Αποκαλυπτική υπήρξε για άλλη μια φορά η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, σχετικά με το παρασκήνιο στη Δύση που οδήγησε στην οριστική ρήξη με τη Ρωσία και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Η πρώην «σιδηρά κυρία» της Ευρώπης, σε συνέντευξή της σε μέσο της Ουγγαρίας, επέκρινε την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής για το ξέσπασμα του πολέμου.
Όπως είπε, η ίδια είχε προτείνει στα κράτη μέλη της ΕΕ να υιοθετήσουν «ένα πλαίσιο διαλόγου» με τη Ρωσία πριν από την κλιμάκωση της σύγκρουσης στην Ουκρανία το 2022, αλλά η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής μπλόκαραν το εν λόγω σχέδιο.
Οι συμφωνίες του Μινσκ
Υπενθυμίζεται πως επί της θητείας της, η Μέρκελ – που αποχώρησε από την καγκελαρία στο τέλος του 2021 μετά από 16 συναπτά έτη στην εξουσία – ηγήθηκε της μεσολάβησης για τις συμφωνίες του Μινσκ το 2014 και το 2015.
Στόχος των δύο συμφωνιών ήταν η διευθέτηση μέσω ειδικού καθεστώτος για τις περιοχές Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ εντός της Ουκρανίας, ώστε να τερματιστούν οι μάχες ανάμεσα στο νέο ουκρανικό καθεστώς και τις φιλορωσικές δυνάμεις στο Ντονμπάς (Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ).
Οι δύο περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας κήρυξαν την ανεξαρτησία τους κατά τον εμφύλιο που πυροδότησε η αιματηρή εξέγερση των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, με την υποστήριξη της Δύσης, και η οποία οδήγησε στη βίαιη ανατροπή του τότε προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Οι συμφωνίες, που υπογράφηκαν στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας, επιτεύχθηκαν στο πλαίσιο της «Διαδικασίας της Νορμανδίας», στην οποία συμμετείχαν η Ουκρανία, η Ρωσία, η Γερμανία και η Γαλλία.
Το «μπλόκο» από Πολωνία και Βαλτικές χώρες
Η πρώην καγκελάριος ανέφερε σε συνέντευξή της στο ουγγρικό κανάλι «Partizan», ότι «ήδη από το καλοκαίρι του 2021 αντιλαμβανόμουν ότι ο [Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ] Πούτιν δεν έπαιρνε πια στα σοβαρά τη συμφωνία του Μινσκ, και γι’ αυτό ήθελα ένα νέο πλαίσιο τότε, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε με τον Πούτιν απευθείας ως ΕΕ». Σημειώνεται πως η Μόσχα κατηγορούσε το Κίεβο ότι δεν εφάρμοσε τις συμφωνίες και τελικά απέστειλε στρατεύματα με τον ισχυρισμό της «προστασίας του πληθυσμού του Ντονμπάς».
Η σχετική πρόταση για απευθείας διαπραγματεύσεις ευρωπαίων ηγετών με τον Βλαντιμίρ Πούτιν κατατέθηκε στη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Ιούνιο του 2021. «Κάποιοι [στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο] δεν το στήριξαν. Κυρίως οι χώρες της Βαλτικής (Λετονία, Λιθουανία και Εσθονία), αλλά και η Πολωνία ήταν αντίθετη, επειδή φοβούνταν ότι δεν θα καταφέρναμε να έχουμε κοινή πολιτική απέναντι στη Ρωσία», τόνισε. Σύμφωνα με τη Μέρκελ, δεν υπήρχε διάθεση εντός της Ένωσης να διαμορφωθεί μια τέτοια πολιτική προσέγγισης, και έτσι η πρότασή της απορρίφθηκε.
Το αποτέλεσμα της στάσης της Πολωνίας και των κρατών της Βαλτικής, όπως ανέφερε, ήταν να επέλθει τελικά η ρήξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξέλιξη που, όπως τόνισε, οδήγησε λίγους μήνες αργότερα και στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με όσα είπε, η άρνηση της Πολωνίας και των Βαλτικών χωρών να στηρίξουν τις Συμφωνίες του Μινσκ – τις δύο καίριες διεθνείς συμφωνίες ανάμεσα στη Ρωσία και την ΕΕ – αλλά και ένα νέο πλαίσιο διαλόγου, ενθάρρυνε τον Πούτιν να προχωρήσει στον πόλεμο με την Ουκρανία το 2022. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε: «Σε κάθε περίπτωση, δεν προχώρησε. Έπειτα αποχώρησα από το αξίωμα – και τότε ξεκίνησε η επιθετικότητα του Πούτιν».
Το «παιχνίδι με τη φωτιά» του ΝΑΤΟ
Υπενθυμίζεται πως η Άνγκελα Μέρκελ στη βιογραφία της είχε προχωρήσει και σε άλλες αποκαλύψεις σχετικά με το παρασκήνιο, που οδήγησε στον πόλεμο στην Ουκρανία. Όπως ανέφερε στα απομνημονεύματά της, «Freedom: Memoirs 1954-2021», στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, τον Απρίλιο του 2008, είχε παρουσιαστεί σχέδιο για την ένταξη της Ουκρανίας – αλλά και της Γεωργίας – στη Συμμαχία.
Η ίδια είχε αντισταθεί στα σχέδια των υπόλοιπων νατοϊκών συμμάχων, τονίζοντας πως αυτή η κίνηση – έστω και ως υπόσχεση με τη μορφή χρονοδιαγράμματος – θα πυροδοτούσε καταστροφικές εξελίξεις, οι οποίες δύσκολα θα μπορούσαν να ανατραπούν στη συνέχεια.
«Θα ήταν πρωτοφανές για μια υποψήφια χώρα ένταξης στο ΝΑΤΟ να είναι τόσο μπλεγμένη με τις ρωσικές στρατιωτικές δομές. Επιπλέον μόνο μια μειοψηφία του ουκρανικού πληθυσμού υποστήριζε την ένταξη στο ΝΑΤΟ εκείνη την εποχή. Η χώρα ήταν διχασμένη», γράφει στο «Freedom: Memoirs 1954-2021».
Αντίστοιχα για τη Γεωργία, στα απομνημονεύματά της, σημειώνει πως υπήρχαν οι «ανεπίλυτες εδαφικές διαφορές στη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία», δύο ζητήματα που, όπως γράφει, ήταν αρκετά για να απορρίψει το σχέδιο ένταξής της στο ΝΑΤΟ.
Όπως χαρακτηριστικά είχε τονίσει η Μέρκελ στους νατοϊκούς συμμάχους το σχέδιο – γνωστό ως «MAP» – δεν ήταν παρά ένα «παιχνίδι με τη φωτιά». Τόνισε μάλιστα πως είναι «απατηλό» να πιστεύει κάποιος ότι η χορήγηση καθεστώτος ένταξης στο ΝΑΤΟ σε Ουκρανία και Γεωργία «θα λειτουργούσε αποτρεπτικά για τον Βλαντιμίρ Πούτιν και ότι ο Ρώσος Πρόεδρος θα δεχόταν μια τέτοια εξέλιξη με σταυρωμένα χέρια».
«Η υπόθεση πως ο Πούτιν απλώς θα αποδεχόταν μια τέτοια εξέλιξη για την Ουκρανία και τη Γεωργία ήταν για μένα εξ αρχής ένας ευσεβής πόθος», σημειώνει στα απομνημονεύματά της.
Τελικά με την παρέμβαση της Άνγκελα Μέρκελ, η Σύνοδος Κορυφής του Βουκουρεστίου είχε ολοκληρωθεί με έναν «τυπικό» συμβιβασμό μεταξύ των νατοϊκών συμμάχων. Η Ουκρανία και η Γεωργία δεν έλαβαν το επιδιωκόμενο καθεστώς για τις προς ένταξη χώρες, αλλά η Συμμαχία – σε ρητορικό επίπεδο – συμφώνησε πως κάποια στιγμή στο μέλλον οι δύο αυτές χώρες «θα μπορούσαν να γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ».
Το οργισμένο τηλεφώνημα του Πούτιν στη Μέρκελ
Η Μέρκελ, γνωστή για την «πολιτική των συμβιβασμών» που ακολουθούσε, μετέθεσε για το «απώτερο μέλλον» το ζήτημα, σημειώνοντας στα απομνημονεύματά της πως με αυτόν τον τρόπο πέτυχε να μην υπάρξει διάσπαση στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ, όπως είχε συμβεί για παράδειγμα με τον πόλεμο στο Ιράκ. «Δεν υπήρχε άλλη επιλογή παρά ο συμβιβασμός, ακόμα κι αν αυτός, όπως και κάθε άλλος, είχε το τίμημά του».
