Και ενώ Ρωσία και ΗΠΑ προετοιμάζονται για την ιστορική συνάντηση Πούτιν – Τραμπ την Παρασκευή 15 Αυγούστου στην Αλάσκα, η Ευρώπη είναι σε αναβρασμό.
Αποκαλυπτικό δημοσίευμα του Bloomberg τονίζει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες επιδιώκουν να συνομιλήσουν με τον Αμερικανό πρόεδρο πριν από το τετ α τετ με τον Πούτιν και, από την άλλη, το Politico αναφέρει ότι ο Ζελένσκι θέλει να προειδοποιήσει τον Τραμπ ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα προσπαθήσει να τον ξεγελάσει.
Συγκεκριμένα ο πρόεδρος της Ουκρανίας, δήλωσε:
«Κατανοούμε την πρόθεση των Ρώσων να προσπαθήσουν να εξαπατήσουν την Αμερική – δεν θα το επιτρέψουμε αυτό. Εκτιμώ ιδιαίτερα την αποφασιστικότητα του Προέδρου Τραμπ να σταματήσει τους θανάτους στον πόλεμο. Πολλοί άνθρωποι δίνουν τη ζωή τους κάθε μέρα».
Όπως και οι Ευρωπαίοι, και ο Ζελένσκι ζητά αυστηρές κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας. Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι της Ουκρανίας πιέζουν ώστε να ληφθεί υπόψη η θέση του Κιέβου κατά τις διαπραγματεύσεις στην Αλάσκα.
«Καμία προθεσμία, καμία προσδοκία από αυτούς – δεν θέλουν να σταματήσουν τις δολοφονίες. Το μόνο που ψάχνουν είναι ένας τρόπος να σκοτώσουν την Ουκρανία», είπε επίσης ο Ζελένσκι.
«Γι’ αυτό χρειάζονται κυρώσεις, χρειάζεται πίεση. Χρειάζεται δύναμη – η δύναμη των Ηνωμένων Πολιτειών, πρώτα απ’ όλα, η δύναμη της Ευρώπης, η δύναμη όλων των εθνών του κόσμου που θέλουν ειρήνη και ηρεμία στις διεθνείς σχέσεις. Αν η Ρωσία δεν θέλει να σταματήσει τον πόλεμο, τότε η οικονομία της πρέπει να σταματήσει», πρόσθεσε.
Τι ζητά ο Πούτιν από το ραντεβού της Αλάσκας
Σε αντίθεση με τη στρατιωτική κατάληψη περίπου του ενός πέμπτου της Ουκρανίας από τον Πούτιν, η πώληση της Αλάσκας από τη Ρωσία στις ΗΠΑ τον 19ο αιώνα, επί τσάρου Αλέξανδρου Β΄, αποτελούσε μια ειρηνική συναλλαγή – μια υπενθύμιση ότι τα σύνορα μπορούν να αλλάξουν και η γη να λειτουργήσει ως «νόμισμα» πολιτικής.
Σύμφωνα με αναλυτές, ούτε η ισορροπία στο πεδίο της μάχης ούτε οι πιέσεις στον προϋπολογισμό αναγκάζουν τον ρώσο πρόεδρο να περιορίσει τις μαξιμαλιστικές εδαφικές του φιλοδοξίες ή να εξετάσει δυσμενείς όρους ειρήνης.
Αντίθετα, επικεντρώνεται στο να διατηρήσει ανοιχτή την επικοινωνία με τον Τραμπ, για να μην αρχίσει να έχει κόστος η απογοήτευση του προέδρου των ΗΠΑ από τη Μόσχα. «Ο Πούτιν δεν έχει κανένα κίνητρο να τερματίσει τον πόλεμο αυτή τη στιγμή», δήλωσε η Αλεξάνδρα Προκόπενκο, ερευνήτρια στο Carnegie Russia Eurasia Centre. «Αυτό που έχει σημασία για αυτόν είναι να διατηρήσει την προσοχή του Τραμπ».
