Οι εν εξελίξει τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Βορειοδυτικό Ιράκ δεν είναι μόνον επικοινωνιακός αντιπερισπασμός που στοχεύει να υποβαθμίσει την βαρύτητα του μηνύματος της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τον Μπάιντεν.
Πρόκειται κατά κύριο λόγο για μια προληπτική επέμβαση δημιουργίας τετελεσμένων με την διαδικασία του κατεπείγοντος εν όψει της συνάντησης Μπάιντεν-Ερντογάν στις 14.6 στις Βρυξέλλες στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Στην Άγκυρα δεν υπάρχουν αυταπάτες ότι θα υπάρξουν πρόσθετες παραχωρήσεις της Ουάσιγκτον που να εγγυώνται ότι η χειραφέτηση των Κούρδων στην Βορειοανατολική Συρία δεν θα προκαλέσει αναζωπύρωση και διάχυσης της κουρδικής ανταρσίας στην Νοτιοανατολική Τουρκία.
Μια ματιά των εν εξελίξει επιχειρήσεων στον Χάρτη φωτίζει ως κύριο στόχο της τουρκικής πλευράς την παρεμβολή της ώστε να μην υπάρχει εδαφική γειτνίαση ανάμεσα στο Βόρειο Ιράκ και την Βορειοανατολική Συρία.
Μέχρι κάποιο βαθμό η κυβέρνηση του ημιανεξάρτητου Κουρδικού Βορείου Ιράκ επιθυμεί τον περιορισμό, αν όχι την εξάλειψη της παρουσίας των δυνάμεων του ΡΚΚ στην επικράτειά της.
Αυτό το οποίο δεν θα ήθελε η κυβέρνηση του Αρμπίλ είναι η δημιουργία βάσεων και η μόνιμη παρουσία τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων με στόχο η πρόσδεση στις επιλογές της Άγκυρας να είναι όχι πλέον επιλογή αλλά υποχρεωτικός μονόδρομος.
Με άλλα λόγια η Άγκυρα διαμηνύει στις ΗΠΑ ότι η στήριξη των Κούρδων στη Βορειοανατολική Συρία θα έχει ως αντίτιμο την χειραγώγηση του Κουρδικού Βορείου Ιράκ.
Το πρώτο βήμα χειραφέτησης των Κούρδων υπήρξε η εκτεταμένη αυτονομία του Βορείου Ιράκ μετά την Καταιγίδα της Ερήμου την Άνοιξη του 1991.
Πολύ γρήγορα οι σχέσεις της Άγκυρας με το Αρμπίλ εξομαλύνθηκαν μέχρι του σημείου διεξαγωγής κοινών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων κατά των δυνάμεων του ΡΚΚ.
Η σταδιακή χειραφέτηση των Κούρδων της Συρίας μετά το 2011 εκτός από την επένδυση της Ουάσιγκτον στο συριακό παρακλάδι του ΡΚΚ παρουσίαζε μια νέα πρόκληση για τον Ερντογάν την γεωγραφική συνέχεια μιας κουρδοκρατούμενης περιοχής που θα άρχιζε από την Μεσόγειο και θα τελείωνε στα σύνορα με το Ιράν και πιο συγκεκριμένα στο Ιρανικό Κουρδιστάν.
Σε ποιο βαθμό οι επιχειρήσεις των τουρκικών δυνάμεων στο Βόρειο Ιράκ έχουν την ρητή η και σιωπηρή έγκριση της Ουάσιγκτον;
Στον ενάμιση μήνα που μας χωρίζει από την συνάντηση των Βρυξελλών θα υπάρξει απάντηση στο ερώτημα με την ίδια την διεξαγωγή της να οριοθετεί εκ των πραγμάτων το περιθώριο ελιγμών του Ερντογάν.
Όποια εγγύηση και αν παράσχουν οι ΗΠΑ στην Τουρκία για την ασφάλεια των νοτιοανατολικών της συνόρων το αδιέξοδο για τον Ερντογάν είναι δεδομένο καθώς έχουν καεί πλέον οι γέφυρες του διαλόγου με τον έγκλειστό στο Ιμραλί Οτσαλάν και τον επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ Φιντάν να αναζητούν πολιτική διευθέτηση στην βάση διευρυμένων αρμοδιοτήτων τοπικής αυτοδιοίκησης.
Με δύο Ντε Φάκτο κουρδικά κράτη δίπλα στα νότια σύνορα και με βέβαιη την απαγόρευση λειτουργίας του φιλοκουρδικού Κόμματος ΗDP, οι κούρδοι της Τουρκίας καλούνται να επιλέξουν μεταξύ παράδοσης άνευ όρων και εξέγερσης.
Μιας εξέγερσης η οποία πριν από λίγα χρόνια είχε μεταφερθεί από τους παραμεθόριους ορεινούς όγκους σε σκληρές συγκρούσεις στο κέντρο της πόλης Ντιαρμπεκίρ.
(Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος)