Οι ΗΠΑ βρίσκονται κοντά στο σημείο καμπής στην αντιπαράθεσή τους με την Τουρκία, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχουν πείσει τον πρόεδρο Erdogan ότι η αγορά των ρωσικών πυραύλων διακυβεύει την ασφάλεια των F-35.
«Οι S-400 είναι ένας υπολογιστής. Τα F-35 είναι ένας υπολογιστής. Δεν μπορείς να συνδέσεις τον υπολογιστή σου με τον υπολογιστή του αντιπάλου, και στην ουσία κάτι τέτοιο θα κάναμε», δήλωσε η εκτελούσα χρέη βοηθού ΥΕΘΑ των ΗΠΑ, αρμόδια για θέματα διεθνούς ασφάλειας. Μολονότι δεν έχει ακόμη ληφθεί απόφαση από τις ΗΠΑ, αμερικανοί αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν ότι η Ουάσιγκτον εξετάζει να διακόψει την εν εξελίξει διαδικασία προετοιμασίας της Τουρκίας για την παραλαβή των F-35 της Lockheed Martin Corp.
«Υπάρχουν αποφάσεις που λαμβάνονται συνεχώς για πράγματα (σσ εξαρτήματα) που παραδίδονται εν όψει της απόκτησης εκ μέρους τους των αεροσκαφών αυτών», σημείωσε η Wheelbarger. «Συνεπώς, υπάρχουν πολλά πράγματα σε εξέλιξη που θα μπορούσαν να διακοπούν για να τους στείλουμε το μήνυμά μας (ότι μιλούμε σοβαρά)», πρόσθεσε, χωρίς να υπεισέλθει σε περαιτέρω λεπτομέρειες. Ωστόσο, έτερος αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε ότι ένα θέμα που εξετάζουν οι ΗΠΑ είναι η εξασφάλιση κάποιου εναλλακτικού, εκτός Τουρκίας, σταθμού υποστήριξης κινητήρων, ενδεχομένως σε κάποια χώρα της δυτικής Ευρώπης. Σημειώνεται ότι στην Τουρκία εδρεύει επισκευαστικός σταθμός για τους κινητήρες του F-35 στο Eskisehir.
Η Wheelbarger, πάντως, παραδέχτηκε ότι το Πεντάγωνο εξετάζει «όλο το φάσμα των επιλογών» για δυνητικούς εναλλακτικούς προμηθευτές ανταλλακτικών για τα F-35, στους οποίους περιλαμβάνονται άλλες χώρες μέλη του NATO.
«Είναι ένα συνετός σχεδιασμός προγράμματος … να εξασφαλίσουμε την σταθερότητα της προμηθευτικής αλυσίδας», σημείωσε χαρακτηριστικά, χωρίς να κάνει εικασίες περί έκπτωσης της Τουρκίας από το πρόγραμμα. Σύμφωνα με τον διευθυντή θεμάτων Τουρκίας στο ίδρυμα στρατηγικών και διεθνών σπουδών CSIS της Ουάσιγκτον, Bulent Aliriza, «η έξωση της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35 θα αποτελούσε την πιο σοβαρή κρίση των τελευταίων δεκαετιών μεταξύ των δυο συμμαχικών χωρών. Αποτελεί, όμως, σύμπτωμα και όχι αιτία του προβλήματος στις σχέσεις των δυο χωρών».