Σε αυτό το μέτωπο, η Μόσχα αντιμετωπίζει μεγαλύτερο κίνδυνο. Ο Τραμπ, που υποσχόταν να τερματίσει τον πόλεμο σε 24 ώρες, είχε επικρίνει τον «πολύ ευγενικό» Πούτιν, ασκώντας ταυτόχρονα πίεση στην Ουκρανία και εκφράζοντας δυσφορία προς την Ουάσιγκτον. Για πρώτη φορά από την ανάληψη της εξουσίας, ενέκρινε μεγαλύτερες αποστολές όπλων στο Κίεβο και απείλησε με δασμούς την Ινδία για αγορά ρωσικού πετρελαίου.
Η στάση αυτή άλλαξε μετά την επίσκεψη του ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ, Στιβ Γουίτκοφ, στη Μόσχα – δύο ημέρες πριν από την προθεσμία του Τραμπ για κατάπαυση του πυρός ή κυρώσεις. Το αποτέλεσμα ήταν η πρώτη πρόσκληση Πούτιν στις ΗΠΑ μετά το 2007, όταν είχε συναντηθεί με τον Τζορτζ Μπους.
Η επικείμενη συνάντηση θεωρείται αποτέλεσμα αμοιβαίας πίεσης. Ο Πούτιν δεν ήθελε να ανακοινώσει συμφωνία στο χρονοδιάγραμμα του Τραμπ, δείχνοντας αδυναμία, ενώ ο Τραμπ φοβόταν την επιβολή κυρώσεων που θα έμοιαζαν αναποτελεσματικές. Όπως σημειώνει ο Σαμ Γκριν, καθηγητής ρωσικής πολιτικής στο King’s College Λονδίνου, το γεγονός ότι η συνάντηση γίνεται στις ΗΠΑ, χωρίς Ουκρανούς ή Ευρωπαίους, αποτελεί διπλωματική νίκη για τον Πούτιν.
«Το γεγονός ότι ο Πούτιν πηγαίνει στις ΗΠΑ όχι ως φυλακισμένος, ότι έχει μετατραπεί από αντικείμενο απογοήτευσης σε κάποιον ευπρόσδεκτο, και ότι η συνάντηση πραγματοποιείται χωρίς την παρουσία Ουκρανών και Ευρωπαίων — όλα αυτά αποτελούν διπλωματική νίκη», πρόσθεσε ο Γκριν.
Η απουσία του Βολοντίμιρ Ζελένσκι από τη συνάντηση -στόχος του Κρεμλίνου εδώ και καιρό- δείχνει ότι η Ρωσία δεν έκανε ουσιαστικές παραχωρήσεις στους βασικούς της στόχους. Για τον πρώην Ρώσο ΥΠΕΞ, Αντρέι Κοζίρεφ, η ίδια η συνάντηση συνιστά «πολιτικό κέρδος για τον Πούτιν, χωρίς κόστος».
Σύμφωνα με την Ουκρανή αξιωματούχο Αλιόνα Γκετμαντσούκ, ο Πούτιν στοχεύει σε τρία πράγματα: να βγει από τη διπλωματική απομόνωση, να αποφύγει νέες κυρώσεις και να εκμεταλλευθεί την αποφασιστικότητα του Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο, ώστε να επιτύχει διπλωματικά όσα δεν πέτυχε στρατιωτικά.
Την ίδια ώρα, οι ουκρανικές δυνάμεις δέχονται πίεση στα ανατολικά, με τη Ρωσία να επιχειρεί την περικύκλωση στρατηγικών πόλεων. Τον Ιούλιο, κατέλαβε 502 τετραγωνικά χιλιόμετρα εδάφους, σύμφωνα με την Black Bird Group, ενώ η DeepState ανέφερε προέλαση 7 χλμ. κοντά στο Pokrovsk.
Οικονομικά, η Ρωσία βρίσκεται υπό πίεση, με μείωση 20% στα ενεργειακά έσοδα λόγω χαμηλότερων τιμών πετρελαίου και με νέους δασμούς των ΗΠΑ στην Ινδία να επιδεινώνουν την κατάσταση. Ο Γιάνις Κλούγκε του SWP εκτιμά ότι η ρωσική οικονομία είναι «πιο αδύναμη από οποιαδήποτε στιγμή τα τελευταία τρία χρόνια», αλλά όχι αρκετά για να αλλάξει η στάση του Κρεμλίνου. «Για τον Πούτιν, οι απειλές για κυρώσεις είναι ένα σύμπτωμα της απογοήτευσης του Τραμπ», πρόσθεσε. «Ο Πούτιν ανησυχεί περισσότερο για την αυξανόμενη απογοήτευση του Τραμπ παρά για τον αντίκτυπο των νέων κυρώσεων».