Ωστόσο αυτό δεν ήταν αρκετό για τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Ρώσος Πρόεδρος ήταν πλέον βέβαιος για τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και αυτοί – έστω και με την μορφή υπόσχεσης – ισοδυναμούσαν με αιτία πολέμου. Η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας αποκάλυψε πως μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν της τηλεφώνησε εξοργισμένος και παρά τις διαβεβαιώσεις από την πλευρά της, της τόνισε: «Δεν θα είσαι καγκελάριος για πάντα. Και τότε θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ. Και αυτό θέλω να το αποτρέψω».
Η Άνγκελα Μέρκελ αποχώρησε από την καγκελαρία τον Δεκέμβριο του 2021. Το σενάριο επέκτασης του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία επέστρεψε δυναμικά στο τραπέζι από το Κίεβο και τους Δυτικούς Συμμάχους, και δύο μήνες μετά την αποχώρηση της Μέρκελ, τον Φεβρουάριο του 2022, ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Πολωνία και Βαλτικές χώρες επιβεβαιώνουν, αλλά κατηγορούν τη Μέρκελ
Απαντώντας άμεσα στη Μέρκελ, ο πρώην πρωθυπουργός της Λετονίας Κρισιάνις Κάρινς δήλωσε ότι εκείνη την περίοδο πολλές χώρες δεν κατανοούσαν τη Ρωσία, «συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της ίδιας της πρώην καγκελαρίου». «Της έλεγα συνεχώς ότι δεν μπορείς να διαπραγματευτείς με τον Πούτιν “καλόπιστα”, αλλά εκείνη πίστευε ότι τα κράτη της Βαλτικής έκαναν λάθος. Ήμουν καλά ενημερωμένος για τις απόψεις της Μέρκελ, αλλά με εκπλήσσει ότι, μετά από όσα συνέβησαν στην Ουκρανία, εξακολουθεί να σκέφτεται έτσι», είπε ο Κάρινς.
«Ο Πούτιν ενεργεί όπως ενεργεί, και οι μόνες επιλογές της Δύσης είναι είτε να υποταχθεί είτε να αντισταθεί. Είναι εκπληκτικό που η πρώην καγκελάριος λέει κάτι τέτοιο σήμερα, όταν θα έπρεπε να είναι προφανές σε όλους τι είδους καθεστώς είναι η Ρωσία. Είμαι ευτυχής που ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, δεν συμμερίζεται τις απόψεις της Μέρκελ», πρόσθεσε.
Οι δηλώσεις της Μέρκελ προκάλεσαν επίσης καταιγισμό αντιδράσεων στην Πολωνία. Ο πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι, ηγέτης της χώρας την περίοδο που ανέφερε η Μέρκελ και νυν αντιπρόεδρος του εθνικιστικού κόμματος της αντιπολίτευσης Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), έγραψε στο X: «Η Άνγκελα Μέρκελ, με αυτή τη σκέψη χωρίς περίσκεψη, απέδειξε ότι είναι μία από τις πιο επιζήμιες Γερμανίδες πολιτικούς για την Ευρώπη τον τελευταίο αιώνα». Χαρακτήρισε δε «ντροπιαστικές» τις δηλώσεις της, υποστηρίζοντας πως η «αλαζονεία της δεν έχει όρια». «Δηλαδή φταίει η Πολωνία, που προειδοποιούσε για τον Πούτιν», πρόσθεσε.
Ο Πολωνός ευρωβουλευτής του PiS Βαλντεμάρ Μούντα δήλωσε: «Όταν η Μέρκελ λέει ότι ήθελε να συνεννοηθεί ξανά με τον Πούτιν, αυτό θα οδηγούσε πιθανότατα στη διαίρεση της Ουκρανίας! Δεν καταλαβαίνουν ότι κάνοντας δουλειές με τον Πούτιν, οι ίδιοι έφεραν τον πόλεμο!»
Η πρώην πρέσβης της Πολωνίας στη Ρωσία και νυν υπουργός Περιφερειακής Πολιτικής του κεντρώου κόμματος Poland 2050, Καταρζίνα Πεουλτσίνσκα-Ναλέντς, σημείωσε ότι οι δηλώσεις της Μέρκελ τροφοδοτούν τη ρωσική προπαγάνδα. «Το να υπονοείς ότι ο πόλεμος ξέσπασε επειδή κάποιος δεν κάθισε εγκαίρως στο τραπέζι με τη Ρωσία και δεν υποκλίθηκε αρκετά χαμηλά στη Μόσχα είναι παράλογο. Τα πράγματα θα είχαν γίνει ακόμη χειρότερα», είπε.