Μετά την ιστορική συνάντηση με τον Ντόναλντ Τραμπ και τους ευρωπαίους ηγέτες στον Λευκό Οίκο, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι η Ουκρανία και οι σύμμαχοί της «ήδη εργάζονται για το περιεχόμενο των εγγυήσεων ασφάλειας».
Αλλά τι σημαίνουν στην πράξη οι «εγγυήσεις ασφάλειας»;
Ειδικότερα, όπως αναφέρει το BBC, υπάρχει ένα ευρύ φάσμα, που κυμαίνεται από την πολυσυζητημένη αποστολή στρατευμάτων στα ουκρανικά εδάφη έως την απειλή καταστροφικών οικονομικών κυρώσεων στις εξαγωγές πετρελαίου της Ρωσίας.
Τι εγγυήσεις ασφάλειας ζητά η Ουκρανία
Αυτό που επιθυμεί διακαώς η Ουκρανία, αλλά δεν πρόκειται να πάρει -τουλάχιστον όχι στο άμεσο μέλλον- είναι η ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ το έχει αποκλείσει, αλλά υπάρχουν πολλά άλλα μέλη του ΝΑΤΟ που επίσης αντιτίθενται σιωπηλά, όπως η Σλοβακία, κυρίως με το επιχείρημα ότι αυτό θα αύξανε δραματικά τις πιθανότητες η διατλαντική συμμαχία να εμπλακεί σε πόλεμο με τη Ρωσία.
Φυσικά, είναι σαφές ότι η Ουκρανία θα χρειαστεί ισχυρές εγγυήσεις ασφάλειας μετά την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας, για να αποτρέψει τη Ρωσία από το να επιστρέψει και να κάνει μια δεύτερη ή τρίτη επίθεση.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχουν συγκροτήσει τη «Συμμαχία των Προθύμων», η οποία περιλαμβάνει περισσότερες από 30 χώρες, με στόχο να προσφέρουν στην Ουκρανία κάποια διεθνή διαβεβαίωση μετά την υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας.
Τα σενάρια για τις εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία
Η αστυνόμευση του εναέριου χώρου της Ουκρανίας είναι μια πιθανή επιλογή, σύμφωνα με την ανάλυση του βρετανικού ειδησεογραφικού δικτύου. Αυτό θα μπορούσε να γίνει με την εγκατάσταση αεροσκαφών σε υπάρχουσες αεροπορικές βάσεις στη γειτονική Πολωνία ή Ρουμανία, με τη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Ωστόσο, θα χρειαστούν σαφείς και αυστηροί κανόνες εμπλοκής, εάν θέλουν να είναι κάτι περισσότερο από μια συμβολική χειρονομία.
Με άλλα λόγια, οι πιλότοι πρέπει να γνωρίζουν εάν μπορούν να ανταποδώσουν τα πυρά σε περίπτωση που η Ρωσία παραβιάσει την ειρηνευτική συμφωνία, για παράδειγμα, εκτοξεύοντας έναν πύραυλο κρουζ σε μια ουκρανική πόλη.
Η Μαύρη Θάλασσα είναι μια άλλη περιοχή όπου οι δυτικές εγγυήσεις ασφάλειας θα μπορούσαν να βοηθήσουν να κρατηθεί σε απόσταση ο ρωσικός στόλος και να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορικών πλοίων από λιμάνια όπως η Οδησσός.
Στην ξηρά, η κατάσταση γίνεται πιο προβληματική. Η Ουκρανία είναι μια τεράστια χώρα και η πρώτη γραμμή εκτείνεται σήμερα σε μήκος άνω των 1.000 χλμ.
Η Συμμαχία των Προθυμών δεν μπορεί να συγκεντρώσει αρκετά στρατεύματα για να τα αναπτύξει και να προστατεύσει αυτή τη γραμμή επαφής, ακόμη και αν ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συμφωνούσε με αυτό – πράγμα που δεν θα κάνει.
Το Κρεμλίνο έχει επαναλάβει την απόλυτη αντίθεσή του στην παρουσία οποιωνδήποτε στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα. Επομένως, η στρατιωτική υποστήριξη είναι πιθανό να αφορά περισσότερο τους τομείς της εκπαίδευσης, των πληροφοριών και της υλικοτεχνικής υποστήριξης, βοηθώντας την Ουκρανία να ανοικοδομήσει τον πληγωμένο στρατό της, μαζί με τη συνεχή προμήθεια όπλων και πυρομαχικών.
Ωστόσο, παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με το τι θα δεχτεί η Ρωσία ως εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία. Πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η Μόσχα δεν πρέπει να έχει καμία άποψη σε αυτό το θέμα. Αλλά καμία χώρα της Συμμαχίας των Προθυμών δεν είναι διατεθειμένη να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία. Κανείς δεν θέλει να προκαλέσει τον κίνδυνο ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Τζον Φόρμαν, πρώην βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος στη Μόσχα, εκτιμά ότι «η Ρωσία μπορεί να αποδεχτεί μια εγγύηση ασφάλειας των ΗΠΑ για την Ουκρανία, με αντάλλαγμα την επίσημη αναγνώριση των κατεχόμενων εδαφών και την αποτροπή ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Ό,τι και να συμβεί, η Συμμαχία των Προθύμων δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δύναμη των ΗΠΑ».
