωνία που υπέγραψε, ανέφερε: «Το 15% δεν είναι αμελητέο, αλλά είναι το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε».
Η ΕΕ είχε προσπαθήσει αρχικά να πιέσει την Ουάσιγκτον με απειλές αντιποίνων ύψους 21 δισ. ευρώ τον Απρίλιο και νέες απειλές για δασμούς σε εισαγωγές αξίας 73 δισ. ευρώ νωρίτερα τον Ιούλιο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, η στρατηγική της ΕΕ είχε αλλάξει, επιχειρώντας μια γρήγορη συμφωνία αντίστοιχη με αυτήν που υπέγραψε το Ηνωμένο Βασίλειο με τις ΗΠΑ, με υποσχέσεις για ασφάλεια και άμυνα από τον Τραμπ.
Αντιθέτως, η Κίνα, η οποία απείλησε τις ΗΠΑ με κύμα τιμωρητικών δασμών, συνεχίζει ακόμη τις διαπραγματεύσεις, με τον Τραμπ να παγώνει το Σαββατοκύριακο τους περιορισμούς στη μεταφορά τεχνολογίας για να διευκολύνει συμφωνία με το Πεκίνο.
Η ΕΕ είχε πιέσει για συμβιβασμό και στο θέμα του χάλυβα με εισαγωγές χωρίς δασμούς μέχρι κάποιο όριο, αλλά ο Τραμπ το απέρριψε δηλώνοντας ότι «ο χάλυβας μένει ως έχει». Ωστόσο, η φον ντερ Λάιεν επέμεινε ότι «θα μειωθούν οι δασμοί και θα τεθεί σε εφαρμογή σύστημα ποσοστώσεων».
Επίσης στη συμφωνία, δεν υπήρξε εξαίρεση για τα φαρμακευτικά προϊόντα, με την ΕΕ να επιβεβαιώνει ότι θα επιβληθεί οριζόντιος δασμός 15%, ενώ άλλοι δασμοί εναπόκεινται πλέον στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου. Η ΕΕ είχε πιέσει έντονα για εξαιρέσεις σε βασικούς τομείς – από τα αεροπλάνα έως τα οινοπνευματώδη – ενώ η αυτοκινητοβιομηχανία, καίρια για Γαλλία και Γερμανία, ήδη πλήττεται σημαντικά από τους υπάρχοντες δασμούς.
Πλέον, η Ένωση υπόκειται σε δασμό 25% για τα αυτοκίνητα, 50% για χάλυβα και αλουμίνιο και 15% γενικευμένο δασμό.
Η στρατηγική «επιβίωση και πρόοδος» της ΕΕ και το πρόβλημα με τον Τραμπ
Η φράση «επιβίωση και πρόοδος» είναι αυτή που απηχεί, σύμφωνα με τους New York Times, τη βασική στρατηγική της ΕΕ για τη συμφωνία με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Για την Ευρώπη, η «επιβίωση» κατά το πρώτο έτος της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ σημαίνει τη σύναψη μιας εμπορικής συμφωνίας που σίγουρα δεν ευνοεί ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή οικονομία — αλλά δεν είναι και η καταστροφή που θα μπορούσε να είναι.
Η «πρόοδος» σημαίνει να διατηρηθεί ο Τραμπ αφοσιωμένος σε εξωτερικά ζητήματα που έχουν απασχολήσει περισσότερο φέτος τους Ευρωπαίους ηγέτες απ’ ό,τι τα δικά τους εσωτερικά οικονομικά προβλήματα: το μέλλον της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, η κρίση στη Γάζα, και – κυρίως – ο πόλεμος της Ουκρανίας απέναντι στη ρωσική εισβολή.
Παρά τις επικρίσεις, κανείς από τους ευρωπαίους ηγέτες δεν ήταν διατεθειμένος να ρισκάρει την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου θα μπορούσε να βλάψει περαιτέρω τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Ούτε ήθελαν να βαθύνουν το διπλωματικό ρήγμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις οποίες οι Ευρωπαίοι, παρά τη στάση του Τραμπ, συνεχίζουν να αντιλαμβάνονται ως απαραίτητες για μια συμφωνία τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία.
Το πρόβλημα ωστόσο με τον Τραμπ είναι πως όταν παίζεις με τη στρατηγική «επιβίωση και πρόοδος», κάθε ημέρα μπορεί να είναι ένα καινούργιο παιχνίδι, που απλώς θα σε οδηγεί πάντα σε αποφάσεις «υποταγής» για την «επιβίωση».