Τη 16η Ιουλίου, η γενική διοίκηση της τουρκικής χωροφυλακής προσέφυγε σε ποινικό δικαστήριο της Άγκυρας και ζήτησε να απαγορευθεί η πρόσβαση σε αυτούς τους ιστότοπους και τους λογαριασμούς, εξήγησε το bianet, το οποίο υποστηρίζεται μεταξύ άλλων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για την Παιδική Ηλικία (UNICEF), συνδέσμους τουρκικών βιομηχανιών και εταιρειών και άλλους, εγχώριους και διεθνείς, οργανισμούς.
Η απόφαση να αποκλειστεί η πρόσβαση εκδόθηκε την ίδια ημέρα, με την επίκληση ενός νόμου που διέπει τον έλεγχο του περιεχομένου που δημοσιοποιείται στο Διαδίκτυο, τονίζει το bianet. Ωστόσο, δεν είναι σαφές το χρονοδιάγραμμα της εφαρμογής του αποκλεισμού της πρόσβασης, καθώς ορισμένοι από τους ιστότοπους και τους λογαριασμούς συνεχίζουν να είναι προσπελάσιμοι από την Τουρκία.
Ο νόμος στην Τουρκία ορίζει ότι μπορεί να αποκλείεται η πρόσβαση σε ιστότοπους για την υπεράσπιση της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης. Στην απόφαση δεν διευκρινίζεται ποιο ακριβώς είναι το περιεχόμενο που κρίθηκε ότι «απειλεί» την εθνική ασφάλεια.
Ανάμεσα στους λογαριασμούς η πρόσβαση στους οποίους αποφασίστηκε να απαγορευθεί είναι αυτός που διατηρεί στο Twitter η Ογιά Ερσόι, εκλεγμένη στην Κωνσταντινούπολη βουλεύτρια του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP), λογαριασμοί του αριστερού μουσικού συγκροτήματος Grup Yorum, καθώς και μιας οργάνωσης πολιτών που έχει προσφύγει στη δικαιοσύνη εναντίον της καταστολής των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης.
Η Ερσόι εξέλαβε τη δικαστική απόφαση ως εφαρμογή της πολιτικής που προσάπτει στην κυβέρνηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τη «φίμωση της αντιπολίτευσης» και τόνισε πως θα ασκήσει έφεση.
Στην Τουρκία έχει αποκλειστεί η πρόσβαση σε πάνω από 245.000 ιστότοπους, συμπεριλαμβανομένου, από το 2017, αυτού της Βικιπαίδειας, καταγγέλλουν ακτιβιστές. Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση του Ερντογάν έθεσε σε ισχύ νέους κανονισμούς για το περιεχόμενο που αναρτάται από όλους τους παραγωγούς περιεχομένου στο Διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένων ξένων ΜΜΕ και παρόχων οπτικοακουστικού περιεχομένου, όπως το Netflix.
Το bianet, που ιδρύθηκε το 1997 και εδρεύει στην Κωνσταντινούπολη, είναι γνωστό στην Τουρκία κυρίως για τα άρθρα του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη βία κατά των γυναικών, την ελευθερία της έκφρασης. Δημοσιεύει υλικό στα αγγλικά, τα τουρκικά και τα κουρδικά.
«Η απόφαση δεν διαβιβάστηκε καν στο bianet, τη μάθαμε τυχαία» τόνισε χθες στο Γαλλικό Πρακτορείο μια δικηγόρος που εκπροσωπεί τον ιστότοπο, η Μερίτς Εγιούμπογλου. «Μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι η απόφαση αφορά το σύνολο του ιστότοπου. Το κλείσιμό του μπορεί να γίνει από στιγμή σε στιγμή» συμπλήρωσε η ίδια, διαβλέποντας μια «επίθεση εναντίον της ελευθεροτυπίας».
Καταγγέλλοντας το «σκανδαλώδες» μέτρο, ο αντιπρόσωπος στην Τουρκία της οργάνωσης Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (Reporters sans frontières, RSF), Ερόλ Εντέρογλου προέτρεψε μέσω Twitter «τις αρχές να ακυρώσουν αυτήν την εντελώς αυθαίρετη απόφαση». Ο Εντέρογλου, γάλλος και τούρκος υπήκοος, έχει συνεργαστεί επανειλημμένα με το bianet.