Θα αναλάβουν δράση οι ΗΠΑ;
Πολλοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες έχουν δηλώσει ότι οποιαδήποτε μελλοντική «δύναμη διαβεβαίωσης» που θα παρέχει η Συμμαχία των Προθύμων πρέπει να έχει τη συμβολή των ΗΠΑ, κάτι που μέχρι τη σύνοδο κορυφής στην Αλάσκα την περασμένη εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε αρνηθεί να δεσμευτεί.
Τώρα έχει δηλώσει ότι οι ΗΠΑ θα συμμετάσχουν, αλλά χωρίς να στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία.
Το ιδανικό σενάριο για την Ουκρανία, αυτό που το Κίεβο και οι σύμμαχοί του θα ήθελαν από την Ουάσιγκτον είναι η υποστήριξη των ΗΠΑ για αυτή τη θεωρητική μελλοντική δύναμη, αλλά κυρίως μια σταθερή δέσμευση ότι αν η Ρωσία παραβιάσει τη συμφωνία ειρήνης ή προχωρήσει σε ένα επίθεση, τότε η στρατιωτική δύναμη των ΗΠΑ -ειδικά η αεροπορική δύναμη- θα είναι διαθέσιμη για να υποστηρίξει τους Ευρωπαίους.
Ο Τραμπ έχει υπονοήσει ότι η αεροπορική υποστήριξη των ΗΠΑ θα είναι διαθέσιμη σε κάποια μορφή, αλλά δεδομένου του πόσες φορές έχει αλλάξει τη θέση του σχετικά με τον τρόπο τερματισμού αυτού του πολέμου, αυτό δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό.
Ο υποστράτηγος εν αποστρατεία Μπεν Χότζες, ο οποίος διοικούσε τις δυνάμεις του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη, δηλώνει ότι είναι επιφυλακτικός ως προς το αν «οι ΗΠΑ είναι πραγματικά σοβαρές όσον αφορά τις εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία και αν θα προσφέρουν κάτι περισσότερο από απλά λόγια».
«Οι Ευρωπαίοι δεν εμπιστεύονται τον Βλαντιμίρ Πούτιν και δεν έχουν αμφιβολίες για το ποιος είναι ο επιτιθέμενος σε αυτόν τον πόλεμο. Ανησυχούν ότι ο Τραμπ δεν μπορεί ή δεν θέλει να αναγνωρίσει ότι η Ρωσία είναι ο επιτιθέμενος. Ο Πούτιν δεν θα τηρήσει καμία συμφωνία, εκτός αν αναγκαστεί να το κάνει», προσθέτει.
Το κρίσιμο ερώτημα που παραμένει αναπάντητο
Και εδώ βρίσκεται το μεγάλο ερώτημα σχετικά με τις εγγυήσεις ασφάλειας. Πώς θα είναι τόσο ισχυρές ώστε να αποτρέψουν τη Ρωσία από το να επιτεθεί ξανά στην Ουκρανία, αλλά όχι τόσο ισχυρές ώστε η Μόσχα να αντιδράσει.
Ο πρώην υπουργός Άμυνας της Βρετανίας, Μπεν Γουάλας, πιστεύει ότι η Δύση, συλλογικά, δεν έχει σταθεί αρκετά σθεναρά απέναντι στον Βλαντιμίρ Πούτιν. «Η πραγματικότητα που όλοι φαίνεται να θέλουν να αποφύγουν να παραδεχτούν ή να κάνουν κάτι για να την αντιμετωπίσουν, είναι ότι ο Πούτιν δεν δείχνει κανένα σημάδι ότι θέλει να σταματήσει τις δολοφονίες», λέει.
«Μέχρι ο Τραμπ ή η Ευρώπη ή και οι δύο να είναι έτοιμοι να κάνουν κάτι για να αλλάξει στάση ο Πούτιν, λίγα θα επιτευχθούν», τονίζει.
Ο Έντουαρντ Άρνολντ, ερευνητής για την ευρωπαϊκή ασφάλεια στο think tank RUSI με έδρα το Λονδίνο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Συμμαχία των Προθύμων «πέτυχε να δημιουργήσει ένα ευέλικτο πλαίσιο που μπορεί να συνεργαστεί με τον Τραμπ με εποικοδομητικό τρόπο, υποστηρίζοντας παράλληλα την Ουκρανία».
Ωστόσο, προειδοποιεί: «Παραμένει μια πολιτική φιλοδοξία, παρά ένα σταθερό στρατιωτικό σχήμα. Οι επόμενοι δύο μήνες θα δοκιμάσουν πραγματικά την αποφασιστικότητά της και την προθυμία της να αναλάβει πολιτικά ρίσκα».