Καθώς ο Καναδάς ενώνεται με τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοινώνοντας σχέδια για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν σταθερά στο πλευρό του Ισραήλ — αλλά έχει ο Τραμπ κάποιο μακροπρόθεσμο σχέδιο για το μέλλον της Γάζας;
Ανάμεσα σε όλες τις ιστορικές δηλώσεις για τη Μέση Ανατολή, μία που ίσως δεν έχει μείνει έντονα στη συλλογική μνήμη της διεθνούς κοινότητας έγινε στο Τόκιο τον Νοέμβριο του 2023.
Εκεί, ο τότε Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, παρουσίασε μια σειρά αρχών για την «επόμενη μέρα» του πολέμου στη Γάζα, κατά τη διάρκεια συνάντησης της G7 — της ομάδας των ισχυρότερων κρατών του κόσμου.
Είχε ταξιδέψει εκεί από το Τελ Αβίβ, αφού είχε συναντήσει την ηγεσία του Ισραήλ έναν μήνα μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, εν μέσω της επακόλουθης ισραηλινής στρατιωτικής επιχείρησης στη Γάζα.
Ο Μπλίνκεν κατέγραψε ουσιαστικά τις προϋποθέσεις των ΗΠΑ για τους στρατιωτικούς στόχους του Ισραήλ και τη γενικότερη διαχείριση της σύγκρουσης:
- Όχι εξαναγκαστικός εκτοπισμός των Παλαιστινίων.
- Όχι επανεγκατάσταση ισραηλινής κατοχής στη Γάζα μετά τον πόλεμο.
- Όχι απόπειρα για νέους αποκλεισμούς ή πολιορκίες.
- Μια μελλοντική διακυβέρνηση που θα ηγείται από Παλαιστίνιους, με συμμετοχή της διεθνώς αναγνωρισμένης Παλαιστινιακής Αρχής.
- Καμία ανάμειξη της Χαμάς.
Οι αρχές αυτές αποσκοπούσαν στο να δημιουργήσουν συναίνεση μεταξύ των συμμάχων της Ουάσινγκτον στην Ευρώπη και τον αραβικό κόσμο — ακόμη κι αν το Ισραήλ διαφωνούσε με πολλές από αυτές.
Λίγοι πιθανόν θυμούνται τη διακήρυξη των «Αρχών του Τόκιο» από τον Μπλίνκεν — και σίγουρα όχι η κυβέρνηση Τραμπ, η οποία τις απέρριψε αμέσως μόλις ανέλαβε.
Ωστόσο, οι ιδέες αυτές εξακολουθούν να υποστηρίζονται από πολλούς συμμάχους των ΗΠΑ, οι οποίοι βρέθηκαν αυτή την εβδομάδα στα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη για μία συνεδρίαση υπό τη γαλλο-σαουδαραβική ηγεσία, ζητώντας την αναζωπύρωση της λύσης των δύο κρατών.
Η συνεδρίαση έγινε πρωτοσέλιδο, καθώς η Γαλλία — και στη συνέχεια το Ηνωμένο Βασίλειο — δεσμεύτηκαν να αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος αργότερα φέτος, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Το απόγευμα της Τετάρτης, ο Καναδάς ακολούθησε. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ μποϊκόταρε τη συνάντηση, θεωρώντας την «αντιισραηλινή».
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα συμμετάσχουν σε αυτή την προσβολή, αλλά θα συνεχίσουν να ηγούνται των πραγματικών προσπαθειών για τον τερματισμό των συγκρούσεων και την επίτευξη μιας διαρκούς ειρήνης», δήλωσε η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, απορρίπτοντας τη συνεδρίαση ως ένα «επικοινωνιακό τέχνασμα».
Έτσι, ανοίγει πλέον ένα ρήγμα ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους παραδοσιακούς τους συμμάχους όσον αφορά το μέλλον της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης.
Αυτό γεννά ένα ερώτημα: έχει η κυβέρνηση Τραμπ κάποιο όραμα για τη μελλοντική διακυβέρνηση της Γάζας και για μια μακροπρόθεσμη ειρήνη;
Γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι δεν έχει — τουλάχιστον όχι κάποιο δικό της. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ρώτησα την κυρία Μπρους ποιο είναι το όραμα της κυβέρνησης για το μέλλον της Γάζας, πέρα από την απαίτηση ότι η Χαμάς δεν πρέπει να υπάρχει.
Απάντησε ότι «χώρες, εταίροι μας στην περιοχή», εργάζονται για την υλοποίηση «νέων ιδεών» που ζήτησε ο πρόεδρος. Όταν την πίεσα να διευκρινίσει τι αφορούν αυτές οι ιδέες, είπε: «Δεν θα σας πω ακριβώς σήμερα».
►Στη γραμμή της Γαλλίας ακόμα 14 κράτη – Ποιοι ετοιμάζονται να αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος
Καμία «ριβιέρα» στη Γάζα — αλλά άλλο σχέδιο δεν διαφαίνεται ξεκάθαρα
Σύμφωνα με το BBC τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα αναλάμβαναν τον έλεγχο της Λωρίδας της Γάζας και θα κατασκεύαζαν μια «ριβιέρα της Μέσης Ανατολής», στο πλαίσιο ενός σχεδίου που προέβλεπε τον εξαναγκαστικό εκτοπισμό των Παλαιστινίων από την περιοχή — κάτι που αργότερα οι ΗΠΑ και το Ισραήλ προσπάθησαν να παρουσιάσουν ως «εθελοντική» μετανάστευση.
Αν και η ιδέα ήταν εμφανώς ανεφάρμοστη και παραβίαζε το διεθνές δίκαιο, φαινόταν να αποτελεί το μεταπολεμικό όραμα του Τραμπ. Πιθανότατα προϋπέθετε ισραηλινή στρατιωτική κατοχή της Γάζας για την υλοποίησή του. Δεν ήταν σαφές πώς θα αντιμετωπιζόταν τυχόν συνεχιζόμενη εξέγερση της Χαμάς ή άλλων ενόπλων οργανώσεων.
Έκτοτε, το σχέδιο έχει σιγά-σιγά και αθόρυβα εγκαταλειφθεί — τουλάχιστον στην πλήρη του μορφή. Όταν ρωτήθηκε την Τρίτη για το σχέδιό του μετακίνησης Παλαιστινίων, ο Τραμπ το χαρακτήρισε ως «μια ιδέα που αγκαλιάστηκε από πολλούς, αλλά κάποιοι δεν την ήθελαν».
Η δεύτερη κατηγορία πιθανότατα αναφέρεται στην απόρριψη από αραβικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας και άλλων κρατών του Κόλπου, τα οποία ο Τραμπ επισκέφθηκε τον Μάιο σε μια πολυτελή εμπορική περιοδεία σε χρυσοποίκιλτα παλάτια.
Η κυβέρνηση πλέον προτιμά να επικεντρώνεται στο άμεσο πρόβλημα: την απελευθέρωση των ομήρων και την επίτευξη εκεχειρίας. Όταν ζητήθηκε από τον Τραμπ να κοιτάξει πέρα από αυτά, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο, παρέπεμψε αμέσως στον Ισραηλινό ηγέτη να απαντήσει.
Αυτό ενισχύει τις ενδείξεις ότι η στρατηγική της κυβέρνησης Τραμπ για τη Γάζα ευθυγραμμίζεται ολοένα και περισσότερο με εκείνη του Ισραήλ.
Ο κ. Νετανιάχου απορρίπτει οποιαδήποτε εμπλοκή της Παλαιστινιακής Αρχής στη μελλοντική διακυβέρνηση της Γάζας, όπου οι ισραηλινές δυνάμεις ελέγχουν πλέον περίπου τα δύο τρίτα της περιοχής. Η ακροδεξιά πτέρυγα του κυβερνητικού του συνασπισμού απαιτεί μόνιμη στρατιωτική κατοχή, την εκδίωξη των Παλαιστινίων και την ανέγερση εβραϊκών οικισμών.
Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ έχουν επιχειρήσει να ελέγξουν την τροφοδοσία των Παλαιστινίων εντός στρατιωτικοποιημένων ζωνών, ενώ το Ισραήλ εξοπλίζει επίσης Παλαιστίνιους μαχητές που είναι αντίπαλοι της Χαμάς. Ο διεθνής οργανισμός Integrated Food Security Phase Classification (IPC), που παρακολουθεί λιμούς, αναφέρει αυξανόμενες αποδείξεις για εκτεταμένη πείνα, υποσιτισμό και ασθένειες στη Γάζα. Το Ισραήλ κατηγορεί τη Χαμάς και τον ΟΗΕ για την κρίση, αλλά ισχυρίζεται ότι διευκολύνει την παροχή βοήθειας.