Οι συνομιλίες Πούτιν-Γουίτκοφ δεν έχουν αποκαλυφθεί πλήρως, ωστόσο δηλώσεις και τηλεφωνικές επαφές υποδεικνύουν ότι στο τραπέζι βρίσκεται η ανταλλαγή εδαφών. «Θα υπάρξει κάποια ανταλλαγή, προς όφελος και των δύο», είπε ο Τραμπ, με τη Μόσχα να χαρακτηρίζει τις προτάσεις «αποδεκτές».
Οι πάγιες θέσεις του Πούτιν περιλαμβάνουν: αποκήρυξη ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, μη πυρηνικό καθεστώς, «αποστρατικοποίηση» και «αποναζιστικοποίηση», αποχώρηση ουκρανικών δυνάμεων από Ντόνετσκ, Λουχάνσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια, καθώς και παροχή πρόσβασης στην Κριμαία μέσω Χερσώνας-Ζαπορίζια.
Ο Ουκρανός αναλυτής Βολοντίμιρ Φεσένκο χαρακτηρίζει την απαίτηση αποχώρησης από Ντόνετσκ και Λουχάνσκ «διαπραγματευτική παγίδα» με στόχο να κατηγορηθεί το Κίεβο για απροθυμία τερματισμού του πολέμου.
Παρά την κόπωση του πολέμου, έρευνα του Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας του Κιέβου δείχνει ότι σχεδόν τα τρία τέταρτα των Ουκρανών απορρίπτουν σχέδιο που περιλαμβάνει παραχώρηση των τεσσάρων περιοχών, αποκήρυξη του ΝΑΤΟ και στρατιωτικούς περιορισμούς. Ένα 54% στηρίζει λύση με πάγωμα γραμμής μετώπου, εγγυήσεις ασφαλείας και σταδιακή άρση κυρώσεων.
Καθώς πλησιάζει η σύνοδος της Αλάσκας, Ζελένσκι και Πούτιν κινητοποιούν τους συμμάχους τους. Το Κίεβο θέλει διαπραγματεύσεις μόνο μετά από κατάπαυση πυρός, ενώ η Μόσχα εντείνει επαφές με «φιλικές» χώρες, όπως η Κίνα, τα ΗΑΕ και η Ινδία.
Ο Ρώσος αναλυτής Αντρέι Κολέσνικοφ εκτιμά ότι «δεν υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πέρα από το πάγωμα της σύγκρουσης» και ότι ο Πούτιν επιδιώκει να χωρίσει τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής με τον Τραμπ και τον Σι, «σε μια νέα Γιάλτα και έναν ψυχρό πόλεμο, διεκδικώντας τις δάφνες του Στάλιν».
Η επιδίωξη του Τραμπ από το τετ α τετ με τον Πούτιν στην Αλάσκα
Όσον αφορά στον αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος θέλει να παρουσιάζει τον εαυτό του ως πρόθυμο διαπραγματευτή, το να κάνει ένα βήμα προς την κατεύθυνση της ειρήνης στην Ουκρανία θα ήταν σημαντικό για τη φήμη του. Πρόσφατα ο ισραηλινός πρωθυπουργός και στενός φίλος του, Μπενιαμίν Νετανιάχου, τον πρότεινε άλλωστε για Νομπέλ Ειρήνης.
Τι επιζητά όμως η Ουάσιγκτον τώρα;
Το λιγότερο μια κατάπαυση του πυρός και στην καλύτερη περίπτωση μια μακροπρόθεσμη λύση για το Ουκρανικό, όπως αναφέρει το DW σε ανάλυσή του.
Επίσης θέλει να προετοιμάσει το έδαφος για μια τριμερή συνάντηση Πούτιν, Τραμπ, Ζελένσκι, κάτι για το οποίο προς το παρόν δεν συμφωνεί ούτε η ρωσική ούτε η ουκρανική πλευρά.