Δεν ήταν διαθέσιμοι εκπρόσωποι της τουρκικής δικαιοσύνης ή της τουρκικής κυβέρνησης για σχόλια.
Επικριτές της κυβέρνησης του προέδρου Ερντογάν του προσάπτουν ότι περιστέλλει την ελευθεροτυπία και την ελευθερία της έκφρασης και υπονομεύει τη δημοκρατία στην Τουρκία. Η κυβέρνηση το αρνείται, διαβεβαιώνοντας ότι αναλαμβάνει δράση για να αντιμετωπίσει απειλές από «εξτρεμιστές» εντός και εκτός χώρας, ιδίως όσων κατηγορεί πως ενέχονται στην απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του 2016.
Η Τουρκία καταλαμβάνει την 157η θέση στην κατάταξη 180 χωρών ως προς την ελευθερία του Τύπου, όπως καταρτίζεται από την RSF.
Εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία κάηκαν - Διεθνής ανησυχία
Σκηνές που θυμίζουν το μυθιστόρημα του Ρέι Μπράντμπερι «Φαρενάιτ 451» εκτυλίσσονται στην Τουρκία, όπου βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η εφαρμογή της σκληροπυρηνικής ισλαμικής ατζέντας από μέρους του Ταγίπ Ερντογάν. Οπισθοδρόμηση διαπιστώνεται και στον τομέα της Παιδείας, σε μια χώρα όπου έχουν σημειωθεί ανησυχητικές αλλαγές και εκκαθαρίσεις μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016.
Την καταστροφή περισσότερων από 300.000 βιβλίων, τα οποία αποσύρθηκαν από σχολεία και βιβλιοθήκες, ανακοίνωσε το τουρκικό υπουργείο Παιδείας, στο πλαίσιο της εκστρατείας καταπολέμησης του κινήματος του αυτοεξόριστου κληρικού Φετουλάχ Γκιουλέν.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγορεί τον ιμάμη Γκιουλέν προσάπτοντάς του την ενορχήστρωση του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016.
Τα βιβλία οδηγούνται στην πυρά τα τελευταία τρία χρόνια. Σχετικές φωτογραφίες, που προκαλούν οργή και συνάμα θλίψη,έφερε στο φως πρώτη η εφημερίδα Hürriyet.
Ο παραλογισμός μοιάζει να έχει ριζωθεί στην πολιτική του κυβερνώντος AKP: βιβλίο μαθηματικών καταστράφηκε επειδή έφερε τα αρχικά του Φετουλάχ Γκιουλέν (F & G) σε ένα μαθηματικό ερώτημα όπου υπάρχει η φράση «από το σημείο F στο σημείο G».
Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2016 η εφημερίδα BirGün ανέφερε ότι 1,8 εκατ. σχολικά βιβλία καταστράφηκαν και επαντυπώθηκαν επειδή περιέιχαν τη λέξη Πενσιλβάνια, που είναι η πολιτεία των ΗΠΑ όπου ζει ο Φετουλάχ Γκιουλέν.
Επίσης, όλοι οι δρόμοι της Άγκυρας που φέρουν το όνομα Γκιουλέν επανονοματίστηκαν.
Υποβάθμιση του τομέα των εκδόσεων
Οργανώσεις προστασίας της ελευθερίας του λόγου δηλώνουν βαθιά ανησυχία.
«Μέσα σε τρία χρόνια υποβαθμίζεται ο τομέας των εκδόσεων στην Τουρκία, με 29 εκδοτικούς οίκους να έχουν κλείσει με την κατηγορία ότι κάνουν προπαγάνδα υπέρ της τρομοκρατίας», τονίζουν οι οργανώσεις PEN (σ.σ. στιλό) International και English PEN σε κοινή δήλωσή τους.
Στο πλαίσιο περιορισμού της ελευθερίας έκφρασης, έχουν κλείσει 200 ΜΜΕ, έχουν διωχτεί 80 συγγραφείς, ενώ έχουν απολυθεί 5.822 ακαδημαϊκοί από 118 δημόσια πανεπιστήμια.