Πολλές ευρωπαϊκές χώρες παρακολουθούν με φρίκη. Ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ντέιβιντ Λάμι, μου είπε την Τετάρτη: «Έχουμε δει τις πιο φρικτές σκηνές. Η παγκόσμια κοινότητα προσβάλλεται βαθιά βλέποντας παιδιά να πυροβολούνται και να σκοτώνονται ενώ προσπαθούν να πιάσουν βοήθεια».
Η πείνα φαίνεται να αποτελεί σημείο καμπής για πολλές ευρωπαϊκές χώρες — ένα ηθικό κίνητρο για να χαράξουν διαφορετική διπλωματική πορεία. Παράλληλα, η εσωτερική πολιτική πίεση σε Βρετανία και Γαλλία έχει αυξηθεί για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Χωρίς ένα συνεκτικό, διεθνώς υποστηριζόμενο σχέδιο για τη μελλοντική διακυβέρνηση, η Γάζα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να βυθιστεί σε ολοένα και μεγαλύτερο χάος.
►Και ο Καναδάς στη συμμαχία «New York Call» για την Παλαιστίνη: Προαναγγέλλει αναγνώριση υπό όρους
Οι ΗΠΑ άφησαν ένα στρατηγικό κενό
Ο Μπλίνκεν γνώριζε αυτόν τον κίνδυνο από νωρίς στον πόλεμο και πραγματοποίησε διπλωματικά ταξίδια μεταξύ αραβικών κρατών, προσπαθώντας να τα πείσει να στηρίξουν ένα μελλοντικό σχέδιο που θα περιλάμβανε την Παλαιστινιακή Αρχή και την ανάπτυξη αραβικών δυνάμεων ασφαλείας στη Γάζα. Παρενέβη επίσης τουλάχιστον τρεις φορές, αναγκάζοντας το Ισραήλ να επιτρέψει περισσότερη ανθρωπιστική βοήθεια, δύο φορές απειλώντας με περιορισμούς στις αμερικανικές εξαγωγές όπλων για να περάσει το μήνυμά του.
Καμία τέτοια πίεση δεν έχει ασκηθεί από την κυβέρνηση Τραμπ, η οποία από τον Ιανουάριο έχει επιταχύνει την αποστολή όπλων στο Ισραήλ.
Οι ΗΠΑ έχουν ουσιαστικά αφήσει ένα στρατηγικό κενό στο ζήτημα του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για τη Γάζα. Οι Ευρωπαίοι, σε συνεργασία με αραβικές χώρες του Κόλπου, πέρασαν αυτή την εβδομάδα προσπαθώντας να το καλύψουν.
Για εκείνους, χωρίς ουσιαστική ανθρωπιστική βοήθεια, σταθερή διακυβέρνηση και ένα μακροπρόθεσμο ειρηνευτικό σχέδιο, η κατάσταση στο πεδίο μόνο θα επιδεινώνεται. Αυτή την εβδομάδα κάλεσαν για επείγουσα παρέμβαση, στήριξη της Παλαιστινιακής Αρχής και αναβίωση της προσπάθειας για λύση δύο κρατών — ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Αυτό ανατρέπει δεκαετίες διπλωματικής πρακτικής, κατά την οποία οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις αναγνώριζαν παλαιστινιακό κράτος μόνο στο τέλος διαπραγματεύσεων μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Σημαντικά, η κοινή τους δήλωση έδειξε ότι η Σαουδική Αραβία — ηγέτιδα δύναμη στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο — προσχώρησε στην καταδίκη της Χαμάς και στην έκκληση για τον αφοπλισμό της.
Τώρα, ελπίζουν ότι η κίνησή τους, με στήριξη από αραβικά κράτη, θα ασκήσει πίεση στον Τραμπ να επιστρέψει σε μια πιο θεσμική, διπλωματική διαδικασία.
Όμως η συνεδρίασή τους — που θα επαναληφθεί τον Σεπτέμβριο — διεξάγεται κόντρα σε όλες τις πιθανότητες. Η υπερδύναμη λείπει από το τραπέζι.